Τετάρτη 31 Ιανουαρίου 2018

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ (43)

Συνέχεια από: Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2018

ΑΝΤΙΦΑΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΑΙΟΥΣ ΚΑΙ ΣΤΟΥΣ ΜΟΝΤΕΡΝΟΥΣ.
του Enrico Berti.

         
Στην αρχή των Τοπικών, αμέσως μετά την διάκριση τού διαλεκτικού συλλογισμού από τον Επιστημονικό, τόν Εριστικό και από τόν Παραλογισμό, ο Αριστοτέλης δείχνει "για πόσα και για ποιά πράγματα είναι χρήσιμη η διαπραγμάτευση", δηλαδή η μάθηση τής διαλεκτικής, και απαριθμεί τρείς τομείς στους οποίους αυτή η χρησιμότης αναφέρεται και στους οποίους είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθεί η διαλεκτική: η άσκηση (γυμνασία), οι συναντήσεις (εντεύξεις, εκείνες που θα ονομάζαμε σήμερα "οι ανθρώπινες σχέσεις") και οι κατά φιλοσοφίαν (συμμορφούμενες) επιστήμες! Αυτή η τελευταία έκφραση υποδεικνύει την γνώση γενικώς, περιέχουσα τόσο εκείνες τις οποίες ονομάζουμε επιστήμες όσο και εκείνες τις οποίες ονομάζουμε φιλοσοφία! Κατά φιλοσοφίαν αντιτίθεται στο κατά δόξαν και σημαίνει την αληθινή και πραγματική γνώση τής αλήθειας! 
            Ότι η διαπραγμάτευση είναι χρήσιμη για την άσκηση (γυμνασία), εννοείται τής ίδιας τής διαλεκτικής, είναι προφανές καθαυτό: η κατοχή μιας μεθόδου μάς καθιστά ικανούς να "επιτεθούμε" (επιχειρείν) γύρω από αυτό που επροτάθη (πρόκειται για την διαλεκτική επίθεση, δηλαδή για την απόδειξη, την αναίρεση) [Τοπ. 101 α 25-30]. Αυτή η πρώτη χρήση, λοιπόν τής διαπραγμάτευσης είναι η πιό κατάλληλη, καθότι κατευθύνεται στην άσκηση τής διαλεκτικής, υπολογιζόμενης καθαυτής!
          Αλλά δέν είναι σ'αυτή την χρήση που θέλει να μας τραβήξει την προσοχή ο Αριστοτέλης. Συμπληρώνει λοιπόν ότι η εφαρμογή είναι χρήσιμη για τις συναντήσεις, δηλαδή για τις σχέσεις τις οποίες τυχαίνει να έχουμε με τους ανθρώπους, διότι εάν υπολογίσουμε τις γνώμες τού μεγαλύτερου μέρους των ανθρώπων, μπορούμε να συζητήσουμε μαζί τους ξεφεύγοντας από πεποιθήσεις οι οποίες είναι ξένες σ'αυτούς, αλλά από τις δικές τους, τροποποιώντας από τις συζητήσεις τους αυτό που μας φαίνεται λανθασμένο (Τοπ. 101 α 30-34). Αυτή η δεύτερη υπόδειξη αναφέρεται στην χρήση τής διαλεκτικής στις συζητήσεις οι οποίες χαρακτηρίζουν την κοινωνική ζωή, όπως για παράδειγμα στις πολιτικές συζητήσεις ή τις νομικές, ή σε κάθε άλλο θέμα! Αυτό φανερώνει ότι η διαλεκτική τέχνη, πέραν τής καθαυτής χρήσης της, μπορεί να εφαρμοστεί και σε άλλα, δηλαδή να χρησιμοποιηθεί με άλλους σκοπούς. Πρόκειται για εφαρμογές τις οποίες βρίσκει στο απέραντο πεδίο τής ρητορικής, χειριζόμενος την οποία ο Αριστοτέλης αναφέρει αυτό το χωρίο τών Τοπικών (Ρητορική, 1355 α 27-29).
          Τέλος ο τρίτος τομέας, για τον οποίο είναι χρήσιμη, συνίσταται από τις επιστήμες οι οποίες συμμορφούνται με την φιλοσοφία και εδώ ο Αριστοτέλης διακρίνει δύο πιθανές χρήσεις τής διαλεκτικής:
         1) Πρώτα απ'όλα, καθώς είμαστε ικανοί να αναπτύξουμε τις απορίες και πρός τις δύο κατευθύνσεις (πρός αμφότερα διαπορήσαι), θα βρούμε λοιπόν πιό εύκολα σε κάθε πεδίο τόσο το αληθές όσο και το ψευδές (κατοψόμεθα τ'αληθές τε και το ψεύδος). 
         2) Επι πλέον η χρήση της είναι πολύτιμη σε σχέση με τις αρχές κάθε επιστήμης, διότι, ξεκινώντας από τις ιδιαίτερες αρχές τής εν λόγω επιστήμης, είναι αδύνατον να πούμε κάτι σχετικά μ'αυτές, δεδομένου ότι οι αρχές έρχονται πρίν από κάθε πρόταση, και επομένως είναι αναγκαίο, να συζητήσουμε στην βάση τών αντιρρήσεων οι οποίες αξίζουν και αναγνωρίζονται (διά των ... ενδόξων) γύρω από κάθε πράγμα. Αλλά αυτή ακριβώς είναι η δουλειά τής διαλεκτικής, "διότι καθώς είναι εξεταστική διαθέτει την οδό που οδηγεί στις αρχές όλων τών επιστημονικών πραγματειών" (Τοπ. 101 α 34 -b 4).
          Συνήθως υπογραμμίζεται αυτή η δεύτερη χρήση, η οποία είναι εισαγωγικού χαρακτήρος στην καθαυτή επιστήμη. Είναι κατανοητό εξάλλου, ότι αφού οι αρχές δέν μπορούν να αποδειχθούν, η μοναδική δυνατή προσέγγιση σ'αυτές είναι τύπου διαλεκτικής και ότι η διαλεκτική λοιπόν διαθέτει την πρόσβαση σε όλες τις επιστήμες. Αυτή της η χρήση όμως δέν προσφέρει μία πραγματική γνώση. Γνωρίζουμε ότι ο Αριστοτέλης τοποθετεί πιό υψηλά την γνώση των αρχών από την ίδια την επιστήμη, δηλαδή τον νού, οριζόμενον τώρα σαν επιστήμης αρχή, τώρα σαν επιστήμη αναπόδεικτος! (Αναλυτ. Ύστερα  ΙΙ 19, 100 b 15).
          Αλλά αυτό στο οποίο δέν στάθηκε αρκετά η προσοχή τών μελετητών είναι η πρώτη χρήση τής διαλεκτικής σε σχέση με τις επιστήμες, εκείνη η οποία ορίζεται σαν "ανάπτυξη τών αποριών πρός αμφότερες τις κατευθύνσεις", η οποία σύμφωνα με τον Αριστοτέλη οδηγεί σε μία αληθινή και πραγματική γνώση τής αλήθειας, δηλαδή να κατοψόμεθα τόσο το αληθές όσο και το ψέμα! Εδώ δέν πρόκειται πλέον για μία εισαγωγή, δηλαδή εξωτερική ώς πρός την πραγματική γνώση διαδρομή, αλλά γιά συστατική, η οποία οδηγεί καθαυτή στην γνώση και παράγει επιστήμη. Αυτή είναι η "διαλεκτική δύναμις", η οποία διακρίνει, σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, την πλατωνική διαλεκτική από την Σωκρατική και η οποία συνίσταται στην ικανότητα έρευνας τών αντιθέτων ανεξαρτήτως τής ουσίας και στον καθορισμό εάν και πότε η επιστήμη τού ενός είναι και επιστήμη τού άλλου. Η ανάπτυξη των αποριών και πρός τις δύο κατευθύνσεις είναι μία έρευνα στα αντίθετα και η ανακάλυψη τού αληθούς όσο και τού ψεύδους είναι η απόκτηση επιστήμης και των δύο!
          Προφανώς αυτή η ανάπτυξη πρέπει να χρησιμοποιηθεί εκεί όπου δέν είναι δυνατόν να γίνουν πραγματικές αποδείξεις, διότι δέν διατίθενται αρχές για το ξεκίνημα! Αυτό ισχύει και στην περίπτωση τής έρευνας τών αρχών, και γι'αυτό η δεύτερη από τις δύο επιστημονικές χρήσεις τής διαλεκτικής, είναι κατά κάποιο τρόπο, μία ιδιαίτερη περίπτωση τής πρώτης, δηλαδή τής αναπτύξεως τών αποριών. Μόνον που όταν αυτή αναπτύσσεται με τον τρόπο που έδειξε η πρώτη, δέν είναι πλέον μία συζήτηση απλώς εισαγωγική στην γνώση, αλλά είναι δομή, πρόοδος, διαδρομή, τής ίδιας της γνώσεως!
          Το πεδίο εφαρμογής αυτής τής προόδου είναι η "πρώτη φιλοσοφία" δηλαδή η επιστήμη τού όντος σαν όντος και τών πρώτων αρχών του! Η Μεταφυσική. Η οποία δέν κινείται απά ήδη γνωστές αρχές αλλά συνίσταται στην ίδια την έρευνα και την ανακάλυψη τών αρχών. Ακριβώς λοιπόν στο ξεκίνημα τής Μεταφυσικής, στο βιβλίο που αφιερώνεται στην ανάπτυξη τών αποριών, δηλαδή στο ΙΙο, ο Αριστοτέλης παρουσιάζει αυτή την εργασία σαν την ίδια την πρόοδο τής πρώτης φιλοσοφίας. "Είναι ανάγκη για την επιζητούμενη επιστήμη να στραφούμε κατά πρώτον στις απορίες και τις δυσκολίες, αυτές είναι οι διαφορετικές αντιλήψεις που έχουν σχηματίσει κάποιοι και επίσης σε άλλα προβλήματα που έχουν παραβλέψει. Για όσους θέλουν να εξέλθουν από αυτές τις απορίες (ευπορήσαι) είναι ωφέλιμο το διαπορήσαι καλώς. Διότι η ύστερον ευπορία εξαρτάται από την λύση των πρότερον απορουμένων" (Μετ. ΙΙ, 995 α 24-29). Εδώ σημειώνονται τρείς συνεχόμενες στιγμές στις οποίες αρθρώνεται η πρόοδος: 1) Η τοποθέτηση τής απορίας, δηλαδή η τοποθέτηση σε αντιπαράθεση τις αντίθετες γνώμες γύρω από το ίδιο θέμα: 2) Η ανάπτυξη τής απορίας, δηλαδή η απαγωγή τών συνεπειών που προέρχονται από την κάθε μια από τις δύο γνώμες που αντιτίθενται, για να φανεί ποιές περιέχουν δυσκολίες, δηλαδή αντιφάσεις και ποιές όχι. 3) Η λύση τής απορίας, δηλαδή να φανεί ποιά από τις εξεταζόμενες γνώμες είναι αληθής ή ψευδής (ή σε πιό μέτρο η μία είναι αληθινή και η άλλη ψεύτικη) αναλόγως τών συνεπειών που φέρουν η μία ή η άλλη και κατά πόσον είναι ανυπόστατες. Είμαστε δηλαδή στην παρουσία τής ίδιας προόδου την οποία έδειξε ο Πλάτων στην Πολιτεία, σαν μία "οδό για την κατάκτηση τής ανυποθέτου αρχής", την οποία ο ίδιος εφάρμοσε στον Παρμενίδη. Δέν υπάρχει αμφιβολία ότι εδώ εφαρμόζεται η αρχή τής μή-αντιφάσεως σαν κριτήριο για να εντοπιστεί το ψέμα και η αρχή τής τρίτου αποκλείσεως σαν κριτήριο για να εντοπιστεί το αληθές. Αλλά προκειμένου αυτό να είναι δυνατόν είναι αναγκαίο το σύνολο τών απόψεων που ελέγχονται να εξαντλούν όλες τις δυνατές θέσεις, δηλαδή να δίνει θέση σε όλες τις αντιφατικές προτάσεις και όχι μόνον στις αντίθετες. Και λέει περί αυτού ο Αριστοτέλης αμέσως μετά: "γι' αυτό πρέπει κάποιος να εξετάσει από πριν όλες τις δυσχέρειες (διὸ δεῖ τὰς δυσχερείας τεθεωρηκέναι πάσας πρότερον), τόσο για τους λόγους που αναφέραμε, όσο και γιατί όσοι αναζητούν χωρίς να διατυπώνουν απορίες (ἄνευ τοῦ διαπορῆσαι), μοιάζουν με όσους δέν ξέρουν που βαδίζουν αλλά και γιατί ακόμη και αν βρούν το ζητούμενο δέν το αναγνωρίζουν" και προσθέτει: "επιπλέον είναι αναγκαίως σε καλύτερη θέση για να κρίνει αυτός που άκουσε όλους τους λόγους (λόγων ἀκηκοότα πάντων), από εκείνους οι οποίοι λογομαχούν σαν αντίδικοι αμφισβητούντες την διαδικασία" (Μετ ΙΙ. 995 α 33 - b 4)!
Αμέθυστος. 

Δεν υπάρχουν σχόλια: