Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

HANS JONAS Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ‘ΕΥΘΥΝΗΣ’ (6)

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ  ΜΙΑΣ ΗΘΙΚΗΣ  ΓΙΑ ΤΟΝ  ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ  ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ
                          
                VI.  Προηγούμενες μορφές «μελλοντικής ηθικής»
                            (μιας «ηθικής για το μέλλον»)


Image result for hans jonas    Θα μπορούσε να πη κανείς εδώ, ότι διαλέξαμε ένα ακραίο παράδειγμα της ηθικής τού φρονήματος με τον Καντ, κι ότι δεν ισχύει ο ισχυρισμός μας για τον παρόντα χαρακτήρα κάθε προηγούμενης ηθικής ως ηθικής μιας ‘συγχρονότητας’ μέσα από διάφορες ηθικές μορφές τού παρελθόντος. Ας σκεφτούμε λοιπόν τα εξής στα επόμενα τρία παραδείγματα: τον επίγειο βίο, που μπορεί να θυσιάση και την ευτυχία του, με την προοπτική τής αιώνιας σωτηρίας τής ψυχής· την προνοητική φροντίδα τού νομοθέτη και πολιτικού για το μελλοντικό κοινό καλό· και την πολιτική τής ουτοπίας (Utopie), που είναι έτοιμη να χρησιμοποιήση ως ένα απλό μέσο για έναν μεταγενέστερο σκοπό όσους ζουν σήμερα, ή και να τους παραμερίση ως ένα εμπόδιο – για το οποίο και αποτελεί το ‘καλύτερο’ παράδειγμα ο επαναστατικός μαρξισμός.


                    1.  Η ηθική τής επέκεινα τελειώσεως


     Απ’ αυτές τις τρεις περιπτώσεις έχουν κοινό η πρώτη και η τρίτη ανάμεσά τους, το ότι θέτουν το μέλλον ως έναν πιθανό τόπο απόλυτης αξίας πάνω απ’ το παρόν, ‘καταπιέζοντας’ το παρόν σε μιαν απλή προετοιμασία για το μέλλον. Μια σημαντική διαφορά είναι ωστόσο, ότι δεν θα προξενήση, στην περίπτωση της θρησκείας, αιτιωδώς τρόπον τινά τη μελλοντική κατάσταση η τωρινή πράξη, αλλά θα καταστήση ικανό μόνο το πρόσωπο γι’ αυτήν, ικανό στα μάτια τού Θεού, στον οποίον και πρέπει να ‘παραχωρηθή’ η πίστη για την ‘ανταπόδοση’. Η ‘ικανότητα’ αυτή συνίσταται ωστόσο σε μιαν αρεστή στον Θεό ζωή, για την οποία και πρέπει να θεωρηθή γενικά, ότι είναι καθεαυτή ήδη η καλύτερη και πιο άξια να ‘βιωθή’ ζωή, κι ότι δεν χρειάζεται άρα να επιλεγή καν προς χάριν μιας ενδεχόμενης κατ’ αρχάς και αιώνιας μακαριότητας – κι ότι θα έχανε μάλιστα η επιλογή, αν ήταν μόνον αυτό το βασικό της ‘θέμα’, απ’ την αξία της και άρα κι απ’ τη δυνατότητά της να μας καταστήση ικανούς. Που σημαίνει, πως γίνεται τόσο ‘καλύτερη’ όσο λιγότερο υπολογίζεται αυτή η ‘ικανότητα’. Αν αναρωτηθούμε ωστόσο, σε τί συνίσταται ως προς το περιεχόμενό της η ‘ικανότητα’, θα πρέπη να παρατηρήσουμε τις ‘σχετικές’ προδιαγραφές ζωής, και μπορούμε τότε να ανακαλύψουμε, ότι πρόκειται πράγματι για τις προδιαγραφές τής δικαιοσύνης, της αγάπης προς τον πλησίον, της αγνότητας κ.τ.λ., που θα καθόριζαν ή θα μπορούσαν να καθορίσουν και μιαν ενδοκοσμική ηθική κλασσικού είδους. Έχουμε άρα να κάνουμε στη «μετριοπαθή» εκδοχή τής πίστεως περί σωτηρίας τής ψυχής, που είναι για παράδειγμα, κι αν δεν απατώμαι, η ιουδαїκή πίστη, άλλη μια φορά με μιαν ηθική τής ‘συγχρονότητας’ και της αμεσότητας· και το τί είναι σε κάθε περίπτωση μια ηθική, δεν προκύπτει απ’ τον επέκεινα καθεαυτόν σκοπό, για του οποίου το περιεχόμενο δεν μπορούμε να έχουμε εξάλλου καμμιάν ιδέα, αλλ’ απ’ το πώς προσδιορίζεται στο περιεχόμενό της η θεάρεστη ζωή, που πρέπει να είναι και η προϋπόθεση γι’ αυτόν τον σκοπό.

      Μπορεί βέβαια να προσδιορίζεται έτσι αυτό το περιεχόμενο – κάτι που συμβαίνει στις «ακραίες» μορφές πίστεως περί σωτηρίας τής ψυχής - , ώστε να μη μπορή να θεωρηθή σε καμμιάν περίπτωση μια καθεαυτή αξία η εκπλήρωσή του, αλλά αποκλειστικά μια προσθήκη σ’ ένα ‘στοίχημα’, που αν χαθή, αν δεν επιτευχθή δηλ. το αιώνιο κέρδος, θα έχουν όλα χαθή. Γιατί σ’ αυτήν την περίπτωση του φρικώδους μεταφυσικού ‘στοιχήματος’ – την οποία και επεξεργάστηκε ο Πασκάλ -, θεωρείται ως ‘προσθήκη’ ολόκληρη η επίγεια ζωή, με όλες τις δυνατότητές της ευτυχίας και εκπλήρωσης, των οποίων η άρνηση καθίσταται ακριβώς η προϋπόθεση της αιώνιας σωτηρίας. Εδώ ανήκουν όλες οι μορφές ‘ριζοσπαστικής’ άσκησης, που σκοτώνει τις αισθήσεις και αρνείται την ζωή, που όσοι τη μετέρχονται, θα έχουν γελαστή, αν αποτύχουν στην αναμονή τους, σε όλα. Απ’ τον δε συνηθισμένο, ‘επίγειο’ ηδονιστικό υπολογισμό, με τους κινδύνους τών σταθμισμένων του παραιτήσεων και των εκάστοτε και πρόσκαιρων αναβολών του, διαφέρει ο ως άνω ‘υπολογισμός’ (η ‘ριζοσπαστική άσκηση’…) μόνον ως προς την απολυτότητα του ‘αντισταθμίσματός’  του και το υπερβολικό τής προοπτικής του. Ενώ είναι αυτή ακριβώς η ‘υπερβολή’ που εξαιρεί απ’ το πεδίο τής ηθικής το όλον εγχείρημα. Καθώς δεν υπάρχει καμμιά απολύτως ‘συμμετρία’, άρα και καμμιά ‘σημαντική’ (που να ‘σημαίνη’ κάτι…) αντιστοιχία ανάμεσα στο πεπερασμένο και το άπειρο, το χρονικό και το αιώνιο (κανένα δηλ. ποιοτικό, ούτε και υπολογίσιμο νόημα, με το οποίο θα προτιμούσαμε το ένα απ’ το άλλο)· και δεν υπάρχει ως προς την αξία τού σκοπού, που η εν γνώσει εκτίμησή της θα έπρεπε να διαμορφώνη ένα ουσιαστικό μέρος ηθικής απόφασης, τίποτα περισσότερο από την κενή μαρτυρία, ότι είναι ακριβώς απόλυτη. Ενώ λείπει επίσης ο απαραίτητος οπωσδήποτε για την ηθική σκέψη αιτιώδης δεσμός ανάμεσα στην πράξη και το (προσδοκώμενο) αποτέλεσμά της, το οποίο και δεν μπορεί να το προξενήση π.χ. η επίγεια παραίτηση, αλλά μπορεί μόνο να αποζημιωθή με την έξωθεν (τη θύραθεν!...) εγγύησή του η ‘παραίτηση’ αυτή.

      Aν αναρωτηθούμε άρα, γιατί θεωρείται πως αξίζει τόσο αυτή η ριζική ‘ενθάδε’ παραίτηση, ώστε να της ‘αρκεί’ η υπόσχεση της αποζημίωσης ή ανταμοιβής, τότε δεν μπορεί παρά να υπάρχη μια απάντηση, ότι είναι δηλ. αμαρτωλή η σάρκα, κακή η ηδονή και ακάθαρτος ο κόσμος, και υπάρχει σ’ αυτήν την περίπτωση (όπως και στην κάπως διαφορετική, ότι είναι δηλ. κακή αυτή καθεαυτή η εξατομίκευση) πάλι μια γνήσια ‘οργανικότητα’ (Instrumentalität) της πράξης και ένας δρόμος εσωτερικής πραγμάτωσης του σκοπού απ’ το δικό μας ‘πράττειν’ στην άσκηση – ο δρόμος δηλ. απ’ τη ρυπαρότητα στην καθαρότητα, απ’ την αμαρτωλότητα στην αγιότητα, απ’ τη δουλεία στην ελευθερία, κι απ’ την ‘ιδιοτέλεια’ στο ‘πέρα απ’ τον εαυτό’: καθ’ όσον ‘συμβαίνει’ πράγματι έτσι, είναι η άσκηση καθεαυτή ο καλύτερος, ανάμεσα σε παρόμοιους μεταφυσικούς όρους, τρόπος τής ζωής. Και θα βρισκόμασταν έτσι πάλι σε μιαν ηθική τής αμεσότητας και ‘συγχρονότητας’ – σε μιαν, έστω υψηλά εγωιστική και ακραία ατομικιστική μορφή ηθικής τής αυτοτελείωσης, η οποία μπορεί να απολαύση, σε στιγμές πνευματικής έλλαμψης, στην οποίαν και μπορεί να την οδηγήσουν οι προσπάθειές της, ήδη από εδώ, ως μυστικό βίωμα του απολύτου, τη μελλοντική αμοιβή.

       Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε, καθ’ όσον αποτελεί βέβαια γενικά μέρος τής ηθικής αυτό το σύμπλεγμα ‘ευθυγράμμισης’ με το επέκεινα – κάτι το οποίο ισχύει κυρίως για την ήδη αναφερθείσα «μετριοπαθή» μορφή μιας καθαυτής θεάρεστης ζωής ως προϋπόθεση της αιώνιας ανταμοιβής - , πως εντάσσεται κι αυτό στη βασική πρότασή μας για τον ‘παρόντα’ χαρακτήρα κάθε μέχρι τούδε ηθικής.


   2.  Η ‘μελλοντική’ ευθύνη τού πολιτικού 
                (Η ευθύνη του για το μέλλον…)


     Τί συμβαίνει όμως με τα παραδείγματα ενδοκοσμικής  ‘μελλοντικής’ ηθικής, τα οποία είναι και τα μόνα που ανήκουν πράγματι στην ορθολογική ηθική; Μιλήσαμε ήδη για την προβλεπτική φροντίδα τού νομοθέτη και πολιτικού όσον αφορά στη μελλοντική ευημερία τής κοινής ζωής. Σχετικά με τη ‘χρονική’ άποψη που μας ενδιαφέρει εδώ, μένει όλη η αρχαία θεωρία (Theorie) ‘βουβή’, αλλ’ ακόμα κι αυτή η σιωπή μάς διδάσκει, και μπορούμε να συμπεράνουμε κάποια πράγματα, έξω απ’ τη φιλοσοφία, απ’ τον έπαινο μεγάλων νομοθετών όπως ο Σόλων και ο Λυκούργος, αλλά κι απ’ τη μομφή ενός πολιτικού όπως ο Περικλής. Ο έπαινος του νομοθέτη περιέχει ασφαλώς και τη διάρκεια του ‘δημιουργήματός’ του, της νομοθεσίας, όχι όμως και τον εκ των προτέρων σχεδιασμό του για κάτι, το οποίο θα καταστή κατ’ αρχάς για τους μεταγενέστερους πραγματικό και είναι ανέφικτο ακόμα για τους συγχρόνους. Η επιδίωξή του είναι να δημιουργήση ένα πολιτικό ‘μόρφωμα’ που να μπορή να ζήση, και το ‘μόρφωμα’ αυτό δοκιμάζεται ως προς τη διάρκεια – κατά πόσον δηλ. μπορεί, και μάλιστα κατά το δυνατόν αναλλοίωτο, να διαρκέση. Η καλύτερη πολιτεία μένει και μελλοντικά η καλύτερη, επειδή ακριβώς ‘περιέχει’ στην εκάστοτε σύγχρονη εσωτερική ισορροπία της και το μέλλον, και είναι άρα φυσικά και στο μέλλον η καλύτερη, επειδή δεν αλλάζουν τα κριτήρια (Kriterien) αυτού που συνιστά μιαν καλήν τάξη (ένα απ’ τα οποία είναι και η διάρκεια). Και δεν αλλάζουν, επειδή δεν αλλάζει και η ανθρώπινη φύση, η οποία και ‘συμπεριλαμβάνεται’, με όλες τις ατέλειές της, στην ‘αντίληψη’ για μιαν ικανή να ζήση, πολιτική τάξη (‘τακτοποίηση’…), ‘αντίληψη’ που πρέπει να διακατέχη και τον σοφό νομοθέτη. Κάτι που δεν στοχεύει άρα στην ιδανικά τέλεια, αλλά στη ρεαλιστικά καλύτερη πολιτεία, που είναι τώρα, όπως και στο μέλλον, εξίσου δυνατή όσο και ‘ριψοκίνδυνη’. Και είναι αυτό ακριβώς το ΄ριψοκίνδυνο’ στοιχείο, απειλητικό για κάθε τάξη εκ μέρους τών ατάκτων ανθρωπίνων παθών, που καθιστά αναγκαία, πέρα απ’ τη  θεμελιώδη και ‘εφάπαξ’ σοφία τού νομοθέτη, τη σοφία διακυβέρνησης του πολιτικού. Δεν κατηγορεί ωστόσο τον Περικλή για το ότι θα αποτύγχαναν αργότερα, μετά τον θάνατό του, τα μεγαλειώδη του εγχειρήματα ο Σωκράτης, αλλά για το ότι διαστρέφει ήδη στην εποχή του με τέτοια μεγαλειώδη σχέδια (που επιτυγχάνουν αρχικά) τα μυαλά τών Αθηναίων, καταστρέφοντας τις πολιτικές τους αρετές. Και δεν αποδίδεται στην αποτυχία εκείνης τής πολιτικής, αλλά στην ‘κακότητα’ της ίδιας της πηγής της η τωρινή δυστυχία τής Αθήνας, που δεν θα είχε αλλάξει ακόμα και αν είχε ‘επιτύχει’ εκείνη η πολιτική! Γιατί αυτό που ήταν τότε καλό, θα ήταν ακόμα και σήμερα καλό, και θα είχε πολύ περισσότερες πιθανότητες να έχη διαρκέσει μέσα στον χρόνο.

     Η προβλεπτικότητα του πολιτικού συνίσταται άρα στη σοφία και το μέτρο, τα οποία ‘αφιερώνει’ στο παρόν: Και δεν υφίσταται προς χάριν ενός άλλου είδους μέλλοντος αυτό το παρόν, αλλά επαληθεύεται, υπό ευνοїκές συνθήκες, σε ένα παρόμοιου είδους μέλλον, και πρέπει να ‘δικαιώνεται’ ήδη στον εαυτό του όσο και στο μέλλον. Η διάρκεια προκύπτει δηλ. ως έμμεση συνέπεια του ήδη υπάρχοντος αλλά και παντοτινού Καλού. Επιδρά βέβαια και ‘ευθύνεται’  διαφορετικά μέσα στον χρόνο η πολιτική απ’ την ιδιωτική πράξη, αλλά η ηθική της δεν είναι, κατά την προ-μοντέρνα άποψη, άλλη παρά μια ‘ενεστώσα’ ηθική, εφαρμοσμένη σε ένα διαρκέστερο μόρφωμα ζωής.


                              3.  Η σύγχρονη ουτοπία


     α.   Όλο αυτό αλλάζει κατ’ αρχάς μ’ αυτό που ονόμασα ως πολιτική τής ουτοπίας, που αποτελεί ένα παντελώς σύγχρονο φαινόμενο και προϋποθέτει μιαν άγνωστη προηγουμένως, δυναμική εσχατολογία τής ιστορίας. Οι θρησκευτικές εσχατολογίες προηγουμένων εποχών δεν συνιστούν ακόμα κάποια τέτοια περίπτωση, παρ’ όλο που την προετοιμάζουν. Ο Μεσσιανισμός (Messianismus) π.χ. δεν επιτάσσει κάποια μεσσιανική πολιτική, αλλά αφήνει την έλευση του Μεσσία στην απόφαση του Θεού – και ‘σχεδιάζει’ την ανθρώπινη συμπεριφορά μόνο στον βαθμό που μπορεί η συμπεριφορά αυτή να καταστήση τον άνθρωπο ‘αντάξιο’, με την εκπλήρωση ακριβώς κανόνων, που απαιτούνται άλλωστε και χωρίς μια τέτοια προσδοκία απ’ αυτόν. Εδώ (στην ουτοπία…) ταιριάζει στο συλλογικό επίπεδο ό,τι είπαμε προηγουμένως για την αναμονή τού επέκεινα στο προσωπικό: ‘υπερβαίνει’ μεν η αναμονή τού τέλους το Εδώ και Τώρα, χωρίς να επιδιώκεται ωστόσο να πραγματοποιηθή το ‘τέλος’ από την πράξη. ‘Υπηρετεί’ ωστόσο τόσο καλύτερα η πράξη (το Εδώ και Τώρα…) το ‘τέλος’, όσο πιστώτερη είναι στον ίδιον της τον ‘θεїκό’ (εκ Θεού…) νόμο, τον οποίον και μπορεί να εκπληρώση.

       β.  Υπήρξε βέβαια κι εδώ η ακραία μορφή, όπου ανέλαβαν στα χέρια τους οι «εκβιαστές τού τέλους» την πραγματοποίησή του, και θέλησαν να προξενήσουν οι ίδιοι, με μιαν τελευταία προσπάθεια επίγειας δράσης, το μεσσιανικό ή χιλιόχρονο βασίλειο, που έβλεπαν πως είχε έρθει πια ο καιρός του. Πλησιάζουν πράγματι κάποιες απ’ τις χιλιαστικές κινήσεις, στις αρχές κυρίως τής σύγχρονης εποχής, την ουτοπική πολιτική, ιδίως όταν δεν αρκούνται στην ώθηση ή την προετοιμασία τής οδού, αλλά ξεκινούν ήδη θετικά ιδρύοντας το θεїκό βασίλειο, του οποίου αναπαριστούν και το περιεχόμενο.  Καθ’ όσον υπάρχουν λοιπόν κοινωνικές ιδέες ισότητας και δικαιοσύνης σ’ αυτήν την ‘αναπαράσταση’, έχουμε ήδη μπροστά μας μιαν ιδιαίτερη παραλλαγή τής σύγχρονης ουτοπικής ηθικής. Όχι όμως ακόμα αυτό που χαρακτηρίζει την εκλαїκευμένη εσχατολογία (Eschatologie), τον σύγχρονο πολιτικό ουτοπισμό, το χάσμα δηλ. ανάμεσα στο Τώρα και το Τότε, το μέσον και τον σκοπό, την πράξη και το σκοπούμενο. Πρόκειται δηλ. για μιαν ηθική ακόμα τού παρόντος, και όχι τού μέλλοντος. Παρίσταται ο πραγματικός άνθρωπος, και παρίσταται ήδη στη μικρή «κοινότητα των αγίων» και το θεїκό βασίλειο, απ’ τη στιγμή που ήδη, όπως απαιτείται και όπως θεωρείται δυνατό, το πραγματοποιούν ανάμεσά τους. Η ‘σύγκρουση’ όμως με τις αντιστεκόμενες ακόμα στη διάδοσή του ΄τάξεις τού κόσμου’ συμβαίνει με την αναμονή ενός θαύματος της Ιεριχούς (να πέσουν τα τείχη…), και όχι ως μια ‘ενδιάμεση’ διαδικασία ιστορικής αιτιότητας. Το τελευταίο βήμα για την ενδοκοσμική, ουτοπική και ιστορική ηθική ήταν ακόμα μπροστά.

      γ.  Εμφανίζεται λοιπόν κατ’ αρχάς με τη σύγχρονη πρόοδο, ως ένα γεγονός και μιαν ιδέα, η δυνατότητα, να θεωρηθούν όλα τα προηγούμενα ως μια βάση για τα τωρινά, και όλα τα τωρινά ως μια βάση για τα μελλούμενα. Κι όταν συνδέεται αυτή η ‘ιδέα’ (η οποία και δεν θεωρεί, ως απεριόριστη, καμμιάν κατάσταση ως τελική και επιτρέπει στον καθέναν την ‘αμεσότητα’ του παρόντος του) με μιαν εκλαїκευμένη εσχατολογία, που οριστικοποιεί το καθορισμένο ενθάδε Απόλυτο μέσα στον χρόνο, και προστίθεται σ’ αυτό η ‘ιδέα’ μιας τελεολογικής δυναμικής τής όλης διαδικασίας, που οδηγεί και στην οριστική κατάσταση – τότε έχουμε ήδη μπροστά μας τις εννοιολογικές προϋποθέσεις τής ουτοπικής πολιτικής. Η προτροπή τού Ηeine, «να ιδρύσουμε ήδη πάνω στη γη τη βασιλεία τών ουρανών», προϋποθέτει μιαν ‘ιδέα’ περί τής συστάσεως μια τέτοιας επίγειας ‘ουράνιας’ βασιλείας (ή έτσι θά ’πρεπε να νομίζουμε – υπάρχει όμως ένας αξιοπρόσεχτος κενός χώρος εδώ στη θεωρία), και σε κάθε περίπτωση μιαν αντίληψη, έστω κι αν λείπη μια τέτοια ‘ιδέα’, για το ανθρώπινο γίγνεσθαι, που να τα περιλαμβάνη όλα από πριν ριζικά, να τα ‘κρίνη’ δηλ. εκ των προτέρων, χωρίς να ισχύη ‘από μόνη της’, αλλά να είναι στην καλύτερη περίπτωση ένα όχημα για την επίτευξη της επικείμενης  ‘πραγματικότητας’, κι ένα μέσον για τον ‘μοναδικόν’ αυτόν μελλοντικό μας σκοπό!

     Υπάρχει εδώ στην πραγματικότητα ένα ρήγμα με το παρελθόν, και στη διδασκαλία που περιγράφει σαφέστερα από οτιδήποτε άλλο αυτό το ‘ρήγμα’, στη μαρξιστική δηλ. φιλοσοφία τής ιστορίας και την αντίστοιχή της ηθική τής δράσης, δεν υφίσταται πια αυτό που είπαμε για τον ‘παρόντα’ χαρακτήρα κάθε μέχρι τώρα ηθικής και την προϋπόθεσή της, τη σταθερότητα της ανθρώπινης φύσης. Πράττουμε προς χάριν ενός μέλλοντος, που δεν θα το ‘απολαύσουν’ ούτε οι ‘δράστες’ ούτε τα θύματα ούτε κανείς απ’ τους συγχρόνους· η υποχρέωση ως προς το Τώρα ξεκινά από εκεί, και όχι απ’ το καλό ή τον πόνο τού σύγχρονου κόσμου· και οι κανόνες τής πράξης είναι τόσο προσωρινοί, τόσο «καταχρηστικοί», όσο και η κατάσταση, την οποίαν και θέλει να ‘ανυψώση’ αυτή η πράξη   (( ανατριχιαστικό! … )) . Η ηθική τής επαναστατικής εσχατολογίας θεωρεί τον εαυτό της ως μια μεταβατική ηθική, ενώ η πραγματική (και άγνωστη ουσιαστικά ακόμα) ηθική θα αναλάβη τα ‘δικαιώματά’ της, αφού θα έχη δημιουργήση τούς όρους γι’ αυτό η μεταβατική ηθική, που θα έχη έτσι η ίδια καταργηθή.

     Βρισκόμαστε άρα ήδη μπροστά σε μια ‘μελλοντική’ ηθική, με μιαν απόσταση της πρόβλεψης, και ένα ‘ανοιχτό’ χρονικό πεδίο τής αναλαμβανόμενης ευθύνης. Εκτεταμένο αντικείμενο (ολόκληρη η μελλοντική ανθρωπότητα) και ‘βαθύς’ στόχος (η εντελώς μελλοντική ύπαρξη του ανθρώπου), λαμβάνοντας επίσης στα σοβαρά πλέον και τις δυνάμεις τής τεχνικής – συναρτώμενα όλα με την ηθική, για την οποίαν και θέλουμε να μιλήσουμε εδώ. Και είναι όλο και πιο σημαντικό να προσδιορίσουμε τη σχέση ανάμεσα στα δυό, την ηθική και την τεχνική, και τις ‘απαντήσεις’ εκείνες που είναι κοινές, αλλά και τόσο διαφορετικές ανάμεσα στη δίχως προηγούμενο σύγχρονη κατάσταση και ειδικά στην τεχνολογία απ’ τη μια, και στην ‘αλλοτινή’ ηθική απ’ την άλλη. Κάτι που θα πρέπη ωστόσο να περιμένη, μέχρι να εξετάσουμε λίγο περισσότερο τα προβλήματα και τις ‘εργασίες’ που έχει μπροστά της αυτή η ‘σύγχρονη’ ηθική, και τα οποία τίθενται μπροστά της απ’ την τερατώδη πρόοδο της ίδιας της τεχνικής. Της οποίας η δύναμη για την ανθρώπινη μοίρα ξεπέρασε και τη δύναμη του Κομμουνισμού, που δεν ήθελε κι αυτός παρά να χρησιμοποιήση αυτήν τη δύναμη. Και το μόνο που μπορούμε τώρα να πούμε εκ των προτέρων είναι, ότι ενώ έχουν να κάνουν με τις ουτοπικές δυνατότητες αυτής τής τεχνολογίας και οι δυό «ηθικές» (η σύγχρονη και η παραδοσιακή…), δεν είναι όμως εσχατολογική η αναζητούμενη εδώ ηθική, και είναι μάλιστα, με μιαν προσδιοριστέα ακόμα έννοια, αντι-ουτοπική.

     ( συνεχίζεται με το επόμενο κεφάλαιο: «Ο άνθρωπος ως αντικείμενο της τεχνικής» )

Δεν υπάρχουν σχόλια: