Δευτέρα 21 Μαΐου 2018

Εξελικτική Δημιουργία και Οικουμενισμός: Η προσπάθεια μίας νεκρωτικής «θεολογίας» να αναζωογονήσει μία αποτελματωμένη φιλοσοφική θεωρία( 1o μέρος)

dhmioyrgia exeldim 08
Σχόλιο Τ.Ι.: Πριν από τα κείμενα του Καθηγητή κ. Φαράντου και του μοναχού Δαμασκηνού, παραθέτουμε απομαγνητοφωνημένο απόσπασμα κατά το οποίο έγινε ανάγνωση από το υπό κρίση βιβλίο του Μητροπολίτου Περγάμου κ. Ζηζιούλα «Η Κτίση ως Ευχαριστία», σε εκπομπή του Δημήτρη Κοσμόπουλου (εδώ). 

Πρόκειται για ένα από τα πλέον βλάσφημα και αιρετίζοντα θεολογικά αναγνώσματα, σε βαθμό που θα μπορούσε κάποιος να το χαρακτηρίσει ως νέο-ειδωλολατρική ομολογία. Αλλά και από επιστημονική-φιλοσοφική σκοπιά να το δει κανείς, η συντριπτική πλειοψηφία των επιχειρημάτων και των "διαπιστώσεων" του φιλοσόφου Ζηζιούλα, κινούνται ανάμεσα στη σοφιστία και την παραεπιστήμη. Από τη μεριά της Πίστης μας, είναι λυπηρό (για πολλούς σκανδαλιστικό) το φαινόμενο (σίγουρα σημείο των καιρών) πως τέτοιου περιεχομένου κείμενα μπορούν να φέρουν το μανδύα και την επίφαση “πονήματος Ορθοδόξου θεολογικής σκέψης”, και να μην έχουν ήδη καταδικαστεί για τον αντίχριστο χαρακτήρα τους. Από τη μεριά της Επιστήμης είναι απορίας άξιο πως θεωρητικά επιστημονικά σχήματα (Δαρβινισμός) και υφιστάμενα και καθιερωμένα επιστημονικά πεδία (Κβαντομηχανική, Σχετικιστική Φυσική, κ.λ.π.) μπορούν να έχουν τόσο διαβρωτική επίδραση στη φιλοσοφική σκέψη ώστε εν τέλει αυτή να οδηγείται στην πλάνη και την παρακμή.
«... Όλα όσα είπαμε, τονίζει ο μητροπολίτης Περγάμου κ. Ιωάννης στο βιβλίο του η «ΚΤΙΣΗ ΩΣ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ: Θεολογική προσέγγιση στο πρόβλημα της Οικολογίας», περιγράφουν την κατάσταση που αφορά τους πρώτους 2 ή 3 αιώνες της Χριστιανικής περιόδου. Τα πράγματα όμως φαίνεται να αλλάζουν βαθμιαία και η Εκκλησία σιγά-σιγά οδηγήθηκε σε μια σοβαρή αλλαγή συνείδησεως σε ότι αφορά τις σχέσεις ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση. Τα αποφασιστικά βήματα σε αυτή την εξέλιξη μπορούν να περιγραφούν πολύ περιληπτικά ως εξής:
Πρώτον: η ισχυρή επίδραση του Πλατωνικού και του γνωστικού τρόπου σκέψεως κατά το δεύτερο και τρίτο αιώνα, είχε σαν αποτέλεσμα να υποτιμηθεί η σημασία του υλικού κόσμου και να θεωρηθεί στην καλύτερη περίπτωση ‘σαν χωρίς σημασία’ και στη χειρότερη σαν ‘κακός’. Οι Χριστιανοί γνωστικοί της Αλεξάνδρειας, πάνω από όλα η ισχυρή επιρροή του Ωριγένη, είναι κλασσικό παράδειγμα αυτής της εξελίξεως. Ο Ωριγένης του οποίου τα γραπτά διαβάζονταν πολύ από τους μοναχούς της Αιγύπτου, επηρέασε ένα αρκετά σημαντικό μέρος του Ανατολικού μοναχισμού, ο οποίος τελικά, ευτυχώς, διασώθηκε από την επηρροή αυτή χάρη σε δυνάμεις του Ορθοδόξου μοναχισμού όπως οι Άγιοι Μακάριος ο Αιγύπτιος και Μάξιμος ο Ομολογητής.
Δεύτερον:
 Στη Δύση παρόμοιες εξελίξεις έτειναν στο να διχοτομήσουν τον άνθρωπο από τη φύση, με το να θεωρούν τον άνθρωπο ανώτερο από τη φύση και κέντρο των πάντων. Ως τυπικά παραδείγματα αυτής της εξελίξεως μπορούμε να αναφέρουμε τον ιερό Αυγουστίνο και τον Βοήθιο, οι οποίοι όρισαν το ανθρώπινο ον, ακόμη και το θείο ον, με τη χρήση των εννοιών του λόγου και του νου, και εισήγαγαν τη συνείδηση και την ενδοστρέφεια σαν τα ύψιστα στοιχεία του ανθρώπου, ακόμα και του Θεού. Έτσι το ανθρώπινο ον ξεχώρισε από την όλη φύση όχι μόνο σαν όν ανώτερο από τα άλλα όντα αλλά πραγματικά σαν το μόνο ον που είχε σημασία για την αιωνιότητα, εκτός βέβαια από τους αγγέλους, οι οποίοι χάρις την πνευματική και άυλη υπόστασή τους ήταν ακόμη ανώτερης αξίας και από τις ανθρώπινες ψυχές. Η Βασιλεία του Θεού κατά την αντίληψη του ιερού Αυγουστίνου απαρτίζεται μόνο από σεσωσμένα πνευματικά όντα, από αθάνατες ψυχές.
Η Εκκλησία έχανε έτσι βαθμιαία τη συναίσθηση της σπουδαιότητας και της αιώνιας αξίας του υλικού κόσμου και αυτό ήταν ιδιαίτερα φανερό στον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπιζε τα ιερά μυστήρια και ιδιαίτερα τη Θεία Ευχαριστία. Αντί να είναι η Ευχαριστία μια ευλογία του υλικού κόσμου, των καρπών της φύσεως, και μια αναφορά όλων αυτών με ευγνωμοσύνη και ευλάβεια στο Δημιουργό, η Ευχαριστία πολύ γρήγορα έγινε βασικά μια τελετή αναμνήσεως της θυσίας του Χριστού και ένα μέσο χάριτος για την πνευματική τροφή της ψυχής. Η διάσταση του κόσμου χάθηκε γρήγορα από τη μυστηριακή Θεολογία στη Δύση, δίνοντας τη θέση της σε μια πνευματοκεντρική, ή ψυχοκεντρική αντίληψη του κόσμου.
Τρίτον: Η εποχή του μεσαίωνα και της Αναγεννήσεως ελάχιστα συνετέλεσε στην αλλαγή αυτής της καταστάσεως έχοντας στην πραγματικότητα εμπνευστεί από το σχολαστικισμό με την ιδέα ότι το κατ’ εικόνα Θεού αφορά στο λογικό του ανθρὠπου. Τα μυστήρια παρέμειναν ακόμη σε μεγάλο βαθμό στη Δύση άσχετα με τον υλικό κόσμο και έτσι το χάσμα ανάμεσα στον άνθρωπο και τη φύση μεγάλωσε περισσότερο . Ο Καρτέσιος ακολουθώντας την Αυγουστίνεια παράδοση έκανε τη σκέψη κέντρο των πάντων:
«Σκέπτομαι άρα υπάρχω.»
Ενώ ο Διαφωτισμός ενίσχυσε ακόμα περισσότερο την άποψη ότι το σκεπτόμενο λογικά ον είναι αυτό που κυρίως ενδιαφέρει σε όλη τη Δημιουργία. Ο Ρομαντισμός, ενώ δίνει σημασία στη φύση, ενίσχυσε τη διχοτόμηση ανάμεσα στον σκεπτόμενο ενσυνείδητο υποκείμενο και στη μη σκεπτόμενη ασυνείδητη φύση (!?) δίνοντας εμφανώς προτεραιότητα στο πρώτο και επιτρέποντας στο τελευταίο να έχει αξία μόνο στο μέτρο που περικλείει μέσα του το πρώτο. Ο Πιετισμός, ο ευσεβισμός δηλαδή, ο Μυστικισμός και άλλες θρησκευτικές και θεολογικές κινήσεις, λειτουργούσαν επίσης χωρίς αναφορά στη φύση. Ενώ ο Πουριτανισμός και η δεσπόζουσα τάση του Καλβινισμού εκμεταλλευόμενοι στο έπακρο τους στίχους της Γεννέσεως «… αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς.»(Γένεση, 9:1), συνετέλεσαν στην άνοδο του καπιταλισμού και τελικά στην τεχνολογία και στον πολιτισμό των ημερών μας (!?).
Σ’ αυτήν την ανθρωποκεντρική και λογικοκρατούμενη αντίληψη του κόσμου, στην οποία η Χριστιανική θεολογία συνέβαλεν αποφασιστικά, ο σύγχρονος Δυτικός κόσμος μας κατάφερε να παρουσιάσει δυό αντισώματα προς τα οποία όμως η Θεολογία και η Εκκλησία παρέμειναν σε μεγάλο βαθμό εχθρικές.
Πρώτο ήταν ο Δαρβινισμός. Ο Δαρβινισμός τόνισε ότι το ανθρώπινο ον δεν είναι διόλου το μόνο διανοούμενο όν της Δημιουργίας, πράγμα που ήταν ράπισμα στη σχολαστική άποψη ότι η εικόνα του Θεού στον άνθρωπο είναι η λογική του και η νοημοσύνη του, και ότι τη συνείδηση, ακόμα και την αυτοσυνειδησία, μπορούμε να τη συναντήσουμε και στα ζώα (!?). Η διαφορά ανάμεσα στα ζώα και στον άνθρωπο είναι διαφορά βαθμού και όχι είδους. Έτσι ο άνθρωπος επανήλθε στην οργανική του θέση στη φύση και το ερώτημα ως προς τη διαφορά του από τα ζώα παρέμεινε ανοικτό δεδομένου ότι η λογική δεν είναι πια η ειδοποιός διαφορά(!?).
Η Δυτική Εκκλησία υπερασπιζόμενη γενικά τη λογοκεντρική δομή του πολιτισμού μας απέτυχε να αντιδράσει δημιουργικά στην πρόκληση του Δαρβινισμού και προτίμησε η ίδια είτε να εμπλακεί σε μια ανταγωνιστική διαμάχη μαζί του είτε να υποκύψει δεχόμενη αυτήν την κατωφερή ανθρωπολογία, και όλα αυτά γιατί αρνήθηκε να αναζητήσει σε άλλες περιοχές εκτός της λογικής(!?) τη διαφορά των ανθρωπίνων όντων από τα ζώα . Αλλά ο Δαρβινισμός έχοντας ουσιαστικά κερδίσει την επιστήμη της Βιολογίας είναι ακόμη στο προσκήνιο και η Θεολογία πρέπει να κάνει την καλύτερη δυνατή χρήση του θετικά και αρνητικά στο θέμα της αντιμετώπισης της οικολογικής κρίσεως(!?).
Δεύτερον από τα αντισώματα σ’ αυτόν τον ανθρωποκεντρικό και λογικοκρατούμενο πολιτισμό που κληρονόμησεν η εποχή μας, ήρθε από την περιοχή της Φυσικής φιλοσοφίας μέσα από τον Αινστάιν και τη σχολή της σύγχρονης Κβαντικής Φυσικής που τον διαδέχτηκε. Εδώ το χτύπημα ήταν διαφορετικό και ίσως βαθύτερο.
Ως πρώτη συνέπεια, η Φυσική επιστήμη σήμερα έρχεται να υπογραμμίσει το τέλος της διχοτομήσεως ανάμεσα στη φύση, ή την ουσία, και στο γεγονός (?!). Κάθε τι που είναι ταυτόχρονα συμβαίνει. Χώρος και χρόνος αλληλοπεριχωρούνται. Ο Κόσμος ο ίδιος είναι ένα γεγονός και δε μπορεί να γίνει αντιληπτός ξέχωρα από μια πράξη, θα μπορούσαμε να πούμε από μια τελετή η οποία συνεχώς πραγματοποιείται. Επιπρόσθετα έχουμε το χτύπημα στη δομή του υποκειμένου και του αντικειμένου, που έρχεται από την Κβαντική Μηχανική (?!). Ο παρατηρητής και το παρατηρούμενο αποτελούν μιαν αδιάσπαστη ενότητα στην οποία η μια πλευρά επηρεάζει την άλλη. Το σύμπαν ολόκληρο, μέχρι τα πιο ασήμαντα στοιχεία του είναι παρόν και στο πιο απλό και μικρό μέρος του. Ακόμα και αυτό που από μια συγκεκριμένη σχολή Φυσικής φιλοσοφίας ονομάζεται Ανθρωπική Αρχή, παρά τον ανθρωποκεντρισμό του δεν μπορεί να έχει εφαρμογή σε μια θεώρηση του κόσμου στην οποία ο άνθρωπος είναι απομονωμένος από το υπόλοιπον σύμπαν(?!).
Η επιστήμη της Φυσικής όπως και της Βιολογίας ασκεί πίεση στη σύγχρονη Θεολογία, ζητώντας αναθεώρηση της παραδοσιακής μας Θεολογίας (?!). Πιστεύω ότι αυτή την πίεση μπορεί να την χρησιμοποιήσουμε ως αποφασιστηκά ωφέλιμη για την Εκκλησία στις προσπάθειές της να αντιμετωπίσει το οικολογικό πρόβλημα(?!). Αυτό, φυσικά, προϋποθέτει μια δημιουργική χρήση από τη Θεολογία όλων αυτών των νέων εξελίξεων της Βιολογίας και της Φυσικής, σε συνδυασμό με όσα η Χριστιανική παράδοση μπορεί να προσφέρει για τον ίδιο σκοπό. Τέτοια στοιχεία από τη Χριστιανική παράδοση μπορούμε να αντλήσουμε από τις περιοχές της Πατερικής Θεολογίας, ειδικά δε από το χώρο της σκέψεως των Πατέρων της Εκκλησίας(?!).
Από τη λειτουργική εμπειρία της αρχαίας Εκκλησίας θα πρέπει να υπογραμμίσουμε τα ακόλουθα. Όλες οι αρχαίες λειτουργίες ιδιαίτερα στην Ανατολή περιλαμβάνουν καθαγιασμό της ύλης και του χώρου. Δεν υπάρχουν σε αυτές τις λειτουργίες τάσεις που να ωθούν την ανθρώπινη ψυχή σε στάσεις ενδοστρέφειας και αυτοσυνειδησίας(?!). Όλα στις λειτουργίες αυτές αποβλέπουν στη συμμετοχή του προσευχομένου στο γεγονός κοινωνίας με τα άλλα μέλη της λατρευτικής κοινότητας και με το υλικό πλαίσιο της λειτουργίας (?!). Εκτός από τον άρτο και τον οίνο που είναι σαφώς μέρος του υλικού κόσμου, η αρχαία λειτουργία προσπαθούσε να απευθυνθεί σε όλες τις αισθήσεις του ανθρώπου μέσα από το λειτουργικό γεγονός: στην όραση με τις εικόνες και τα άμφια, στην ακοή με τους ύμνους και τις ψαλμωδίες, στην όσφρηση με την οσμή του λιβανιού, κλ.π., και επιπλέον οι προσευχές ‘υπέρ ευκρασίας αέρων’, ‘εφορίας των καρπών της γης’, τοποθετούν τη λειτουργία στην καρδιά της Δημιουργίας.
Δεύτερονόλες οι αρχαίες λειτουργίες φαίνεται να μην έχουν ως κέντρο τους τόσο τον καθαγιασμό των δώρων, και ακόμα λιγότερο την ψυχολογική ανάμνηση του Σταυρού του Χριστού (!?), όσο την αναφορά των δώρων του άρτου και του οίνου στο Δημιουργό-Πατέρα (!?), αυτό δηλαδή που σε όλες τις αρχαίες Ελληνικές λειτουργίες είναι γνωστό ως ‘Αναφορά’ . Οι λειτουργιολόγοι σήμερα τείνουν στο να τονίσουν αυτή την ξεχασμένη λεπτομέρεια, η οποία όντως μπορεί να έχει ξεχωριστή σημασία για μια Θεολογία της Δημιουργίας (!?), και ετούτο γιατί η λεπτομέρεια αυτή επικεντρώνει εξίσου την προσοχή στην πράξη του ανθρώπου ως ιερέως της Δημιουργίας(?!) καθώς και στην πράξη του Θεού, ο οποίος στέλνει το Άγιο Πνεύμα για να μεταβάλλει τα προσφερόμενα δώρα σε σώμα και αίμα Χριστού. Αυτό το ξεχασμένο στοιχείο είναι τόσο κεντρικό στη συνείδηδη της αρχαίας Εκκλησίας ώστε προσφέρει και αυτή ακόμα την ορολογία(?!) για να δηλωθεί η ταυτότητα και το όνομα της Ευχαριστιακής Ακολουθίας. Στην αρχαία Εκκλησία η ακολουθία αυτή ονομαζόταν, όχι χωρίς ιδιαίτερη σημασία, καθαρά και απλά Αναφορά, ή Ευχαριστία. Και οι δύο αυτοί όροι έχουν σχέση με την ιερατική πράξη του ανθρώπου ως εκπροσώπου όλης της Δημιουργίας. Σε σχέση με όλα αυτά θα πρέπει επίσης να υπογραμμίσουμε ότι η αρχαία ευχαριστιακή λειτουργία άρχιζε την ευχαριστιακή ευχή, ή τον Κανόνα, με ευχαριστία για τη Δημιουργία πριν απ’ όλα και ύστερα για τη λύτρωση δια του Ιησού Χριστού. Σε ορισμένες περιπτώσεις όπως είναι η ευχαριστιακή λειτουργία η οποία σχολιάζεται από τον Άγιο Κύριλλο των Ιεροσολύμων στις «Μυσταγωγικές Κατηχήσεις» του, η ευχαριστία για τη Δημιουργία φαίνεται να είναι το μόνο περιεχόμενο του ευχαριστιακού κανόνα, χωρίς να αναφέρεται καθόλου η θυσία του Χριστού (?!). Βέβαια, αυτός δεν ήταν συνηθισμένος τύπος αλλά μπορούμε να το χρησιμοποιήσουμε(?!) για να τονίσουμε το πόσο κεντρική θέση είχε η αναφορά της κτίσεως στην αρχαία λειτουργία .
Το ιερατικό στοιχείο της Ευχαριστίας, και αυτό αξίζει να το τονίσουμε, δεν ήταν η θυσία όπως συνέβαινε το μεσαίωνα, αλλά η αναφορά στο Θεό της δικής του Δημιουργίας(?!). Είναι κρίμα πραγματικά γιατί η θυσία έφτασε να καλύψει για αιώνες το νόημα της Ιερωσύνης. Είναι κρίμα , όχι τοσο γιατί αυτό έδωσε αφορμή για ατέλειωτες αντιθέσεις ανάμεσα στους Ρωμαιοκαθολικούς και τους Προτεστάντες εμποδίζοντάς τους να φτάσουν σε μια κοινή αντίληψη της Ευχαριστίας ακόμα και σήμερα, αλλά κυρίως γιατί αυτό σήμαινε ότι χάθηκε η διάσταση της Δημιουργίας από την έννοια της Ιερωσύνης(?!). Επομένως, είναι πολύ σημαντικό να αποκαλύψουμε και να αποκαταστήσουμε αυτή τη διάσταση με σκοπό να αντιμετωπίσουμε το Οικολογικό πρόβλημα (!?).»
(Πηγή: «Ακούστε το Βιβλίο "Κτίση ως Ευχαριστία"», ο Δημητρης Κοσμόπουλος διαβάζει από το βιβλίο του μητροπολίτη Περγάμου Iωάννη Ζηζιούλα, Αντίφωνο )
Συνεχίζεται
ΑΚΤΙΝΕΣ----ΟΛΟΚΛΗΡΟ
ΣΧΟΛΙΟ: Ο Ζηζιούλας είναι ένας ιστορικός τών εννοιών δεύτερης κατηγορίας. Γιά τήν επιστημονική του ανεπάρκεια  πάρα πολλά εκτέθηκαν από τόν Ράμφο. Ετσι λοιπόν γιά παράδειγμα δέν έχει καμμία συνάφεια ο Γνωστικισμός μέ τόν Πλατωνισμό καί τόν Πλάτωνα αλλά ούτε καί μέ τόν Ωριγένη. Αντιθέτως ο υπαρξισμός τού Χάιντεγκερ είναι ένας εκσυγχρονισμένος Γνωστικισμός όπως φανέρωσε ο H. Jonas. Ο γνωστικισμός κατάγεται από τόν Μανιχαισμό. 
Ο Ωριγένης υπήρξε Θεολόγος καί όλες του οι αρχές διασώζονται στήν θεολογία τών Καππαδοκών, όπως τού Αρεοπαγίτη διασώζονται στόν Αγιο Μάξιμο τόν Ομολογητή. Προκάλεσε όμως τήν έχθρα καί τόν φθόνο τών Επισκόπων καί τελικώς κατεδικάσθη ο Ωριγενισμός ο οποίος τορπίλλιζε τήν θεσμική εξουσία.
Η απόλυτη διαφορά τού αρχαίου κόσμου, ελληνικού καί βυζαντινού, από τήν Δύση είναι η αρχή τής ταυτότητος, η οποία ανεδύθη καί επιβλήθηκε οριστικά μέσω τής μιμήσεως καί τής αναπαραστάσεως  στήν ανυπόστατη αγωνία τής βαρβαρότητος, η οποία πολύ νωρίς κατέκτησε τήν δυτική Ρωμιοσύνη.
Αμέθυστος

3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Υποψιάζομαι τι εννοείται όταν λέτε η αρχή της ταυτότητητας. Αλλά δεν είμαι απολύτως σίγουρος. Μήπως μπορείτε να γίνεται πιό σαφής;
Ευχαριστώ.

amethystos είπε...

Ας προσπαθήσουμε. Η αρχή τής ταυτότητος λέει, ο άνθρωπος είναι άνθρωπος, ο χριστιανός είναι χριστιανός. Δέν μπορεί νά μήν είναι. Τό βάπτισμα είναι βάπτισμα. Δέν υπάρχει ανάγκη τήρησης τών εντολών. Δέν χάνεται, δέν αναιρείται. Δέν υπάρχει τό Γίγνεσθαι, τό οποίο στηρίζεται σέ συμβάντα τά οποία μπορούν νά εμποδίσουν τό άριστο τέλος, νά μήν δώσουν καρπό. Δέν μπορεί νά υπάρξει στήν πρόταση κατηγορούμενο τό οποίο θά αναιρεί τό υποκείμενο ή δέν θά συμπεριλαμβάνεται σ' αυτό. Ο θεολόγος είναι θεολόγος. Ο Θεολόγος είναι προτεστάντης. Ο προτεσταντισμός συμπεριλαμβάνεται στό υποκείμενο θεολόγος. Η αρχή αυτή διαμορφώνει τήν κρίση μας. Ο παπάς είναι παπάς. Ο δεσπότης, δεσπότης. Η κρίση λοιπόν όταν υπακούει στήν αρχή τής ταυτότητος είναι αληθής.

Ανώνυμος είπε...

Μάλλον κατάλαβα. Ευχαριστώ!
Κάπως έτσι δηλαδή που καταλήγουμε (γα να το ελαφρύνουμε) όπως η Φωτίου όταν αναρωτιέται ....."μα καλά απατεώνες είμαστε;"