Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ – Ignace de la Potterie (39)

            
            IGNACE  DE LA POTTERIE, S. J.
           Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ
                            ΤΟΜΟΣ  1ος
   Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ
                         ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ
                ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ
5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ :  Ο ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ, ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ
ΙΙ. Οι πέντε υποσχέσεις

Δ. Ο ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΣ ΚΑΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
   

Η τέταρτη υπόσχεση (16,7β-11) έχει μεγαλύτερη έκταση από τις τρείς προηγούμενες. Υπήρξε ιδιαίτερα ασαφής και δυσνόητη για τους σχολιαστές του 4ου Ευαγγελίου. Όπως υπογραμμίζει ο P. Berrouard, τρείς τουλάχιστον λέξεις ερμηνεύτηκαν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους: ἐλέγχειν, ἁμαρτία, δικαιοσύνη. Αλλά ιδιαίτερα ο πρώτος από αυτούς τους όρους αυτούς συχνά παρερμηνεύτηκε. Πριν προσεγγίσουμε την μελέτη του αποσπάσματος και των κειμένων που το περιβάλλουν, ας εξετάσουμε λοιπόν ποιο είναι το ακριβές νόημα του ρήματος ἐλέγχειν· διότι από την τοποθέτησή μας σε αυτό το κρίσιμο ερώτημα θα εξαρτηθεί σε μεγάλο μέρος η ερμηνεία ολόκληρης της υποσχέσεως.
1. Το ρήμα ἐλέγχειν
      1. Ήδη στην αρχαία ελληνική γλώσσα το ἐλέγχειν είναι ένας όρος πολύπλοκος και δύσκολος: «Το νόημα του ρήματος ἐλέγχειν έχει σε γενικές γραμμές παρερμηνευτεί, ακόμη και από τους έγκυρους ελληνιστές. Το νομικό πλαίσιο είναι ασφαλώς αυτό που κυριαρχεί· οι διαφορετικές χρήσεις της λέξης περιστρέφονται γύρω από ένα βασικό νόημα: την ανάδειξη και την προβολή των άδικων πράξεων ή των σφαλμάτων κάποιου. Όλα τα στάδια αυτής της διαδικασίας, από την αρχική έρευνα έως την τιμωρία του ενόχου, μπορούν να προσδιορίζονται από το ίδιο ρήμα ἐλέγχειν. Θα πρέπει επομένως να το μεταφράσουμε στη γλώσσα μας με διαφορετικούς όρους.
     Ας διατρέξουμε τα διαφορετικά νοήματα της λέξης όπως εμφανίζονται στα κείμενα:
     α)  «Διεξάγω έρευνα, εξετάζω μια υπόθεση». Αυτή η γενική έννοια είναι σπάνια. Αλλά μέσα σε μια νομική διαδικασία όπως είπαμε, υποδεικνύει το πρώτο από τα διαφορετικά στάδια που το ρήμα ἐλέγχειν περιλαμβάνει. To συναντάμε σε πάπυρο του 2ου αιώνα: «Έγραψες στον στρατηγό ζητώντας του να διεξάγει μια έρευνα για να σου δείξει ακριβώς τί συνέβη (ἐλέγξαντα δηλῶσαί σοι)». Επίσης στην Σοφία Σολομώντος (1,8-9),όπου περιγράφεται η καταδίκη του ασεβούς, οι όροι ἐξέτασις και ἐλέγχειν μοιάζουν να έχουν συγγενές νόημα: «Η δικαιοσύνη  ἐλέγχουσα δεν θα του επιτρέψει να διαφύγει, διότι θα γίνει ἐξέτασις των προθέσεων του ασεβούς: οι δε λόγοι του θα ακουστούν από τον Κύριο, προκειμένου να τεθούν σε ἒλεγχο τα ανομήματά του».
     β)  Συνηθέστερο νόημα είναι το εξής: «ανακρίνω, υποβάλλω σε ανάκριση, θέτω σε δοκιμασία, υποβάλλω σε έλεγχο». Αυτό που οι άγγλοι ονομάζουν «εξέταση κατ’ αντιπαράθεση». Η ανάκριση αυτή πραγματοποιείται στις ακόλουθες περιπτώσεις: 1) σε μια δικαστική έρευνα ή κατά την δίκη· όπως στην περίπτωση της Απολογίας του Σωκράτη στον Πλάτωνα (18d) «Δεν δύναμαι να καλέσω ενώπιον του δικαστηρίου, ούτε να ανακρίνω (ἐλέγξαι) κανέναν από αυτούς, και είμαι αναγκασμένος ἀπολογούμενος να πολεμήσω με σκιές και να ανακρίνω χωρίς κανείς να αποκρίνεται (ἐλέγχειν μηδενός ἀποκρινομένου)· 2) Σε μια φιλοσοφική συζήτηση: «θέτω στην δοκιμασία της κριτικής». Πρόκειται για την γνωστή μέθοδο του Σωκράτη: ανακρίνω τον συνομιλητή, επιχειρηματολογώ εναντίον του προκειμένου να απογυμνωθεί η αδυναμία των θέσεών του. Εξ ού και η αντίδραση του Καλλικλή στον Γοργία (486c): «παῦσαι δ’ ἐλέγχων, σταμάτησε επιτέλους να επιχειρηματολογείς, σταμάτησε αυτή την ατέρμονη ανάκριση». Οι λέξεις ἐλέγχειν και ἒλεγχος υπήρξαν οι συνήθεις τεχνικοί όροι της φιλοσοφικής γλώσσας. Τους συναντάμε επανειλημμένα στον Επίκτητο με την έννοια της «τοποθέτησης μιας γνώμης ή μιας θεωρίας στην δοκιμασία της κριτικής»
     Ο ἐλεγχόμενος, αυτός που ανακρίνεται δεν είναι πάντοτε κατηγορούμενος ή κάποιος που έχει τελέσει ένα αδίκημα. Αλλά ακόμη και σ’ αυτή την περίπτωση η απάντηση που αναμένουμε είναι αρνητική: αναμένουμε μια δυσάρεστη είδηση.
     γ)  Το τρίτο νόημα της λέξης είναι επίσης σύνηθες. Συνδέεται άμεσα με το προηγούμενο διότι προσδιορίζει το αποτέλεσμα της δικαστικής έρευνας· ἐλέγχειν σ’ αυτή την περίπτωση σημαίνει: «φέρνω στο φως, εκθέτω δημοσίως, ανακαλύπτω, αποκαλύπτω». Πρέπει όμως να ξεχωρίσουμε τις περιπτώσεις που αφορά σε πράγματα, από αυτές που αφορά σε πρόσωπα: 1) όταν το ἐλέγχειν αφορά σε γεγονότα ή σε πράξεις σημαίνει: «αναδεικνύω, αποκαλύπτω, φωτίζω». Όπως για παράδειγμα στο ακόλουθο απόσπασμα του Αριστοφάνη: «Θα ήταν ντροπή για όλες εμάς απέναντι στους άνδρες, αν το τέχνασμά μας αποκαλύπτονταν (τό πρᾶγμα τοῦτ’ ἐλεγχθέν)» (Εκκλ., 484), ή ακόμη σε αυτό τον αφορισμό του Πινδάρου: «Ο χρόνος μόνος αποκαλύπτει την αυθεντική αλήθεια», ὃ τ’ ἐξελέγχων μόνος ἀλάθειαν ἐτύτημον χρόνος· ή επίσης αυτό το κείμενο του Ιγνάτιου Αντιοχείας: «Το Πνεύμα… γνωρίζει από πού έρχεται και πού πηγαίνει και αποκαλύπτει τα κρυπτά (τα κρυπτά ἐλέγχει)». Υπάρχουν επίσης δύο σαφή παραδείγματα στην Κ.Δ.: «πᾶς γὰρ ὁ φαῦλα πράσσων μισεῖ τὸ φῶς καὶ οὐκ ἔρχεται πρὸς τὸ φῶς, ἵνα μὴ ἐλεγχθῇ τὰ ἔργα αὐτοῦ» (Ιωάν. 3,20)· «τὰ δὲ πάντα ἐλεγχόμενα ὑπὸ τοῦ φωτὸς φανεροῦται» (Εφεσ., 5,13). Σε σχέση με αυτή την τελευταία περίπτωση, παρατηρούμε ότι το ἐλέγχειν συναρτάται με αξιόποινες πράξεις. Όταν πρόκειται για αμαρτήματα, όπως στο τελευταίο απόσπασμα, θα πρέπει να του δώσουμε τον ορισμό του «καταγγέλλω». 2) Αλλά σε μια άλλη κατηγορία κειμένων η ἒλεγξις αφορά άμεσα πρόσωπα, (όπως στο απόσπασμα 16,8 του Ιωάννη). Εδώ το νόημα του ρήματος είναι: «πείθω κάποιον για το λάθος του, καταθέτω την προφανή απόδειξή της ενοχής του». Τα περισσότερα παραδείγματα πάντως ανήκουν στον νομικό χώρο.
     Θα παραθέσουμε τέλος τρία αποσπάσματα από την Κ. Δ.: «Ἐὰν δὲ ἁμαρτήσῃ εἰς σὲ ὁ ἀδελφός σου, ὕπαγε ἔλεγξον αὐτὸν μεταξὺ σοῦ καὶ αὐτοῦ μόνου» (Ματ. 18,15). Εδώ πρόκειται για έκκληση προς τον ένοχο να παραδεχτεί το σφάλμα του, χωρίς να προστίθεται αναγκαία και κάποια μομφή. «εἰ δὲ προσωποληπτεῖτε, ἁμαρτίαν ἐργάζεσθε, ἐλεγχόμενοι ὑπὸ τοῦ νόμου ὡς παραβάται» (Ιάκ. 2,9). Ελέγχειν κάποιον σημαίνει εδώ ότι του αποδίδεται μια κατηγορία η οποία συνεπιφέρει και την καταδίκη του: ο ρόλος που αποδίδεται στον νόμο δεν ταυτίζεται με τον ρόλο του δικαστή που καταδικάζει (κάτι που θα περιλάμβανε επίσης την απαγγελία της ποινής)· πρόκειται για τον ρόλο του μάρτυρα κατηγορίας που προηγείται, και στοιχειοθετεί την ενοχή του κατηγορουμένου, εν όψει της ετυμηγορίας.
     Ορισμένες φορές, αυτή η απόδειξη  της ενοχής έχει την ειδική απόχρωση του «αποκαλύπτω», δηλαδή «αφαιρώ κάθε δυνατότητα άμυνας, συντρίβω». Το νόημα αυτό ταιριάζει απόλυτα στην περιγραφή της τελικής κρίσεως: «Ιδού έρχεται ο Κύριος με τους μυριάδες αγίους του, για να κρίνει (ποιῆσαι κρίσιν) τους πάντες και να αποκαλύψει (ἐλέγξαι) όλους τους ασεβείς για τις αμαρτωλές πράξεις τους» (Ιουδ., 15).
     δ) Η προηγούμενη σημασία, «της απόδειξης του σφάλματος», μας οδηγεί αβίαστα σε ένα παράγωγο νόημα, αλλά λιγότερο σύνηθες: την «αναίρεση», δηλαδή την απόδειξη ότι μια θέση ή ένα επιχείρημα στερούνται υπόστασης. Παράδειγμα αποτελεί η δήλωση του Φλάβιου Ιώσηπου: «Θα ήταν ανόητο να συνεχίσει να αναιρεί κανείς συγγραφείς που αυτοαναιρούνται (ἐλέγχειν τούς ὑφ’ ἑαυτῶν ἐληλεγμένους)
     ε) Όταν αποδειχθεί η ενοχή κάποιου, η στάση όσων έχουν κάποια ευθύνη απέναντί του θα είναι συνήθως να τον επικρίνουν, να τον αποδοκιμάσουν, να τον επιπλήξουν, να τον μεμφθούν. Είναι ένα ακόμη νόημα του ἐλέγχειν, που συναντάται επίσης συχνά. Θα αναφέρουμε ένα απόσπασμα από τον Λουκά 3,19: «ὁ δὲ Ἡρῴδης ὁ τετράρχης, ἐλεγχόμενος ὑπ' αὐτοῦ (του Ιωάννη του Βαπτιστή) περὶ Ἡρῳδιάδος τῆς γυναικὸς τοῦ ἀδελφοῦ αὐτοῦ».
     ζ) Τελευταίο στάδιο της όλης διαδικασίας είναι η ίδια η τιμωρία. Σύμφωνα με ορισμένους συγγραφείς, ἐλέγχειν μπορεί μερικές φορές να σημαίνει «τιμωρώ», «επιβάλλω ποινή». Ο Bauer μας δίνει το παράδειγμα από την Σοφία Σολομώντος 12,2 «διὸ τοὺς παραπίπτοντας κατ᾿ ὀλίγον ἐλέγχεις καὶ ἐν οἷς ἁμαρτάνουσιν ὑπομιμνήσκων νουθετεῖς». Αλλά επειδή υπάρχει ο προσδιορισμός κατ᾿ ὀλίγον και ακολουθεί το ὑπομιμνήσκων νουθετεῖς, είναι ορθότερο να αποδώσουμε στο ρήμα το νόημα του «αποδοκιμάζω». Αντίθετα, ένα καλό παράδειγμα του «τιμωρώ» φαίνεται να είναι από την Π. Δ., στους Ψαλμούς 6,2: «ΚΥΡΙΕ, μὴ τῷ θυμῷ σου ἐλέγξῃς με»· όπως επίσης και στο Βασιλειών Β, 7,14 «καὶ ἐλέγξω αὐτὸν ἐν ράβδῳ ἀνδρῶν»· ή τέλος στην προς Εβραίους Επιστολή 12,5-6 (που επαναλαμβάνει τον στ. 3,11-12 των Παροιμιών), διότι το ἐλεγχόμενος  συνοδεύεται από το παιδεύει και μαστιγοῖ.
     2. Η πληθώρα αυτή των εννοιών του ρήματος ἐλέγχειν είναι εκ πρώτης όψεως αποπροσανατολιστική. Όλες όμως προέρχονται από την βασική σημασία του όρου, η οποία είναι αναμφίβολα και η πλέον συνήθης: η ανάδειξη των αστοχιών ή των σφαλμάτων (βλ. γ). Διότι για να φτάσουμε σε αυτή την ανάδειξη θα πρέπει να πραγματοποιήσουμε μια έρευνα (βλ. α)· στη συνέχεια θα προχωρήσουμε στην ανάκριση αυτού που θεωρείται ένοχος (βλ. β)· ο τελευταίος θα προσπαθήσει να υπερασπισθεί τον εαυτό του, αλλά τα επιχειρήματα του θα αναιρεθούν, ή αυτός ο ίδιος θα αναιρέσει  τις κατηγορίες εναντίον του (βλ. δ). Από την στιγμή όμως που η ενοχή του θα αποδειχθεί, θα δεχθεί επιπλήξεις (βλ. ε). Τέλος, η αρμόδια νομική αρχή θα απαγγείλει την ποινή και θα επιβάλλει την τιμωρία (βλ. ζ). Όλα αυτά τα στάδια διαδέχονται λογικά το ένα το άλλο και συνιστούν ένα οργανικό σύνολο: αποτελούν τις διαφορετικές μορφές της δικαστικής δίωξης.
     Δύο σημεία έχουν για μας ιδιαίτερη σημασία. Το πρώτο είναι ότι όλη αυτή η διαδικασία αποτελεί μια αντικειμενική πραγματικότητα, που διαδραματίζεται στη βάση των γεγονότων και όχι της ψυχολογίας του ενόχου· στόχος είναι η στοιχειοθέτηση της ενοχής. «Σκοπός μας δεν είναι να πείσουμε τον ένοχο, αλλά απλώς να προσφέρουμε τις αποδείξεις που δεν θα μπορεί να αμφισβητήσει ένας αδέκαστος κριτής». (G. Joly).
     Ένα άλλο επίσης ερώτημα που θα πρέπει να διευκρινίσουμε είναι αν η παρουσία του υπόδικου είναι πάντοτε απαραίτητη. Οι περισσότεροι συγγραφείς απαντούν θετικά. Επομένως όταν ο Ιησούς λέει: ἐκεῖνος ἐ λ έ γ ξ ε ι  τὸν κόσμον, θεωρούν ότι αυτή η ἒλεγξις του κόσμου από τον Παράκλητο θα λάβει χώρα μπροστά στον ίδιο τον κόσμο, δηλαδή συγκεκριμένα ενώπιον των δικαστηρίων. Τα κείμενα όμως αποδεικνύουν ότι η παρουσία του ενόχου δεν προϋποτίθεται πάντοτε. Όλα εξαρτώνται από το ακριβές νόημα του ρήματος σε κάθε περίπτωση και από τις συγκεκριμένες συνθήκες στις οποίες πραγματοποιείται η ἒλεγξις. Εάν το ρήμα έχει το νόημα της «ανάκρισης» (βλ. β), της «επίκρισης» (βλ. ε), ή της «τιμωρίας (βλ. ζ), ο ένοχος θα πρέπει ασφαλώς να είναι παρόν. Αλλά αυτό δεν είναι απαραίτητο όταν ο όρος σημαίνει την «διεξαγωγή έρευνας» (βλ. α), ή όταν έχει την συνηθέστερη σημασία του που είναι «η απόδειξη της ενοχής» (βλ. γ). Και σ’ αυτές τις περιπτώσεις όμως συχνά ο υπόδικος βρίσκεται ενώπιον του κατηγόρου του: όπως στην περίπτωση που η απόδειξη της ενοχής κατατίθεται ενώπιον του τακτικού δικαστηρίου, ή όταν ο ένοχος δεν είναι πλέον σε θέση να αμυνθεί κατά των κατηγοριών που του αποδίδονται, όταν δηλαδή το ἐλέγχειν σημαίνει «συντρίβω».
     Αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις ἐλέγχειν σημαίνει συγκεντρώνω αντικειμενικές αποδείξεις εναντίον κάποιου: η διαδικασία αυτή μπορεί να διεξάγεται (και συνήθως διεξάγεται) απόντος του ενόχου ή ακόμη και εν αγνοία του. Στην πραγματικότητα η παρουσία ή η απουσία του δεν παίζει κανένα ρόλο όταν το ἐλέγχειν έχει το νόημα της «αποκάλυψης του σφάλματος». Ανάμεσα στα κείμενα που παραθέσαμε υπάρχουν αρκετά στα οποία η ἒλεγξις πραγματοποιείται χωρίς την παρουσία του ενόχου. Όπως στο ακόλουθο παράδειγμα: στον Θεαίτητο του Πλάτωνα, ένας μαθητής του Πρωταγόρα, ο Θεόδωρος, δυσκολεύεται από τις ερωτήσεις του Σωκράτη· δεν δέχεται όμως την απόδειξη του αβάσιμου της θεωρίας του δασκάλου του: « Δεν θα ανεχθώ κατά κανένα τρόπο να αμφισβητείται (ἐλέγχεσθαι) ο Πρωταγόρας, δια των δικών μου ομολογιών» (162a)· ο Πρωταγόρας, του οποίου η διδασκαλία αμφισβητείται εδώ, προφανώς δεν μετέχει στην συζήτηση.
     3.  Απ’ όλες τις σημασίας του ρήματος  ἐλέγχειν  που εξετάσαμε, μόνο η τρίτη (βλ. γ)  ταιριάζει με το νόημα του ρήματος στο απόσπασμα 16,8 του Ιωάννη. « Ο Παράκλητος θα πείσει τον κόσμο περί της αμαρτίας, θα παράσχει την προφανή απόδειξη της αμαρτίας  του κόσμου». Το θέμα είναι επομένως πώς και ενώπιον τίνος θα γίνει αυτή η αποκάλυψη. Οι περισσότεροι ερμηνευτές πιστεύουν ότι αυτή η αποκάλυψη θα γίνει ενώπιον του ίδιου του κόσμου, δια του στόματος των αποστόλων. Όπως όμως αποδεικνύεται από όσα ελέχθησαν, η ἒλεγξις αυτή δεν είναι απαραίτητο να γίνει παρουσία του ενόχου: η παρουσία ή απουσία του κατηγορουμένου, όπως είδαμε, δεν σχετίζεται με το νόημα του ρήματος ἐλέγχειν  σ’ αυτή την περίσταση (σύμφωνα με την τρίτη ερμηνεία). Μόνο μια επισταμένη μελέτη επομένως, του περιγράμματος της τέταρτης υπόσχεσης, μπορεί να μας δείξει σε ποιόν θα απευθυνθεί ο Παράκλητος, όταν θα προσκομίσει τις αποδείξεις της αμαρτίας του κόσμου. Μπορούμε να το πούμε από τώρα: όλες οι ενδείξεις μας οδηγούν στην υιοθέτηση, σε γενικές γραμμές, της ερμηνείας του P. Berrouard·  η αποκάλυψη αυτή του Παρακλήτου είναι εσωτερική, με την έννοια τουλάχιστον ότι απευθύνεται αποκλειστικά στους πιστούς· προορίζεται να ενδυναμώσει την πίστη τους, εν όψει των διώξεων που τους αναμένουν, μετά την αναχώρηση του Ιησού.
2. Το περίγραμμα του εδ. 16,7δ-11
     1. Η τέταρτη υπόσχεση δεν αποτελεί μια απομονωμένη περικοπή· μπορούμε να την κατανοήσουμε μόνο μέσα από το περίγραμμά της. Παρατηρούμε ότι συνδέεται άμεσα με τους προηγούμενους στίχους με το γαρ (στ. 7β): «συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγὼ ἀπέλθω. ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς». Ο Ιησούς αποκαλύπτει εδώ στους μαθητές του ένα δόγμα βαθύ και μυστηριακό: η αναχώρησή του αποτελεί την αναγκαία προϋπόθεση για την έλευση του Πνεύματος. Η αναχώρηση αυτή θα δημιουργήσει ασφαλώς λύπη στους μαθητές, η οποία όμως θα υποχωρήσει και θα αντικατασταθεί από χαρά με την αναμενόμενη έλευση του Παρακλήτου. Ποια είναι η ακριβής αιτία αυτής της επερχόμενης λύπης των μαθητών; Ο στ. 6 μιλά γενικά: «ἀλλ' ὅτι ταῦτα λελάληκα ὑμῖν, ἡ λύπη πεπλήρωκε ὑμῶν τὴν καρδίαν». Αλλά η διατύπωση ταῦτα λελάληκα ὑμῖν επαναλαμβάνει εδώ τους στ. 1 και 4, στους οποίους σαφώς αναφέρεται στο μίσος του κόσμου, το οποίο θα προκαλέσει τις διώξεις. Σε «αυτά που λέγει ο Ιησούς» θα πρέπει να διακρίνουμε ήδη την αναγγελία των διώξεων που αναμένουν τους μαθητές: αυτός είναι ένας πρώτος λόγος για την λύπη τους. Μετά από τον στ. 5, στον οποίο ο Ιησούς αναφέρεται στην επικείμενη αναχώρησή του, η αντωνυμία ταῦτα του στ. 6 αναφέρεται επίσης σε αυτό τον επικείμενο αποχωρισμό: «αυτά» τα οποία θλίβουν τους μαθητές είναι πιθανότατα, τόσο η αναγγελία των μελλοντικών διώξεων, όσο και η αναγγελία της επικείμενης αναχώρησης του Ιησού. Τα δύο αυτά θέματα συνδέονται εξ άλλου μεταξύ τους: οι μαθητές θλίβονται διότι θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτή την μελλοντική δοκιμασία χωρίς τον Ιησού, χωρισμένοι απ’ αυτόν. Εξ αυτού συμπεραίνεται ότι ο Ιησούς αποτελούσε προστασία για τους μαθητές του: θα μπορούσε να τους φροντίσει και να τους προφυλάξει από τις διώξεις (17,12). Αυτό το ρόλο θα αναλάβει τώρα «ο άλλος Παράκλητος».
     Το ζήτημα της «θλίψης» των μαθητών δεν συναντάται πουθενά αλλού στο 4ο Ευαγγέλιο εκτός από τους στ. 16,20-22 στους οποίους αναπτύσσονται περισσότερο οι λόγοι του Ιησού. Το περίγραμμα αυτών των στίχων είναι χαρακτηριστικό: η λύπη αυτή δεν έχει χαρακτήρα περιστασιακό και ψυχολογικό· οπωσδήποτε οφείλεται άμεσα στην αναγγελία της αναχώρησης του Ιησού (στ. 19: «μικρὸν καὶ οὐ θεωρεῖτέ με», αλλά αυτή η αναχώρηση έχει εσχατολογική διάσταση για τον Ιωάννη. Στην πραγματικότητα οι τρείς επόμενοι στίχοι πραγματεύονται το ζήτημα της λύπης των μαθητών χρησιμοποιώντας ένα κλασσικό σχήμα λόγου στην εσχατολογική διάλεκτο, αυτό της γυναικός που και θλίβεται «διότι ήλθε η ώρα της» να γεννήσει· στην παράδοση των προφητών ο συσχετισμός αυτός χρησίμευε για την περιγραφή της γέννηση ενός νέου κόσμου (Ης. 26,17· 66,7· Ιερ. 4,31· επίσης Ρωμ. 8,22). Το θέμα επανέρχεται στο στ. 16,19-23 του Ιωάννη: ο Ιησούς προσδιορίζει τον χρόνο που θα ακολουθήσει την αναχώρησή του με την γνωστή φράση «ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ» (στ.23)· αναφέρεται επίσης στην επιστροφή του πλησίον των μαθητών (19,22): η επιστροφή αυτή σημαίνει την εμφάνιση του Ιησού μεταξύ των μαθητών του μετά την ανάσταση, από τον Ιωάννη όμως περιγράφεται σαν εσχατολογικό γεγονός, σαν πρόρρηση της τελικής επιστροφής την ημέρα της κρίσεως. Εάν η αναχώρηση του Ιησού αποτελεί αιτία θλίψεως για τους μαθητές του, η επιστροφή του θα είναι αιτία χαράς, την οποία κανείς δεν θα μπορεί να τους αφαιρέσει (στ.20-22): ο χρόνος της δοκιμασίας του χωρισμού είναι το πρελούδιο για ένα νέο χρόνο χαράς που «δεν θα απειλείται πλέον από τις επιθέσεις του κόσμου» (G.M.Behler).
     Η λύπη των μαθητών έχει επομένως μια εσχατολογική και θεολογική χροιά. Δικαιολογείται από το μίσος που θα αντιμετωπίσουν οι μαθητές του Ιησού εκ μέρους του εχθρικού κόσμου, και από την ερημία που θα δοκιμάσουν όταν αποχωρισθούν από τον Δάσκαλό τους. Αλλά η θλίψη αυτή προορίζεται να μεταστραφεί σύντομα σε χαρά, με την επιστροφή  του Ιησού ανάμεσά τους, δια του Πνεύματος· η μεταστροφή αυτή θα πραγματοποιηθεί στον βαθμό ακριβώς που οι μαθητές θα αντιλαμβάνονται την αναγκαιότητα της αναχώρησης του Ιησού, προκειμένου να έλθει ο Παράκλητος.
     Το συμπέρασμα που προκύπτει, σε ότι αφορά την ερμηνεία της τέταρτης υπόσχεσης, στην οποία μας εισάγουν οι στ. 5-6 με την περιγραφή της λύπης των μαθητών, είναι το εξής: η ἒλεγξις του κόσμου από τον Παράκλητο θα γίνει ουσιαστικά εξ αιτίας της θλίψης, την οποία το μίσος του κόσμου και η αναχώρηση του Ιησού έχουν προκαλέσει στους μαθητές.
     2. Υπάρχουν αρκετές ομοιότητες στην ορολογία, ανάμεσα στην τέταρτη (16,7-11) και την τρίτη (15,26 κ.ε.) υπόσχεση, εάν την τοποθετήσουμε στο ευρύτερο επίγραμμά της (15,18-27).
           15,18-27                                               16,7-11
ο παράκλητος (στ.26)                               ο παράκλητος (στ.7β)
ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν                                  πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς
ὅταν δὲ ἔλθῃ                                            ἐὰν μὴ ἀπέλθω… οὐκ ἐλεύσεται   
                                                                       καὶ ἐλθὼν (στ.8)
μαρτυρήσει                                                 ἐλέγξει
ὁ κόσμος (6 φορές στους στ.18-19)       τὸν (τοῦ) κόσμον (ου) (δύο              
                                        φορές στ.8.11)
περὶ τῆς ἁμαρτίας (22)                              περὶ ἁμαρτίας   (στ.8.9)    
(σύγκρινε με στ.22.24
ἁμαρτίαν οὐκ εἴχον)
     Η τέταρτη υπόσχεση (16,7-11) επομένως δεν βρίσκεται σε αναλογία μόνο με την καθ’ αυτό τρίτη υπόσχεση, αλλά επίσης με όλο το απόσπασμα που την εισάγει (15,18-25), και αφορά στο μίσος του κόσμου. Μπορούμε να διακρίνουμε αμέσως το νόημα αυτού του παραλληλισμού: στην τρίτη υπόσχεση, η μαρτυρία του Παρακλήτου ενεργείται στα πλαίσια της αντιπαράθεσης και του μίσους του κόσμου κατά των μαθητών· στην τέταρτη, ο Ιησούς υπόσχεται την ἒλεγξη του Παρακλήτου εν όψει της θλίψης των μαθητών, απέναντι στην προοπτική της έχθρας του κόσμου μετά την αναχώρησή του. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει αναλογία νοήματος. Διακρίνουμε τώρα την ακριβή σημασία αυτής της ἒλεγξις του Παρακλήτου: αυτή η «απόδειξη ενοχής» είναι της ίδιας φύσεως με την μαρτυρία στην οποία αναφέρεται ο στ. 15,26. Και όπως ήδη παρατηρήσαμε αυτή η μαρτυρία του Πνεύματος είναι ουσιαστικά εσωτερική.

(συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: