Κυριακή 19 Μαΐου 2024

Άγιος Παΐσιος, Η πνευματική ζωή στον λογισμό βασίζεται!

 

                                               Όσιος Παΐσιος Αγιορείτης (1924-1994).

(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)

Διάβασα, Γέροντα, ότι οι Έλληνες στον Ιταλικό πόλεμο πρώτα προσπαθούσαν να χαλάσουν τα οχυρά του εχθρού και υστέρα έκαναν επίθεση.
– Και ο διάβολος το ίδιο κάνει. Όπως δηλαδή ο εχθρός, πριν κάνη επίθεση με το πυροβολικό, βομβαρδίζει με την αεροπορία τα οχυρά, για να τα σπάση, έτσι και ο διάβολος πρώτα βομβαρδίζει με λογισμούς τον άνθρωπο και ύστερα του επιτίθεται. Αν δεν χαλάση τον λογισμό του ανθρώπου, δεν επιτίθεται, γιατί ο άνθρωπος αμύνεται με τον καλό λογισμό είναι στο αμπρί1 του!

Ο αριστερός λογισμός είναι ξένο σώμα και πρέπει ο άνθρωπος να προσπαθήση να το αποβάλη. Αυτόν τον αγώνα όλοι έχουμε την δύναμη να τον κάνουμε. Κανένας δεν δικαιολογείται να πη ότι είναι αδύνατος και δεν μπορεί να τον κάνη. Δεν είναι κασμάς ούτε βαριά2, για να μην μπορή να τα σηκώση, επειδή τρέμουν τα χέρια του. Δεν το βλέπω
δύσκολο, το να τα παίρνουμε όλα δεξιά. Γιατί να εξετάσω λ.χ. την ιδιοτροπία του άλλου; Μπορεί στην πραγματικότητα αυτό που κάνει να μην είναι ιδιοτροπία, άλλα να το κάνη επίτηδες, για να ταπεινωθή.

Γέροντα, ανησυχώ, γιατί όλο αριστερά δουλεύω. Αγωνίζομαι, άλλα δεν μπορώ να γυρίσω δεξιά.
– Το να αναγνωρίζης ποιοι λογισμοί δεν είναι καθαροί, να ανήσυχης και να αγωνίζεσαι να
τους απομακρύνης, και αυτό είναι πρόοδος. Αν θέλης να προκόψης, όταν ο πονηρός σου
επιτίθεται με αριστερούς λογισμούς και σε τραβάη προς το μέρος του, στρίψε με δύναμη
αντίθετα το τιμόνι και αγνόησε τον.

Να προσπαθήσης να φέρνης καλούς λογισμούς και για τις μικρότερες άλλα και για τις μεγαλύτερες αδελφές, οι όποιες κάνουν εσωτερική εργασία αθόρυβα, γιατί το ταγκαλάκι σού χαλάει τον λογισμό, για να καθυστέρηση την πνευματική σου πρόοδο. Εάν δεν σκάλωνες στους λογισμούς σου, θα είχες κάνει άλματα πνευματικά.

Όλη η πνευματική ζωή στον λογισμό βασίζεται. Η πρόοδος στην πνευματική ζωή από τον λογισμό εξαρτάται.

Γέροντα, πώς θα βοηθηθώ στον αγώνα κατά των αριστερών λογισμών;

– Με την εγρήγορση και την αδιάλειπτη προσευχή. Αν βρίσκεσαι σε εγρήγορση, προσέχεις και φέρνεις καλούς λογισμούς. Π.χ. βλέπεις ένα ποτήρι και σκέφτεσαι το Άγιο Ποτήριο, τον Μυστικό Δείπνο, τον Χριστό κ.λπ. Ενώ, αν δεν βρίσκεσαι σε εγρήγορση, μπορεί ο νους σου να πάη σε διάφορα μη πνευματικά πράγματα η ακόμη και σε ελεεινά. Γι’ αυτό προσπάθησε να μη μαζεύης σαβούρα λογισμών και ύστερα παλεύης να τους δίωξης.

Να λες την ευχή και να συγκεντρώνεσαι. Και αν φεύγη ο νους σου, πάλι να τον επαναφέρης και συνέχεια να κάνης το ίδιο. Μην αφήνης τον νου σου να γυρίζη. Γιατί, ακόμη κι αν ο νους δεν βρίσκεται πάντοτε σε άσχημα πράγματα αλλά σε ουδέτερα, ωστόσο και αυτά τον εξουδετερώνουν με τον περισπασμό, και γίνεται σπατάλη. Οι λογισμοί μάλιστα που δημιουργεί ο περισπασμός είναι πιο ύπουλοι από τους κακούς, επειδή δεν τους καταλαβαίνουμε, για να τους πετάξουμε.

1. Πρόχειρο υπόγειο χαράκωμα που προστατεύει κατά τον πόλεμο τους στρατιώτες από τις βολές του πυροβολικού και της αεροπορίας.
2. Το βαρύ και μεγάλο σιδερένιο σφυρί.


Απόσπασμα από το βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, «Πνευματικός αγώνας, Λόγοι γ’» έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος«, Σουρωτή Θεσσαλονίκης.


Σάββατο 18 Μαΐου 2024

Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, Τον έσω άνθρωπο, «τον καινόν, τον κατά Θεόν κτιζόμενον», κυοφορεί αυτός ο κόσμος!

Άγιος Νικόλαος Καβάσιλας


(Επιμέλεια Στέλιος Κούκος)


Η εν Χριστώ ζωή πραγματοποιείται με τα ιερά Μυστήρια του Βαπτίσματος, του Χρίσματος και της θείας Κοινωνίας

Η εν Χριστώ ζωή γεννιέται σ’ αυτή τη ζωή και αρχίζει από δω. Ολοκληρώνεται όμως στη μέλλουσα, όταν φθάσουμε σ’ εκείνη την ημέρα.

Αλλά ούτε αυτή η ζωή μπορεί να την τελειοποιήση στις ψυχές των ανθρώπων ούτε η μέλλουσα, αν δεν ξεκινήση από εδώ.

Γιατί την παρούσα ζωή σκοτίζει η σάρκα και η προκαλούμενη από αυτή νέφωση και φθορά, που δεν μπορεί να κληρονομήση την αφθαρσία.

Γι’ αυτό ο Παύλος θεώρησε ότι το να πεθάνη συντελεί πολύ στο να ζήση με τον Χριστό. «Αναλύσαι», λέει, «και συν Χριστώ είναι, πολλώ μάλλον κρείσσον». Και η μέλλουσα ζωή, όσους δεχθή χωρίς τις δυνάμεις και τις αισθήσεις που είναι απαραίτητες γι’ αυτή, δεν θα τους βοηθήση καθόλου στη μακαριότητα, αλλά νεκροί και άθλιοι θα κατοικήσουν στο μακάριο και αθάνατο εκείνον κόσμο.

Και ο λόγος είναι αυτός: Το φως ανατέλλει και ο ήλιος στέλνει καθαρές τις ακτίνες του, αλλά δεν είναι δυνατό να πλασθούν τότε μάτια. Η ευωδία του Πνεύματος χύνεται άφθονη και γεμίζει τα πάντα, αλλά κανείς δεν μπορεί ν’ αποκτήση τότε όσφρηση, αν δεν έχη.

Οι φίλοι του Θεού μπορούν να μετάσχουν με τον Υιό του Θεού στα Μυστήρια εκείνη την ημέρα και να μάθουν από Αυτόν όσα άκουσε από τον Πατέρα. Είναι όμως ανάγκη να φθάσουν ως φίλοι Του και να έχουν αυτιά πνευματικά. Εκεί δεν είναι δυνατό να δημιουργηθή φιλία, ν’ ανοίξουν αυτιά, να γίνη νυφικό ένδυμα και να ετοιμασθούν όσα χρειάζονται για το νυμφώνα εκείνον.

Εργαστήριο για όλα αυτά είναι τούτη η ζωή.

Όσοι δεν τ’ απέκτησαν πριν φύγουν από την παρούσα ζωή, δεν έχουν τίποτε κοινό με τη μέλλουσα. Και το μαρτυρούν οι πέντε παρθένες και ο καλεσμένος στο γάμο, που δεν μπόρεσαν ν’ αποκτήσουν εκεί ούτε λάδι ούτε ένδυμα, γιατί έφθασαν χωρίς αυτά.

Γενικά, τον έσω άνθρωπο, «τον καινόν, τον κατά Θεόν κτιζόμενον», κυοφορεί αυτός ο κόσμος. Και όταν πλασθή και λάβη μορφή εδώ, έτσι τέλειος γεννιέται στον τέλειο εκείνον και αγέραστο κόσμο. Όπως το έμβρυο, όσο βρίσκεται στο σκοτεινό και υγρό χώρο της μητρικής νηδύος, το προετοιμάζει η φύση για τη ζωή μέσα στο φως και το διαμορφώνει με κανόνα τη ζωή που θα το υποδεχθή, έτσι συμβαίνει και με τους πιστούς.

Είναι αυτό που έγραφε ο Παύλος στους Γαλάτες: «Τεκνία μου, ους πάλιν ωδίνω, άχρις ου μορφωθή Χριστός εν υμίν». Αλλά τα έμβρυα δεν μπορούν ποτέ να λάβουν αίσθηση της ζωής αυτής, ενώ οι πιστοί δέχονται στην παρούσα ζωή πολλές ανταύγειες από τη μέλλουσα.

Και η αιτία είναι ότι στα έμβρυα η ζωή αυτή δεν είναι παρούσα, αλλά ακριβώς μελλοντική. Δεν έφθασε ακτίνα φωτός στο χώρο εκείνον ούτε κάτι απ’ όσα συγκροτούν αυτή τη ζωή. Σ’ εμάς όμως δεν συμβαίνει το ίδιο, αλλά η μέλλουσα ζωή είναι σαν να χύθηκε και να αναμείχθηκε με την παρούσα.

Ο Ήλιος εκείνος ανέτειλε φιλάνθρωπα και σ’ εμάς.
Το υπερουράνιο Μύρο ξεχύθηκε στους δυσώδεις τόπους.
Ο Άρτος των Αγγέλων δόθηκε και στους ανθρώπους.

Γι’ αυτό οι πιστοί μπορούν στην παρούσα ζωή όχι μόνο να διατεθούν και να προετοιμασθούν για τη μέλλουσα, αλλά από τώρα να ζουν και να ενεργούν σύμφωνα μ’ εκείνη.

«Επιλαβού της αιωνίου ζωής», γράφει ο Παύλος προς τον Τιμόθεο.
Και αλλού: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός».
Και ο άγιος Ιγνάτιος: «Έστιν ύδωρ ζων και λαλούν εν εμοί».

Η Γραφή είναι γεμάτη από πολλά τέτοια νοήματα. Και πέρα από αυτά, όταν η ίδια η Ζωή υπόσχεται στους πιστούς ότι θα βρίσκεται για πάντα μαζί τους – γιατί λέει, «ιδού εγώ μεθ’ ημών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» – τι άλλο χρειάζεται να σκεφθούμε;

Ο Κύριος δεν απομακρύνθηκε, όταν έδωσε στη γη τα σπέρματα της ζωής κι έβαλε τη φωτιά και το μαχαίρι, αφήνοντας τους ανθρώπους να φυτέψουν και ν’ αυξήσουν τα σπέρματα, ν’ ανάψουν τη φωτιά και να χρησιμοποιήσουν το μαχαίρι, αλλά παρευρίσκεται ο ίδιος αληθινά «ενεργών εν ημίν το θέλειν και το ενεργείν», καθώς είπε ο μακάριος Παύλος.

Αυτός ανάβει και δίνει τη φωτιά και Αυτός είναι που κρατά το μαχαίρι. Γενικά «ούτε αξίνη δοξασθήσεται άνευ του αίροντος αυτην» ούτε εκείνοι στους οποίους δεν παρευρίσκεται ο Αγαθός είναι δυνατό ν’ αποκτήσουν κάποιο αγαθό.

Ακόμη ο Κύριος δεν υποσχέθηκε ότι θα παρευρίσκεται απλώς στους πιστούς, αλλά και ότι θα μένη μαζί τους, και το σπουδαιότερο, ότι θα συστήση μέσα τους μόνιμη κατοικία. Αλλά τι λέω; τη στιγμή που η Γραφή λέει ότι θα ενωθή μαζί τους τόσο φιλάνθρωπα, ώστε να είναι ένα πνεύμα με αυτούς; «Ο κολλώμενος τω Κυρίω εν πνεύμα εστι», και «ίνα ήτε εν σώμα και εν πνεύμα, καθώς εκλήθητε», διακηρύσσει ο Παύλος.

Συνεχίζεται

Απόσπασμα από το βιβλίο του Αγίου Νικολάου Καβάσιλα, «Περί της εν Χριστώ Ζωής», λόγοι επτά, έκδοση Ιερού Ησυχαστηρίου «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης. Προλογίζει ο καθηγητής Γεώργιος Ι.ε Μαντζαρίδης.

Ο αμερικανικός εφιάλτης. Delenda Carthago – του Roberto Pecchioli


Η συλλογική Δύση έχει πετάξει όλες τις μάσκες της. Οι αφηγήσεις της για την ελευθερία, τη δημοκρατία, τον πλουραλισμό αποκαλύπτονται γι' αυτό που είναι: ψέματα για χρήση ζαλισμένων μαζών. Η αντίδραση στην επίθεση στον Πρωθυπουργό της Σλοβακίας Φίκο - αντιπαθητικού στις αποικιακές ολιγαρχίες - είναι ανησυχητική. Το πέπλο της θεσμικής υποκρισίας δίνει τη θέση του στην ειλικρίνεια. Ενώ ο πολιτικός από την Μπρατισλάβα παρουσιάζεται ως μαφιόζος, λαϊκιστής, νοσταλγός της Σοβιετικής Ένωσης, ο εκτελεστής -ή δολοφόνος, αν ο Φίκο δεν επιβιώσει- παρουσιάζεται ως ένας πράος γέρος που αγαπά την ποίηση, ένας ακίνδυνος προοδευτικός διανοούμενος που έχει συνηθίσει να περπατάει. Χέρι χέρι με τη σύζυγό του, ένας περήφανος δημοκράτης σκεπτόμενος την τύχη της δύστυχης χώρας του που έπεσε στα χέρια του Bluebeard. Παράξενο που τριγυρνούσε στην πόλη οπλισμένος, έτοιμος να ξεφορτώσει τις βολές από πιστόλι στο στήθος του φρικτού δικτάτορα που είχε εκλεγεί δεόντως από τον σλοβακικό λαό.

Στις ΗΠΑ, στο επίκεντρο της Αυτοκρατορίας του Καλού, η Βουλή των Αντιπροσώπων - δεν είναι γνωστό αν περισσότερο σε πείσμα της γελοιοποίησης ή του συντάγματος του 1776 - ψηφίζει έναν νόμο που κηρύσσει την Καινή Διαθήκη αντισημιτική. Για τήν Παλαιά, προσοχή: γράφτηκε από Σημίτες, τα πρώτα πέντε βιβλία είναι ιερά για μια πολύ ισχυρή μειονότητα. Αλλά το Ευαγγέλιο, έλα, είναι σκάνδαλο. Μας κάνει να πιστεύουμε ότι οι άνθρωποι μέσα στους οποίους γεννήθηκε ο Ιησούς είναι ένοχοι για το θάνατό του στον σταυρό. Ο ίδιος ο Λυτρωτής δεν φείδεται σκληρών επικρίσεων για την εξουσία, που καταγράφουν οι ευαγγελιστές, επίσης Σημίτες. Μάλιστα δέ, οι Χριστιανοί - ντροπή γιά να θεραπευτεί με την ισχύ του νόμου - θεωρούν την Καινή Διαθήκη «το λόγο του Κυρίου». Ποιος ξέρει αν, με αυτόν τον ρυθμό, θα είναι ακόμα δυνατό να αποκαλούμε τους εαυτούς μας Χριστιανούς ή αν το Ευαγγέλιο -όπως συμβαίνει ήδη σε πολλά κείμενα που δεν είναι ευπρόσδεκτα στον προοδευτικό ριζοσπαστισμό- θα «εκκαθαριστεί» και ίσως θα αναφέρει ότι ο άνθρωπος της Ναζαρέτ πέθανε από κρύο, όπως οι ηγέτες της «Σοβιετικής Ένωσης». Τυχερή είναι η Αμερική, της οποίας οι πολιτικοί δεν έχουν να επιλύσουν κοινωνικά, οικονομικά, οικονομικά, ηθικά ή φυλετικά προβλήματα και μπορούν να αφοσιωθούν στην καταπολέμηση του αντισημιτισμού του Ευαγγελίου.

Ένας Ρωμαίος γερουσιαστής, ο Κάτων, γνωστός ως ο Λογοκριτής, ένας ζοφερός αντιδραστικός υποστηρικτής του mos maiorum, των αρχαίων παραδόσεων, τελείωνε κάθε ομιλία απαιτώντας να καταστραφεί η Καρχηδόνα, η εχθρική δύναμη της Ρώμης: delenda Carthago. Η ισχυρή πόλη της Βόρειας Αφρικής ήταν η πρώτη «παγκόσμια» εμπορική δύναμη και ο γέρο Κάτων  ικανοποιήθηκε. Ο Σκιπίωνας τήν ισοπέδωσε και η Ρώμη άρχισε να κυριαρχεί στον κόσμο. Νιώθουμε σαν αυτόν, ζητώντας με τη μικρή φωνή που μας έχει απομείνει για απόσχιση από τη Δύση και συγκεκριμένα από τις ΗΠΑ. Καμία υλική καταστροφή, καμία αιματοχυσία. Θέλουμε απλώς να εγκαταλείψουμε το προνόμιο να είμαστε Δυτικοί και υπηρέτες - συγγνώμη, πιστοί σύμμαχοι - των Ηνωμένων Πολιτειών. Δεν αποδεχόμαστε την επιθυμία τους να μας αποικίσουν πολιτιστικά, οικονομικά, στρατιωτικά, γλωσσικά. Το Χόλιγουντ και η Νέα Υόρκη δεν είναι οι πρωτεύουσές μας: αυτό που έρχεται από εκεί ψηλά είναι καταστροφικό, επομένως πρέπει να το απορρίψουμε. Ας είμαστε λογικοί, ας ζητάμε το αδύνατο, ήταν ένα σύνθημα του 1968. Ας ονειρευόμαστε. Το αμερικανικό όνειρο είναι ένας εφιάλτης από τον οποίο θα θέλαμε να ξυπνήσουμε.

Οι ΗΠΑ έχουν το δικαίωμα να ζουν όπως θέλουν, να οργανώνουν την κοινωνία τους σύμφωνα με τις αρχές στις οποίες πιστεύουν. Καμία παρέμβαση: είναι κύριοι στο σπίτι τους, ένα σπίτι, εξάλλου, σφετερισμένο με όπλα από τους γηγενείς πληθυσμούς.Ας Σταματήσουν όμως να πιστεύουν στην «φανερή μοίρα» της κυριαρχίας του κόσμου. Η φράση, βουτηγμένη σε ρατσιστική υπεροχή, επινοήθηκε από έναν δημοσιογράφο του δέκατου ένατου αιώνα, τον John O'Sullivan, υποστηρικτή του Δημοκρατικού Κόμματος. Ας πάψουν να σκέφτονται ότι το πρότυπό τους πρέπει να ισχύει για κάθε άλλο λαό και ότι πρέπει να εξαχθεί με το ζόρι σε αδαείς, άγριους, καθυστερημένους λαούς. Οι ΗΠΑ χρειάζονται συνεχώς έναν εχθρό για να δαιμονοποιήσουν, του οποίου η καταστροφή είναι αναπόφευκτα μια πράξη πολιτισμού. Τα θύματα είναι παράπλευρες ζημιές. Ισχύει επίσης για τον πρωθυπουργό ενός μικρού έθνους στην Κεντρική Ευρώπη - η Σλοβακία έχει πληθυσμό λίγο περισσότερο από πέντε εκατομμύρια και έκταση ίση με τη Λομβαρδία και το Πιεμόντε - ισχύει ακόμη και για το βιβλίο που κάποτε ήταν ιερό για τους πληθυσμούς αυτού του μέρους του κόσμου , τήν χώρα του ηλιοβασιλέματος.

Το αμερικανικό υπουργείο Εξωτερικών (Υπουργείο Εξωτερικών) δημοσιεύει ετήσια έκθεση για τα «ανθρώπινα δικαιώματα», η οποία επικρίνει -και απειλεί- χώρες που δεν συμμερίζονται τις ιδέες των κυρίαρχων τάξεων των ΗΠΑ. Μια αφόρητη παρέμβαση του Big Brother στις υποθέσεις των άλλων, με στόχο τον κόσμο που ο θείος Σαμ θεωρεί την αυλή του. Φέτος, η προσοχή του ευεργέτη των stars and stripes στρέφεται ενάντια στις «συντηρητικές θέσεις για την ανθρώπινη σεξουαλικότητα και τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα. «Για άλλη μια φορά, εδώ είναι η πραγματική ατζέντα: να αποδομήσουμε τον άνθρωπο, να τον ζωοποιήσουμε ακόμα και με τίς λέξεις του (η αναπαραγωγική υγεία μυρίζει ζωοτεχνικό εγχειρίδιο) και να τού αφαιρέσουμε κάθε ταυτότητα  με το άλλοθι των σεξουαλικών «δικαιωμάτων», που διακηρύσονται  σέ αντικατάσταση τών κοινωνικών και πολιτικών δικαιωμάτων. Κυριαρχία στον ανθρώπινο ζωολογικό κήπο.

Η έκθεση βασίζεται σε ένα όραμα για τα ανθρώπινα δικαιώματα που δεν συνάδει με τα επίσημα διεθνή έγγραφα, αλλά σύμφωνα με την πρακτική των υπηρεσιών του ΟΗΕ που χρηματοδοτούνται από Αμερικανούς δισεκατομμυριούχους «φιλάνθρωπους». Η έκθεση κρίνει αν οι ξένες κυβερνήσεις σέβονται τα «αναπαραγωγικά δικαιώματα», αν αναγνωρίζουν νομικά τα σεξουαλικά φύλα και αν θεωρούν διαφορετικούς «σεξουαλικούς προσανατολισμούς και αντιληπτές ταυτότητες φύλου άξιες νομικής προστασίας». Καμία από αυτές τις έννοιες δεν αντιστοιχεί σε ένα ανθρώπινο δικαίωμα σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα. Ο υπουργός Εξωτερικών Μπλίνκεν είπε ότι «υπάρχει πολλή δουλειά που πρέπει να γίνει για να προασπιστούν τα δικαιώματα που ορίζονται στην Οικουμενική Διακήρυξη». Ωστόσο, δεν υπάρχει διεθνές δικαίωμα στην άμβλωση. Η Οικουμενική Διακήρυξη των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σιωπά ως προς αυτό το σημείο. Αποτελεί πολιτική προτεραιότητα της αμερικανικής κυβέρνησης, όπως η έννοια των αναπαραγωγικών δικαιωμάτων, που εισήγαγε η προεδρία Ομπάμα.

Η έκθεση επικρίνει το Ελ Σαλβαδόρ για την απαγόρευση των αμβλώσεων, την Ουγγαρία ότι «απαιτεί από τις γυναίκες να εξετάζουν τα ζωτικά σημάδια του εμβρύου πριν υποβληθούν σε έκτρωση», δείχνει το δάχτυλο στη Μπουρκίνα Φάσο, το Καμερούν και την Ουγκάντα ​​για έλλειψη πρόσβασης «σε άμβλωση και σεξουαλικές και αναπαραγωγικές Υπηρεσίες υγείας Όχι ακριβώς τα επείγοντα προβλήματα των φτωχών αφρικανικών χωρών. Καταγγέλλει την έλλειψη σεξουαλικής εκπαίδευσης στο Μπουρούντι και τη Ρουμανία. Ο Blinken σημειώνει ότι η έκθεση περιλαμβάνει «συγκεκριμένες διατάξεις για τα μέλη ευάλωτων κοινοτήτων», μια έκφραση που χρησιμοποιείται για την προώθηση της αναγνώρισης και των ειδικών δικαιωμάτων για άτομα και ομάδες LGBTQI+ Η Πολωνία επικρίνεται επειδή δεν επιτρέπει την υιοθεσία για ζευγάρια LGBTQI+ και επιτίθεται σε μια νομοθετική πρωτοβουλία που «αποτρέπει την LGBT. ιδεολογία στα σχολεία, ζητά την προστασία των παιδιών από την ηθική διαφθορά και δηλώνει ότι ο γάμος είναι μια αποκλειστική ένωση μεταξύ γυναίκας και άνδρα».

Καταδικάζει την απαγόρευση της Ουγγαρίας στα "τρανσέξουαλ ή μεσοφυλικά άτομα να αλλάζουν το φύλο ή το φύλο που τους έχει ανατεθεί κατά τη γέννηση με έγγραφα νομικής ταυτοποίησης" και η νομοθεσία της για την προστασία των παιδιών που απαιτεί "ιστότοποι που περιέχουν οποιαδήποτε μορφή περιεχομένου LGBTQI+ να απαιτούν από τους χρήστες να αποδείξουν ότι είναι τουλάχιστον δεκαοκτώ ετών ηλικιωμένοι με προειδοποιήσεις για περιεχόμενο για ενήλικες". Το Μπουρούντι κατηγορείται ότι επιτρέπει στα καθολικά σχολεία να μην συνεργάζονται με οργανώσεις που παραβιάζουν τις εκκλησιαστικές διδασκαλίες. Πώς αντιμετωπίζουν την ελευθερία της θρησκείας που εγγυάται το σύνταγμα στις ΗΠΑ; Α, ναι, το Ευαγγέλιο είναι αντί- Σημιτικό.

Ανώτερος κυβερνητικός αξιωματούχος είπε ότι η έκθεση «είναι πιο κεντρική από ποτέ σε έναν κόσμο όπου βλέπουμε ολοένα και περισσότερο γεγονότα να κηλιδώνονται ως ψέματα, ψέματα που παρουσιάζονται ως γεγονότα και πληροφορίες που χειραγωγούνται για να ανατρέψουν τους στόχους των αυταρχικών και άλλων επικίνδυνων παραγόντων. Ευτυχώς ο θείος Σάμ- όχι να συγχέεται με την πλειοψηφία των Αμερικανών - μας προσέχει, τους κατοίκους ενός κόσμου γεμάτου «επικίνδυνους υπηκόους, αυταρχικούς και ψεύτες. Το Υπουργείο Αλήθειας εδρεύει στην Ουάσιγκτον DC Ωχριούν ο Οργουελ και οι λογοκριτές του Βατικανού που παραχώρησαν ή αρνήθηκαν τη δημοσίευση - "imprimatur", παρακαλώ εκτύπωση- σε κείμενα που δεν συμμορφώνονταν με το καθολικό δόγμα.

Ωστόσο, η έκθεση έχει κάποια πλεονεκτήματα: πρώτα απ 'όλα μας υπενθυμίζει την κατάστασή μας ως αποικίες με περιορισμένη κυριαρχία (θυμάστε τη Σοβιετική Ένωση;) τις οποίες παρακολουθεί το πανταχού παρόν μάτι του Captain America. Στη συνέχεια εξηγεί ξεκάθαρα ποιες είναι οι αυτοκρατορικές προτεραιότητες και επιθυμίες: μείωση του πληθυσμού, καταστροφή της πιο οικείας ταυτότητας ατόμων και λαών, χειραγώγηση συνειδήσεων από την παιδική ηλικία. Έχοντας απορρίψει την γκροτέσκα υπόθεση ότι οι κύριοι το πιστεύουν σοβαρά, υπάρχουν αποδείξεις για μια μορφοποίηση της ανθρωπότητας σύμφωνα με τα ολιγαρχικά συμφέροντα των οποίων οι ΗΠΑ είναι το κοσμικό (και βίαιο) σκέλος. Καμία έκθεση δεν δεσμεύει τις ΗΠΑ στα κοινωνικά δικαιώματα - σχεδόν ανύπαρκτα στη σφαίρα της "ελεύθερης" αγοράς όπου τα πάντα και όλοι είναι προς πώληση - καμία καταπολέμηση των εξαρτήσεων - η φαιντανύλη σκοτώνει πάνω από εκατό χιλιάδες Αμερικανούς κάθε χρόνο - κανένα ενδιαφέρον για τα πολιτικά δικαιώματα , αν όχι η κουρασμένη αναβίωση μιας αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας που δεν εκπροσωπεί πλέον και απαντά αποκλειστικά στους χρηματοδότες των «συστημικών» κομμάτων και πολιτικών.

Η ελευθερία του Τύπου, της έκφρασης και της σκέψης -που εγγυάται η πρώτη συνταγματική τροπολογία- μετατρέπεται εκ νέου στην καταπολέμηση των «ψευδών» απόψεων, δηλαδή των απόψεων διαφορετικών από τις κυρίαρχες ιδέες. Όλα καρυκευμένα με αδιαφορία για τις παραδόσεις, τα έθιμα, τις ηθικές πεποιθήσεις, τα ήθη, τα έθιμα, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις κάθε λαού, για να υπόκεινται σε «σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώματα» και συγκεκριμένα στο φιλελεύθερο και παγκοσμιοποιητικό κοινωνικοοικονομικό σύστημα που μάταια του αντιτίθεται, καθώς « δεν υπάρχει εναλλακτική» (τα πνευματικά δικαιώματα ανήκουν στη Μάργκαρετ Θάτσερ).

Η διασφάλιση των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών δικαιωμάτων στην Αμερική δεν περιλαμβάνει υγειονομική περίθαλψη που εμποδίζει όσους δεν μπορούν να πληρώσουν για αυτήν από το να πεθάνουν λόγω έλλειψης θεραπείας - υπάρχουν δεκάδες εκατομμύρια - ή προσφέρει ένα σπίτι σε πολλούς άστεγους, στους οποίους ωστόσο προσφέρεται λεκτική αποζημίωση: Πρέπει να λέγονται «άνθρωποι που δεν έχουν σπίτι», αλλά η συνείδηση ​​του Καλού είναι τα εκατομμύρια των κρατουμένων που κάνουν τις ΗΠΑ το κράτος με το μεγαλύτερο ποσοστό  κρατουμένων, ή μάλλον «φιλοξενούμενοι του σωφρονιστικού συστήματος» νά μήν έχουν τα μέσα να αντιμετωπίσουν μια απροσδόκητη έκτακτη ανάγκη.

Οι στρατιωτικές και αστυνομικές δαπάνες απορροφούν πολύ υψηλά ποσοστά του προϋπολογισμού, με τεράστιες -συχνά ανεξέλεγκτες- εξουσίες του στρατού και των υπηρεσιών ασφαλείας, τόσο εξωτερικές (CIA, DEA κ.λπ.) όσο και εσωτερικές, όπως η NSA και το Τμήμα Εσωτερικής Ασφάλειας. Παρακολουθεί τους πάντες ο παγκόσμιος μηχανισμός ψυχαγωγίας (η κοινωνία του θεάματος που αποκάλυψε ο Γκάι Ντεμπόρ) του Χόλιγουντ, που αποικίζει την παγκόσμια φαντασία, διαδίδοντας αμερικανικές ιδέες, τρόπους ζωής, προτιμήσεις και ιδεολογίες. Μπορεί να είμαστε οι μόνοι, τουλάχιστον σε αυτή τη στενή γωνιά του κόσμου, αλλά δεν  συμφωνούμε. Χωρίς αίμα, χωρίς μίσος, Ντελέντα Καρθάγκο, ξεκινώντας από την εσωτερική μας φωνή. Μακρυά από τα μάτια μακρυά από το μυαλό. Ας Διατηρούν το αμερικανικό τους όνειρο, την αναπαραγωγική τους υγεία και τα σεξουαλικά τους δικαιώματα.


ΣΗΜΕΡΑ ΔΙΚΑΙΩΝΕΤΑΙ Ο ΜΟΧΘΟΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΑΡΑ, Ο ΟΠΟΙΟΣ ΠΡΩΤΟΣ ΛΟΓΟΚΡΙΝΕ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ. ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΕΙΣΑΚΟΥΣΘΗΚΕ ΚΑΙ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΤΗΚΕ.


ΜΗΔΕΝΑ ΠΡΟ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ ΜΑΚΑΡΙΖΕ.

Von Balthasar: ο τρίτος δρόμος

 Μεταξύ «ορθοδοξίας» και «υπερπροοδευτισμού»

του Bernardinus                                    

                                               
ΦΟΝ ΜΠΑΛΤΑΣΑΡ: Ο «ΤΡΙΤΟΣ ΔΡΟΜΟΣ».

Μεταξύ "ορθοδοξίας" και "υπερπροοδευτισμού"


«Οι Μέντορες». Εκπαίδευση.


Ο Χανς Ουρς φον Μπαλτάσαρ γεννήθηκε στη Λουκέρνη της Ελβετίας στις 12 Αυγούστου 1905. Το 1929 μπήκε στην Κοινωνία του Ιησού, σπούδασε θεολογία στη Φουρβιέρ-Λυών, όπου είχε σάν δάσκαλο τόν de Lubac και τόν Ζαν Ντανιελού ως αδελφό και συμμαθητή του. Τον μύησαν στην πατρολογία με μια αντισχολαστική λειτουργία [ο ίδιος θα ορίσει τη διδασκαλία του Θωμισμού ως «μια αγωνία στην έρημο του νεοσχολαστικισμού» (E. GUERRIERO, Hans Urs von Balthasar, Cinisello Balsamo, Εκδ. Paoline, 1991, σελ. 34) και τον μύησαν επίσης στη θεολογία της ιστορίας, η οποία ιστορικοποιώντας το δόγμα το σχετικοποιεί και το υποκειμενοποιεί].

Φυσικά, ο ντε Λυμπάκ του μεταβίβασε επίσης το κεφαλαιώδες λάθος του - που είχε ήδη καταδικαστεί από τον Άγιο Πίο Χ στο "Pascendi", το 1907 και καταδικάστηκε ξανά από τον Πίο ΧΙΙ στο "Humani generis" το 1950 - για τη μη χαριστική μοίρα της υπερφυσικής τάξης (βλ. "The Supernatural", 1946), η οποία δεν θα ήταν δωρεάν δώρο από τον Θεό, αλλά απαίτηση της ανθρώπινης φύσης και επομένως λόγω αυτής. Δεν είναι λοιπόν περίεργο που η εγκύκλιος κατά του νεομοντερνισμού απερρίφθη από τον Μπαλτάσαρ με «έξαλλο και θυμωμένο» τρόπο (E. GUERRIERO, ό.π., σελ. 38).

Ανάμεσα στούς maitres à penser (μεντορές) του βρίσκουμε τον Πλωτίνο, τον Scotus Eriugena, τον Eckart, τον Marsilio Ficino, τον Goethe, τον Novalis, τον Bubèr και τον Pèguy (1).

Από τον δεύτερο στον τρίτο τρόπο.

Ο Von Balthasar επέλεξε την υπερβατική έννοια της ομορφιάς ως το κλειδί για την ερμηνεία της Αποκάλυψης. Είναι μια «μυστικιστική» ή «μυστικοειδής» θεολογία (που δεν έχει καμία σχέση με τον αληθινό μυστικισμό), η οποία περιφρονεί τον στοχασμό ή τόν σχολαστικισμό. Στην αρχή του «μυστικισμού» του βρίσκεται η Adrienne von Speyr (2) .

Η προσωπικότητα και η σκέψη του Φον Μπαλτάσαρ είναι πολύπλευρες. Πρίν από τη Σύνοδο, έγραψε το βιβλίο «Γκρεμίζοντας τις επάλξεις» (1952, μτφρ. Ιταλικά, Borla, Τορίνο, 1966) που τον ευθυγράμμισε με τους προοδευτικούς («δεύτερος δρόμος») και με τη «nouvelle Théologie». Μάλιστα, σε αυτό το βιβλίο υποστήριξε ότι η Εκκλησία έπρεπε να βγει από το γκέτο στο οποίο είχε εγκλωβιστεί μόνη της λόγω του αδικαιολόγητου φόβου του κόσμου. Μετά τη Σύνοδο, τα δύο βιβλία «Ποιος είναι Χριστιανός;» (1964, μτφρ. Ιταλικά, Queriniana, Brescia, 1966) και τό «Cordula» (1966, μτφρ. Ιταλικά, Queriniana, 1968), τον οδήγησαν στο πλευρό των «φιλελεύθερων-συντηρητικών», δηλαδή σε εκείνον τον «τρίτο δρόμο» («αγιοποιημένο» σήμερα ως «ερμηνευτική τής συνέχειας»), που ήθελε να δούμε στη Σύνοδο όχι τη ριζική ρήξη με την Παράδοση της Εκκλησίας (πρβλ. το περιοδικό «Concilium» με τους Rahner, Schilebeeckx, Küng), αλλά μια συνεχή καινοτομία (πρβλ. το περιοδικό «Communio» με τους Ratzinger, de Lubac, Daniélou, στο οποίο αναφέρεται το «Κοινωνία και Απελευθέρωση» από τον Fr. Luigi Giussani, τον Καρδινάλιο Angelo Scola και τον Monsignor Rino Fisichella).

Ο φον Μπαλτάσαρ δεν ήταν φυσικά ποτέ μέρος της πτέρυγας που συνδέθηκε με την Καθολική Παράδοση («πρώτος τρόπος»), η οποία κατά τη διάρκεια του συμβουλίου είχε πολεμήσει ενάντια στις «συνοδικές» καινοτομίες (το «Coetus Internationalis Patrum»).

Με τα δύο βιβλία που γράφτηκαν μετά τη Σύνοδο πήρε απλώς «μια θέση ενάντια σε εκείνες τις ερμηνείες του Χριστιανισμού που έχουν γίνει της μόδας μετά τη Σύνοδο, για τις οποίες το να είσαι χριστιανός δεν κοστίζει πλέον τίποτα, δεν συνεπάγεται θυσίες, αποστασιοποίηση» (3). Παρόλο που δεν κλήθηκε ως εμπειρογνώμονας στο συμβούλιο, «έκανε έντονα αισθητή την επιρροή του εκεί: οι ιδέες του για μεταρρύθμιση και επικαιροποίηση βρήκαν ευρεία αναγνώριση εκεί και έγιναν μέρος των συνοδικών κειμένων» (4 ). Τελικά, το 1969 ο Παύλος ΣΤ' τον διόρισε μέλος της «Διεθνούς Θεολογικής Επιτροπής» και το 1984 ο Ιωάννης Παύλος Β' του χάρισε το «Διεθνές Βραβείο Παύλου ΣΤ'». Tο 1988 τον διόρισε καρδινάλιο, αλλά ο φον Μπαλτάσαρ πέθανε στις 26 Ιουνίου, μία ημέρα πριν λάβει τον σκούφο.

Ένας μη Καθολικός ορισμός της Εκκλησίας


Με το «Γκρεμίζοντας τις επάλξεις» (1952) o Μπαλτάσαρ επικρίνει τη δομή της μεσαιωνικής και αντιμεταρρυθμιστικής Εκκλησίας μέχρι τον Πατσέλι, δεδομένου ότι «η σχέση της με τον μη χριστιανικό κόσμο – ειδωλολάτρες, Εβραίοι, αιρετικοί, σχισματικοί – ήταν πολύ αόριστη, ακόμη και την εποχή των τάξεων των Μεντικαντών [που ίδρυσαν οι Άγιοι Φραγκίσκοι και ο Άγιος Δομίνικος] ιεραποστολικής έμπνευσης» (5).

Ορίζει την Εκκλησία ως «την κοινότητα των Χριστιανών που, όπως η Μαρία, είναι κάτω από το σταυρό, όχι κάτω από την αμαρτία» (6). Ο ορισμός αυτός δεν είναι ακριβής, γιατί αγνοεί την ορατή πλευρά της Εκκλησίας, λαμβάνοντας υπόψη μόνο την πνευματική, και προσεγγίζει ακόμη και την καλβινιστική αντίληψη περί «κοινωνίας αγίων ή προκαθορισμένων», από την οποία εξαιρούνται οι αμαρτωλοί. Αντίθετα, το Καθολικό δόγμα διδάσκει ότι οι αμαρτωλοί, εάν βαφτιστούν, έχουν την πίστη και δεν έχουν διακόψει σχισματικά τους δεσμούς με την Εκκλησία, είναι νεκρά μέλη, αλλά εξακολουθούν να είναι μέλη της Εκκλησίας, η οποία είναι η «κοινωνία όλων των βαπτισμένων, που έχουν την ίδια πίστη, τα ίδια μυστήρια και υποβάλλονται στους νόμιμους ποιμένες, ιδιαίτερα στον Ρωμαίο Ποντίφικα» (San Roberto Bellarmino) (7).Από την εκκλησιολογία του προκύπτει ότι για τον Balthasar «η εξουσία και το αλάθητο της Εκκλησίας βρίσκουν τον λόγο τους μόνο στην επανάληψη αυτού του "γεννηθήτω το θέλημά σου" που είπε μια μέρα η Μαρία: επομένως η εξουσία μπορεί να ασκηθεί μόνο ξεκινώντας από την αγάπη που υποφέρει» (7).

Αποκάλυψη… φθαρτή

Σύμφωνα με τον von Balthasar, η αποκάλυψη «δεν μπορεί να παραμεριστεί και να διατηρηθεί, γιατί "σήμερα είναι φρέσκια, αύριο είναι σάπια" (8). Θα πρέπει να «εξεταστεί εκ νέου διεξοδικά», επίσης όσον αφορά τη «γλώσσα [...], τις έννοιες», διαφορετικά «σκονίζεται, σκουριάζει και θρυμματίζεται» (9). Όπως γίνεται αντιληπτο, ακόμη και αυτή η αντίληψη περί δογματικής προόδου είναι επίσης ανορθόδοξη. Ο Μπαλτάσαρ δεν μιλά για ομοιογενή εξέλιξη του δόγματος (ή εμβάθυνση της ίδιας αντικειμενικής αλήθειας με την ίδια έννοια) αλλά για ετερογενή εξέλιξη, αφού η χθεσινή αλήθεια σήμερα είναι σάπια, δηλ. είναι ουσιαστικά αλλοιωμένη, επομένως πρέπει να τήν ξανασκεφτούμε, δηλ. πρέπει να αλλάξει ουσιαστικά, για να μην «καταρρεύσει». Αντίθετα, ο Άγιος Παύλος διδάσκει «Christus heri, hodie et in saecula (Χριστός χθες, σήμερα και για πάντα)», δηλαδή ο Ιησούς και οι δογματικές φόρμουλες που τον καθορίζουν δεν μπορούν να σαπίσουν, εξ ου και «nihil innovetur quod traditum est» (Πάπας Στέφανος στον Άγιο Κύπριο: « Τίποτα νέο, μόνο αυτό που παραδόθηκε"). Για τη σωστή αντίληψη της εξέλιξης του δόγματος, βλ. F. MARÌN SOLÀ, L'évolution homogène du dogme catholique, Φράιμπουργκ, 1924.

Ο Ωριγενισμός των Daniélou και von Balthasar

Σύμφωνα με τον von Balthasar, η αποκαλυπτόμενη αλήθεια πρέπει να ιστορικοποιηθεί, όπως τον είχε διδάξει ο de Lubac. Πιο συγκεκριμένα, όπως τον είχε κάνει να συνειδητοποιήσει ο Jean Daniélou, ο Χριστός είναι το κέντρο της ιστορίας, αλλά με την ωριγενιστική έννοια, δηλαδή η θεολογία δεν έχει ως αντικείμενο τον Θεό ή το ίδιο το υπαρκτό Ον, αλλά τον Θεό των Πατριαρχών, που εισήλθε σε ένα ιστορικό πλαίσιο.

Σύμφωνα με τόν Daniélou «Ο Χριστιανισμός δεν είναι μόνο ιστορικός, αλλά είναι αυτό που δίνει νόημα σε όλη την ιστορία. Αυτό το κάνει όχι τόσο επειδή υποδεικνύει στην ιστορία τον τελικό στόχο στον οποίο προορίζεται, όχι τόσο, λοιπόν, λόγω του εσχατολογικού χαρακτήρα του, αλλά επειδή έχει ένα επίκεντρο, τον Χριστό, στον οποίο όλα τα ιστορικά γεγονότα του παρελθόντος και τού μελλοντος αναφέρονται» (10) επομένως η ιστορία δεν πρέπει να ερμηνεύεται υπό το πρίσμα της εσχατολογίας (το τέλος του κόσμου). «Θεωρεί πιο επαρκή την ερμηνεία της ιστορίας που βλέπει στην ανάσταση του Χριστού το πιο αποφασιστικό και σημαντικό γεγονός στην ιστορία» (11). Αυτή η θεωρία εκφράζεται πλήρως από τον Ντανιελού στο «Essai sur le mystère de l'histoire» (Παρίσι, 1953), καί αντικατοπτρίζει την ωριγενιστική αντίληψη που καταδικάστηκε από τήν εκκλησιαστική Σύνοδο (Β΄ Σύνοδος Κωνσταντινουπόλεως, το 553 υπό τον Πάπα Βιγίλιο), σύμφωνα με την οποία με τον θάνατο και την ανάσταση του Χριστού όλα επιτελούνται (ολοκληρώνονται τα πάντα), όλοι σώζονται (αποκατάσταση ή τελική σωτηρία όλων, ακόμη και των κολασμένων και των δαιμόνων), έτσι ώστε να μην προσθέτει η Αποκάλυψη τίποτα νέο στο Ευαγγέλιο: μιλάει για Ενσάρκωση, Πάθος, Θάνατο και Ανάσταση του Χριστού και τίποτα άλλο. Στην πραγματικότητα, το τι θα γίνει μετά, μέχρι το τέλος του κόσμου, δεν έχει καμία ουσιαστική σημασία, δεδομένου ότι στον Χριστό που πέθανε και αναστήθηκε «όλα συντελούνται»: «Με την ανάσταση του Χριστού ολοκληρώθηκε το αποφασιστικό γεγονός της ιστορίας και κανένα άλλο γεγονός δεν μπορεί ποτέ να έχει τόση σημασία» (12). Αυτή η θεωρία υιοθετήθηκε επίσης πρόσφατα από έναν Ιταλό φιλόλογο τον EUGENIO CORSINI (L'Apocalisse di Giovanni. Prima e dopo, Turin, SEI, 1984).

Υπάρχει μια διαφοροποίηση μεταξύ του Daniélou και του Balthasar: ο πρώτος δίνει έμφαση στην ανάσταση, ο δεύτερος στον θάνατο στον σταυρό. Αυτό το δόγμα άσκησε τεράστια επιρροή στη Σύνοδο, ειδικά στο "Gaudium et spes". αριθ. 22 («από το ίδιο το γεγονός ότι ο Λόγος ενσαρκώθηκε, ένωσε με τον εαυτό του, κατά κάποιο τρόπο, κάθε άνθρωπο») και μετά τή Σύνοδο, ειδικά στον Ιωάννη Παύλο Β' («Redemptor hominis», «Dives in Misericordia» και «Dominum et vivificantem»)

Είναι η κόλαση άδεια για τον φον Μπαλτάσαρ; (13)

Ο H.U. von Balthasar εκφράστηκε για την κόλαση, χωρίς να την αρνείται, αλλά επιβεβαιώνοντας ότι είναι άδεια και ότι όλοι έχουν σωθεί και θά σωθούν όπως θέλει η ωριγενιστική θεωρία (βλ. H.U. VON BALTHASAR, Mysterium Paschale , στο «Mysterium salutis» 13 vols., μτφρ. Ιταλικά, Brescia, Queriniana, 1965-1978, τ. VI, σσ. 289 κ.ε.).

Στην καλύτερη περίπτωση, κι εδώ ο Μπαλτάσαρ αναζήτησε «έναν τρίτο δρόμο μεταξύ της αποκατάστασης του Ωριγένη, που καταδικάστηκε από την Εκκλησία, και του παραδοσιακού δόγματος της κόλασης, στην προέλευση του οποίου ο φον Μπαλτάσαρ είδε τήν υπερβολική Αυγουστίνεια απαισιοδοξία [...]. Προέκυψαν αντιπαραθέσεις, που προκλήθηκαν από τον συντηρητικώς προσανατολισμένο Τύπο, σύμφωνα με τον οποίο ο θεολόγος αντέκρουε το καθολικό εσχατολογικό δόγμα με ιδιαίτερη αναφορά στον τόπο (κόλαση) και στη διάρκεια της ποινής. Για να διευκρινίσει τη θέση του, ο von Balthasar δημοσίευσε δύο γραπτά, Ελπίδα για όλους, Jaca Book, Milan, 1989 και Σύντομη ομιλία για την κόλαση, Queriniana, Brescia, 1988 [...] Η έννοια της αιωνιότητας που υποδηλώνει την πληρότητα της ζωής δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο κακό, στον θάνατο, στην κόλαση [...], το κακό, αντίθετα, [υποδηλώνει] τήν έλλειψη της ζωής και της σχέσης, έναν αυτοπεριορισμό που οδηγεί στην αυτοκατανάλωση» (E. GUERRIERO, ο.π., σελ. 351-356). Η κόλαση, λοιπόν, για τον φον Μπαλτάσαρ δεν είναι αιώνια και καταλήγει σε αυτοκαταστροφή. Πρέπει επίσης να έχουμε κατά νου την αδιάκριτη πίστη που αποδίδει ο Μπαλτάσαρ στις «αποκαλύψεις» τής Σπάιρ για το Μεγάλο Σάββατο, όταν κατά την κάθοδό του στην κόλαση (εννοείται όχι ως τόπος αναμονής των Αγίων Πατέρων, αλλά ως κόλαση), ο Υιός - έτσι γράφει - «έκανε τον διαχωρισμό αμαρτίας και αμαρτωλού και στον κάτω κόσμο και προκλήθηκε νά χτυπήσει πάνω από όλα τις αμαρτίες, όχι τους αμαρτωλούς» (A. VON SPEYR Αντικειμενικός μυστικισμός, Jaca Book, σ. 150). Η κόλαση, λοιπόν, για τον φον Μπαλτάσαρ και τήν Σπάιρ (από τήν οποία ποτέ δεν θέλησε να διαχωριστεί ούτε θεολογικά) είναι γεμάτη αμαρτίες και άδεια από αμαρτωλούς.

«Θεολογικός Ρομαντισμός»

Η Θεολογία είναι η επιστήμη που ασχολείται με τον Θεό. Tο υλικό της αντικείμενο είναι πρωτίστως ο Θεός και δευτερευόντως τα πλάσματα στη σχέση τους με τον Θεό (S. Th ., I, q. 1, a. 7). Το επίσημο αντικείμενο είναι η επιστημονική έκθεση των αληθειών που αφορούν τον Θεό sub ratione Deitatis ή που γνωρίζουμε από την Πίστη στην Αποκάλυψη ( S. Th ., I, q. 1, a. 1, ad 2um).

Η θεολογία χρησιμοποιεί μια μεθοδική διαδικασία σύμφωνα με το αντικείμενό της και στη συνέχεια συγκεντρώνει τα αποτελέσματά της σε ένα οργανικό σύνολο. Η θεολογία επιχειρηματολογεί ξεκινώντας από την Πίστη, χρησιμοποιεί τις θεϊκά αποκαλυπτόμενες αλήθειες και το εκκλησιαστικό Magisterium ως αρχές γνώσης και, μέσω της ορθής φιλοσοφίας που εφαρμόζεται στην πίστη, εμβαθύνει την Πίστη και διεισδύει στο νόημά της ("Fides quaerens intellectum"=πίστη που αναζητά κατανόηση).

Η φιλοσοφία είναι απαραίτητη για τη θεολογία, δεδομένης της σχέσης Πίστης και Λόγου, που συνεργάζονται αρμονικά και αμοιβαία: «Το ιερό δόγμα χρησιμοποιεί τη λογική ή τη φιλοσοφία για να διευκρινίσει ορισμένα σημεία της Πίστεως και όχι για να αποδείξει τα δόγματα. Όπως η χάρη δεν καταστρέφει τη φύση αλλά την προϋποθέτει και την τελειοποιεί, έτσι και η λογική ή η φιλοσοφία πρέπει να υπηρετούν την Πίστη ή τη θεία Αποκάλυψη» (S. Th ., I, q. 1, a. 8, ad 2um). Το φως της πίστης, το οποίο εγχέεται ελεύθερα από τον Θεό, δεν καταστρέφει το φως της φυσικής λογικής, αλλά το τελειοποιεί. Ο λόγος δεν μπορεί να αποκαλύψει το μυστήριο ή το δόγμα, αλλά παρέχει στη θεολογία το εύλογο όργανο για την οργάνωση, την ερμηνεία και την έκφραση δογμάτων, μυστηρίων ή άρθρων πίστης.

Ο θεολόγος ξεκινά από υπερφυσικές αρχές, για να τις εμβαθύνει («intuslegit»), να τις διεισδύσει, να αποδείξει ότι δεν είναι αντιφατικές ή αδύνατες και τελικά να τις υπερασπιστεί ενάντια σε αυτούς που τις αρνούνται. Περαιτέρω, στο θεμέλιο της Πίστεως, που είναι η συμμετοχή στη γνώση του Θεού και των μακαρίων, προχωρά, μέσω της φιλοσοφίας, στην περαιτέρω γνώση. Επομένως η μέθοδος της θεολογίας είναι ουσιαστικά επαγωγική.

Σε αντίθεση με τον Άγιο Θωμά, «ο Balthasar δεν μπήκε ποτέ στον κόπο να επεξεργαστεί ένα φιλοσοφικό σύστημα από μόνο του, διαφορετικό από το θεολογικό σύστημα. [...] Ο Μπαλτάσαρ βρίσκει αδύνατο να συλλάβει μια φιλοσοφία που νά αγνοεί εντελώς το περιεχόμενο της Αποκάλυψης» (B. MONDIN, Storia della Teologiα, Μπολόνια, ESD, 1997, 4ος τόμος, σελ. 548). Στην πραγματικότητα, μπερδεύοντας τη φυσική και υπερφυσική τάξη, ο Μπαλτάσαρ συγχέει και ανακατεύει -αναπόφευκτα- και τη φιλοσοφία, στην οποία κανείς προχωρά μόνο με το φως της φυσικής λογικής, και τη θεολογία, στην οποία προχωρά με πίστη στη θεία Αποκάλυψη και κάνει χρήση του λόγου ή της φιλοσοφίας μόνο ως «ancilla theologiae» (δούλη της θεολογίας). Το σύστημά του είναι μάλλον ένας «θεολογικός ρομαντισμός», στη σχολή του Γκαίτε, όπως αναφέρει ο μεγάλος Θωμιστής θεολόγος Msgr. Ugo Emilio Lattanzi.

Σύμφωνα με τον von Balthasar, οι θεολόγοι της αρχαιότητας (πατερικοί και σχολαστικοί) ακολούθησαν την κοσμολογική-οντολογική μέθοδο και χρησιμοποιούσαν την analogia entis για να κάνουν θεολογία με θεοκεντρικό ή «εξωγενή» τρόπο. Αντίθετα οι σύγχρονοι θεολόγοι (από το Καρτεσιανό "cogito" μέχρι τόν Schleiermacher, Blondel and Rahner), προτιμούσαν τον ανθρωποκεντρισμό (βλ. Rahner, «sì sì no no», 15 Απριλίου 1998) ή τον «εσωτερισμό» (πρβλ. de Lubac, «sì sì no no», 15 Απριλίου 1993), τόν υποκειμενιστικό ιδεαλισμό ή τόν βολονταριστικό φιντεϊσμό. Ο Μπαλτάσαρ ακολουθεί τον «τρίτο δρόμο» του και σε αυτό: ούτε τη σχολαστική ούτε τη «φανατική πίστη τών απλών», ούτε τον ιμανεντιστικό ανθρωποκεντρισμό ή μάλλον «την αλαζονική γνωστική έπαρση των ξερόλων» (14), αλλά τόν «δρόμο της αγάπης» ή τήν εκστατική-μυστικιστική θεολογία, την οποία αποκαλεί «Αισθητική», δηλαδή την ομορφιά ως έννοια μελέτης και συζήτησης για τον Θεό. Είχε γνωρίσει τον Paul Claudel και τον A. Beguin, προσωπικό φίλο του Bernanos, και «αυτές οι συναντήσεις και αυτές οι φιλίες αυξάνουν το ενδιαφέρον του για τη λογοτεχνία και την τέχνη, στις οποίες έχει ήδη αρχίσει να βλέπει όχι τυχαίες εκφράσεις του πνεύματος, αλλά πολύ σημαντικές θρησκευτικές εκδηλώσεις και, σε ορισμένες περιπτώσεις, υψηλές θεολογικές εκφράσεις» (B. MONDIN, History of Theology , Bologna, ESD, 1997, 4ος τόμος, σελ. 544). Όλο το έργο του διαποτίζεται από ένα ύφος που δεν είναι αυστηρά θεολογικό-επιστημονικό, αλλά μάλλον ποιητικό-λογοτεχνικό.

Η πρωτοκαθεδρία της ομορφιάς

Ο Μπαλτάσαρ δίνει προτεραιότητα στο ωραίο έναντι του αληθινού και του καλού (πρβλ. B. MONDIN, Storia della Teologia, ό.π, σελ. 547). Ο ίδιος ο Μπαλτάσαρ είπε σε συνέντευξή του στην ιταλική τηλεόραση: «Ξεκίνησα με την ομορφιά, γιατί το πρώτο πράγμα που βλέπει ένα παιδί ή που ένας απλός άνθρωπος συλλαμβάνει είναι το μεγαλείο της ομορφιάς […]. Το πρώτο πράγμα που βλέπω είναι η λαμπρότητα (το κάλλος) του Θεού εν Χριστώ» (ό.π.). Αντίθετα, «ό,τι πρώτα συλλαμβάνει ο άνθρωπος είναι τό είναι» (Αγ. Θωμάς), και ό,τι είναι (υπάρχει) είναι επίσης αληθινό (σε σχέση με τη νόηση) και καλό (σε σχέση με τη θέληση). Πράγματι, πρώτα είναι απαραίτητο να υπάρχει και μετά μπορεί κανείς να είναι καλός ή κακός, όμορφος ή άσχημος.

Επιπλέον, για τον Άγιο Θωμά το ωραίο έρχεται μετά από το αληθινό και το καλό, αφού «όμορφο είναι αυτό που, παρατηρούμενο, ευχαριστεί» (S. Th., Ι, q. 5, α. 4; Ι-ΙΙ, q. 26, α. 1, ad 3um). Επομένως το ωραίο έχει διπλή σχέση, πρώτα με τη γνώση και μετά με τη θέληση: «Αυτό που, ιδωμένο ή γνωστό από τη διάνοια, ευχαριστεί τη θέληση και της δίνει χαρά, ευχαρίστηση, ευκολία ή ευτυχία» (T. ZIGLIARA, Summa philosophica, Α' τόμος, σελ. 402).

Τέλος, η αισθητική ή η γνώση του ωραίου διαφέρει από αυτή της αλήθειας, αφού η τελευταία προϋποθέτει μια επίπονη προσπάθεια αφαίρεσης και συλλογισμού, ενώ η πρώτη είναι εύκολη χωρίς επαγωγική προσπάθεια: είναι ένα είδος φυσικής ενατένισης, δηλαδή να βλέπεις ή να κοιτάς με αγάπη. Ο Mons. FRANCESCO OLGIATI (The simplex apprehensio and the artistic intuition , in "Journal of neo-scholastic philosophy", 1933, σελ. 516 επ.) εξηγεί ότι η αισθητική γνώση ή ενατένιση (ο στοχασμός) είναι η αντίληψη ενός αισθητού ή υλικού αντικειμένου που συνοδεύεται από μια καθολική έννοια ή ιδέα. Για παράδειγμα, αν δω το Mont Blanc, για να πω "το βουνό είναι όμορφο", πρέπει πρώτα να ξέρω τι είναι βουνό και επομένως, μαζί με την όραση του βουνού, αντιλαμβάνομαι και την καθολική ιδέα του βουνού.

Επιπλέον, η διάνοια, γνωρίζοντας το ωραίο, προσηλώνεται στο αισθητό ή υλικό αντικείμενο, ενώ βλέπει σε αυτό την νοητή ουσία που έχει αφαιρέσει από αυτό (G. CERIANI, La gnoseologia e l'intuizione artistic, στο "Review of neo-scholastic philosophy", 1934, σ. 285 επ.). Ως εκ τούτου, ενώ στη φιλοσοφία, και κατά μείζονα λόγο στη θεολογία, στέκομαι στην καθολική έννοια που έχω αφαιρέσει από το αισθητό, στην αισθητική βλέπω και κοιτάζω την νοητή ουσία πάντα μαζί μέ το αισθητό περιεχόμενο (βουνό) από το οποίο την έχω αφαιρέσει (Ibidem, σελ. 293. Ο J. MARITAIN επίσης εκφράζεται με αυτή την έννοια στο Art et Scolastique, Paris, Rouart, 1927, σσ. 253-254). Μπορεί λοιπόν να υποστηριχθεί ότι η βαλτασαριανή αισθητική θεολογία είναι αντιφατική και λανθασμένη, αφού τοποθετεί το ωραίο πριν από το αληθινό και το αγαθό, ενώ το αληθινό προηγείται του αγαθού και το ωραίο προϋποθέτει το αληθινό και το αγαθό, αφού ευχαριστεί τη θέληση (αγαθό), αφού πρώτα γίνει γνωστό (αληθινό). Επιπλέον, όπως έδειξε ο Olgiati, η αισθητική νοημοσύνη πρέπει να πληροφορείται από μια αφηρημένη ορθολογική έννοια για να ευχαριστεί τη θέληση και μόνο τότε παράγεται η χαρά ή η ευτυχία της γνωστής και αγαπημένης ομορφιάς. Τέλος, η χρήση της ομορφιάς στη θεολογία, που είναι η επιστήμη του Θεού, του αγνότερου Πνεύματος, είναι ανοησία, γιατί, όπως έδειξε ο Ceriani, στην αισθητική γνώση βλέπω το νοητό φως (ή resplendentia) μέσα στο αισθητό και ποτέ χωρίς αυτό.

Ένας διαφορετικός τρόπος παρουσίασης ενός παλιού λάθους

Ο Balthasar ξεκινά από την έννοια της ομορφιάς, που είναι αντικείμενο της αισθητικής, και την τοποθετεί στη θέση της μεταφυσικής του όντος και του ρεαλισμού της γνώσης (που σύμφωνα με τους δικούς μας θα αθώωνε και θα μείωνε τήν δεδομένη αποκάλυψη). Πράγματι, η ανθρώπινη γνώση πρέπει να περιλαμβάνει στις έννοιές της (γνωσεολογικός ρεαλισμός) την ιδέα του Θεού ως το ίδιο το υπαρκτό Ον (μεταφυσική του όντος), ενώ η αισθητική δεν μειώνει τον άπειρο Θεό σύμφωνα με τις πεπερασμένες δυνατότητες της ανθρώπινης νόησης, αλλά αποφεύγοντας τόν συλλογισμό, περνά στο επίπεδο της διαίσθησης (15), το οποίο μπορεί να συλλάβει το αντικείμενό του, στην προκειμένη περίπτωση τον Θεό, στο σύνολό του, αφού ο Θεός είναι απολύτως απλός. Αυτός ο ισχυρισμός περί διαισθητικής κατανόησης του Θεού είναι ένα φιλοσοφικό λάθος που έχει ήδη καταδικαστεί αρκετές φορές. Ανήκει στους αρχαίους Γνωστικούς και εσωτεριστές, και στους σύγχρονους οντολόγους, όπως ο Malebranche, ο Rosmini και ο Gioberti. Άρα ολόκληρο το θεολογικό σύστημα των Μπαλτασαριανών πάσχει από ένα βασικό φιλοσοφικό λάθος (οντολογισμό) που το ακυρώνει.

«Ο Balthasar – γράφει ο B. Mondin – δεν βασίστηκε στη λογική, αλλά στον Λόγο του Θεού» (16). Ωστόσο, η θεολογία δεν είναι καθαρή Αποκάλυψη ή «Λόγος του Θεού», αλλά είναι η εξαγωγή από την Αποκάλυψη, μέσω ενός λογικού συλλογισμού, συμπερασμάτων, που έχουν ως αντικείμενο τον Θεό και επομένως η εξάλειψη της λογικής από τη θεολογία για να τηρηθεί μόνο ο θείος Λόγος σημαίνει εκμηδένιση της στοχαστικής θεολογίας για νά ισχυριζόμεθα ότι διαισθάνόμεθα τον Θεό όπως οι άγγελοι ή οι ευλογημένοι στον ουρανό. Ο ίδιος ο Μπατίστα Μοντίν αναρωτιέται για τον Μπαλτάσαρ: «Δεν εκθέτει την Αποκάλυψη στον κίνδυνο ακρωτηριασμού;» (17). Και μάλιστα ο Μπαλτάσαρ γράφει: «Ο Θεός δεν μας εκδηλώνεται αρχικά ως Δάσκαλος ή Αλήθεια, ούτε ως Λυτρωτής ή Καλοσύνη, αλλά μας παρουσιάζεται για να δείξει την εκθαμβωτική μεγαλοπρέπεια της αιώνιας Τριαδικής του ζωής, πράγμα που είναι η αλήθινή ομορφιά» (HU VON BALTHASAR, Rechenscahft , σελ. 27) (18).

Όσον αφορά, λοιπόν, την έννοια της θεολογικής αρετής της Πίστης, η μπαλτασαριανή αισθητική νεο-θεολογία βεβαιώνει ότι «δεν διαμορφώνεται πλέον ως σκοτεινή αποδοχή κάτι ακατανόητου, αλλά ως χαρούμενη αποδοχή, συνοδευόμενη από όραμα, από γνώση [...]. Ο Θεός δεν παρουσιάζεται στον άνθρωπο μόνο με μυστηριώδη τρόπο […]. Αντίθετα, ο Θεός «παρουσιάζει» κάτι στον άνθρωπο και του το παρουσιάζει με τέτοιο τρόπο ώστε ο άνθρωπος να το δει, να το καταλάβει, να το οικειοποιηθεί και να το βιώσει ανθρώπινα» (19). Όπως μπορεί να φανεί, η πίστη για τον Balthasar θα ήταν ήδη η «μακάρια όραση», δεν θα υπήρχε το chiaroscuro, εδώ στη γη (chiaroscuro:έντονες αντιθέσεις ανάμεσα στο φως και το σκοτάδι), το μυστήριο «per speculum et in enigmate» (δι᾿ ἐσόπτρου ἐν αἰνίγματι), αλλά το «clare visum» (ξεκάθαρα φανερό), ο άνθρωπος δεν θα ήταν πια "viator" (ταξιδιώτης), αλλά ήδη "comprehensor" (γνώστης), δεν θα ήταν πια "στο δρόμο", αλλά ήδη "στην Πατρίδα". Η πίστη, για τον Μπαλτάσαρ, θα αντικατασταθεί, ήδη εδώ στη γη, από το «Lumen gloriae» (εξ ου και ο τίτλος της δογματικής-αισθητικής θεολογίας του: «Δόξα» στα γερμανικά «Herrlichkeit»), δηλαδή από εκείνο το ειδικό φως που ο Θεός χορηγεί στους ευλογημένους του Ουρανού για να μπορούν να τον δουν "facie ad faciem, sicuti est" και να είναι ευλογημένοι. Είναι ένας διαφορετικός τρόπος αναπαράστασης του παλιού μοντερνιστικού και νεομοντερνιστικού λάθους, ιδιαίτερα του ντε Λυμπάκ, της σύμπτωσης ή της «εγγενούς φύσης» μεταξύ φύσης και χάρης, φυσικής και υπερφυσικής τάξης, όπου η «επιθυμία για Θεό» δηλ. να γνωρίσουμε και να δούμε την ουσία ή το πρόσωπό του δεν είναι «υπό όρους» στην ελεύθερη βούληση του Θεού και «αναποτελεσματική» ως προς την ανθρώπινη ικανότητα, αλλά είναι απόλυτη, επαρκής και αποτελεσματική.

Μια θεωρία για την Αγία Τριάδα που δεν συνάδει με την Αποκάλυψη


Η υπεροχή του ωραίου έναντι του καλού και του αληθινού ωθεί τον Μπαλτάσαρ προς μια σύλληψη του Ευλογημένου Μυστηρίου τής Αγίας Τριάδος παρόμοια με αυτή του Ροσμίνι, όπου, ακόμη και χωρίς την Αποκάλυψη, ο άνθρωπος μπορεί να κατανοήσει μέ ευκολία την Τριάδα των θείων Προσώπων (20). Επιπλέον, ο Balthasar αποστασιοποιείται από τον Άγιο Αυγουστίνο και τον Άγιο Θωμά, οι οποίοι βρήκαν την πομπή του Υιού από τον Πατέρα στη γνώση (ο Υιός είναι ο Λόγος ή η Ιδέα του Πατέρα) και αυτή του Αγίου Πνεύματος από τον Πατέρα και τόν Υιό τήν βασίζουν στην αγάπη (αφού ο Πατέρας που γνωρίζει τον εαυτό του στον Λόγο αγαπά τον εαυτό του και τον αγαπά, και ο Λόγος που γνωρίζει τον Πατέρα αγαπά τον εαυτό του και τον αγαπά και αυτός = "Since the Father, knowing Himself in the Word, loves Himself and loves Him, and the Word, knowing the Father, loves Himself and loves Him again"). Για τόν Μπαλτάσαρ ο Πατέρας είναι η πηγή της αγάπης που δίνεται ολοκληρωτικά στον Υιό και ο Υιός με τη σειρά του επιστρέφει ολοκληρωτικά στην αγάπη του Πατέρα, έτσι ώστε η αμοιβαία αγάπη τους να επεκτείνεται στο Άγιο Πνεύμα, το οποίο είναι η καρποφορία τής θείας αγάπης. Αλλά αν –ρωτάμε– και η πρώτη πομπή (του Υιού από τον Πατέρα) είναι μια πομπή αγάπης και όχι πλέον γνώσης, σε τι διαφέρει από τη δεύτερη πομπή του Αγίου Πνεύματος από τον Πατέρα και τον Υιό, που είναι μια πομπή Αγάπης;

Σε αντίθεση με τον Μπαλτάσαρ, η Αγία Γραφή αποκαλεί το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας Υιό, τον Μονογενή Λόγο του Πατέρα (Ιωάν. Ι, 14) ή Σοφία. Αυτό όμως σημαίνει ότι η πορεία του Υιού από τον Πατέρα είναι "secundum operationem intellectivam" (Αγιος Αυγουστίνος, De Trinitate, VII, 2). Πράγματι, λέμε ότι ο νους συλλαμβάνει τις δικές του σκέψεις- ονομάζουμε τις έννοιες ή τις ιδέες καρπούς της γνώσης μας και τα μέρη προϊόντα της σκέψης μας (R. GARRI-GOU-LAGRANGE, Deo Trino, Torino, Marietti, 1943). Έτσι, στην πομπή στον Θεό secundum operationem intellectivam (σύμφωνα με την λειτουργία της νοητικής διαδικασίας) αποδίδεται η ονομασία γένεση με την ορθή έννοια και στα δύο άκρα (αρχή και τέλος) αυτής τα ονόματα Πατέρας και Υιός (S. Th., I, q. 27, a. 2, ad 2um). Επιπλέον, εφόσον η Αποκάλυψη μάς μιλάει όχι μόνο για τον Πατέρα και τον Υιό, αλλά και για το Άγιο Πνεύμα, πρέπει λογικά να συμπεράνουμε ότι υπάρχει μια δεύτερη πομπή στον Θεό. Στο Ευαγγέλιο (Ιωάννης XIV: 16) ο Ιησούς λέει: "Θα παρακαλέσω τον Πατέρα να σας στείλει έναν άλλο Παράκλητο". Τώρα, αποκαλώντας το Άγιο Πνεύμα "άλλον Παράκλητο", ο Ιησούς ήθελε να καταλάβουμε ότι, όπως Εκείνος εκπορεύεται από τον Πατέρα, έτσι και το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα, αλλά ότι, για να είναι διαφορετικό από τον Λόγο, το Άγιο Πνεύμα πρέπει να εκπορεύεται από τον Πατέρα με μια άλλη πομπή διαφορετική από την πρώτη. Ότι αυτή η δεύτερη πομπή είναι secundum operationem volitivam (σύμφωνα με τη λειτουργία της θέλησης) μπορεί να συναχθεί από τους όρους που χρησιμοποιούνται στην Αγία Γραφή, οι οποίοι μας μιλούν για το Άγιο Πνεύμα ως Πνεύμα, Άνεμος ή Προσπάθεια, όροι που θυμίζουν την ιδέα της αγάπης. Όταν το Άγιο Πνεύμα κατέβηκε στους Αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής, εμφανίστηκε με "μορφή γλωσσών πυρός" (Πράξεις ΙΙ:1-4) και η φωτιά συμβολίζει την αγάπη. Επιπλέον, το Άγιο Πνεύμα αποκαλείται "Δώρο" (Πράξεις ΙΙ, 20- 38), και η προσφορά είναι το αποτέλεσμα της αγάπης. Τέλος, ο Άγιος Παύλος αποκαλύπτει ρητά: "Η φιλανθρωπία ή η αγάπη εμφυσήθηκε στις καρδιές μας από το Άγιο Πνεύμα, το οποίο μας δόθηκε" (Ρωμ. V, 5). Επομένως, αν το Άγιο Πνεύμα στον Θεό είναι αγάπη και η αγάπη είναι η κύρια πράξη της βούλησης, η πορεία σύμφωνα με την οποία το Άγιο Πνεύμα πορεύεται στον Θεό είναι secundum operationem volitivam (S. Th., I, q. 27, a. 3). Και αυτό συνάγεται από την ίδια την Αποκάλυψη. Επομένως, η θεωρία του Balthasar για την Αγία Τριάδα δεν ανταποκρίνεται ούτε στα αποκαλυπτικά δεδομένα ούτε στην ορθή θεολογία.

Συμπέρασμα

Μπορεί να ειπωθεί ότι οι «νέοι θεολόγοι», που συμμετείχαν στη Δεύτερη Σύνοδο του Βατικανού (προσωπικά ή παρασκηνιακά) ως «περιηγητές» του Ρήνου που κατέληξε στον Τίβερη, μπορούν να χωριστούν σε υπερπροοδευτικούς και ημιπροοδευτικούς. Οι πρώτοι (Rahner, Küng, Schillebeeckx, Congar, Chenu), τείνουν να είναι πανθεϊστές, ενός ανερχόμενου πανθεϊσμού, στον οποίο ο άνθρωπος γίνεται Θεός (παν-κοσμικός πανθεϊσμός). Ενώ οι τελευταίοι (de Lubac, Balthasar, Daniélou, Ratzinger) είναι μέ φθίνοντα τρόπο: είναι ο Θεός που απορροφά τον κόσμο και τον άνθρωπο μέσα του (α-κοσμικός πανθεϊσμός). Αυτό που τους ενώνει είναι η ουσία της εμανεντιστικής (εμμανιστικής) φιλοσοφίας, ενώ αυτό που τους διακρίνει είναι το ατύχημα του τρόπου: ο εμμανεντισμός εκφράζεται και βιώνεται πιο ριζικά στην πρώτη, πιο μέτρια στη δεύτερη.

Αλλά «όσο πιο κρυφό είναι το λάθος, τόσο πιο επικίνδυνο είναι, αφού εξαπατά τόσο περισσότερο, καθώς διακρίνεται λιγότερο εύκολα» (Πατήρ Reginaldo Garrigou-Lagrange). Τώρα ένας από τους πιο κρυμμένους είναι ο ίδιος ο Μπαλτάσαρ. Αν τον μελετήσεις όμως προσεκτικά, μπορείς να δεις την εμανεντιστική φιλοσοφική-δογματική του τάση και, αν προσέξεις τα κοινά σημεία των δασκάλων του από τον Πλωτίνο έως τον Μπούμπερ, μπορείς να δεις ότι ο πανθεϊστικός-εμμανεντισμός είναι το τσιμέντο που τους ενώνει από το 270 έως το 1995. Στη συνέχεια γίνεται κατανοητή (αλλά όχι δικαιολογημένη) η «θυμωμένη» αντίδραση του Balthasar στην εγκύκλιο Humani generis του Pius XII, η οποία υπέδειξε στον εμμανεντισμό την καρδιά της «νέας θεολογίας», η οποία «οδηγεί στην αποστασία», όπως έγραψε ο πατέρας Reginaldo Garrigou -Lagrange (La nouvelle Théologie. Ou va-t-elle ?, στο “ Angelicum”, 1946; η μετάφρασή μας στο sì sì no no, 31 Μαρτίου 1994, σελ. 1 και εξής).


Μπερναρντίνος


ΣΗΜΕΙΩΣΗ

1 -PLOTINO , γεννήθηκε στην Αίγυπτο στο Lviv το 205 και πέθανε στη Ρώμη το 270. Η φιλοσοφία του ονομάζεται νεοπλατωνική.
2 - Περί του διφορούμενου μυστικισμού του Adrienne von Speyr βλ. ναι ναι όχι όχι 28 Φεβρουαρίου 2003 σελ. 1 ss και επίσης 15 Οκτωβρίου 1992 σελ. 27.
3 - B. MONDIN, Οι μεγάλοι θεολόγοι του εικοστού αιώνα , Τορίνο, Borla, 1969, 1ος τόμος, σελ. 273. Περί Balthasar βλ. επίσης R. FISICHELLA, HU von Balthasar. Dynamics of love and credibility of Christianity , Ρώμη, 1981. K. LEHEMANN-W. KASPER, HU von Balthasar. Figure and work , Casale Monferrato, Piemme, 1991.
4 - B. MONDIN, Ibidem , σελ. 270.
5 - Breaking down the ramparts, Turin, Borla, 1966, σσ. 43-44.
6 - The whole in the fragment [1963], Milan, Jaca Book, 1970, σελ. 66.
7 - F. ARDUSSO, Contemporary Theology , Turin, Marietti, 1980, σελ. 398.
8 - Όλα στο απόσπασμα , σελ. 41.
9 - Εδώ
10 - B. MONDIN, ό.π. ci t., pp. 288-289.
11 - Εδώ.
12 - Ι. ΔΑΝΙΕΛΟΥ, Essai sur le mystère de l'histoire , Παρίσι, 1953, 15.
13 - Βλ. G. CAVALCOLI, The denial of hell in the theology of K. Rahner and E. Schillebeeckx , στο “ Fides Catholica ”, 2/2008, σσ. 433-468. Ο συγγραφέας στη σελ. 559, σημ. 60 αναφέρει και το Balthasar.
14 - HU VON BALTHASAR, Only love is credible , Turin, Borla, 1965, pp. 50-54.
15 - Ibidem , σελ. 55
Διαίσθηση είναι η άμεση και άμεση γνώση ενός αντικειμένου που συλλαμβάνεται στην ατομική του πραγματικότητα. Για τον Άγιο Θωμά μόνο οι αισθήσεις διαισθάνονται ή «βλέπουν, πιάνουν», κατευθείαν, το πράγμα που είναι μπροστά τους (βλέπω ένα σπίτι, ένα δέντρο, τον Αντόνιο…). ενώ τα άυλα αντικείμενα (Θεός, άγγελος, ψυχή, ουσία, ον) δεν είναι κατανοητά από τον άνθρωπο, ο οποίος, όντας αποτελούμενος από ψυχή και σώμα, πρέπει να αφαιρέσει την ουσία ή την κατανοητή ουσία από το αισθητό πράγμα, σχηματίζοντας έτσι μια ιδέα για το πράγμα. και στη συνέχεια συνδυάστε δύο έννοιες χρησιμοποιώντας ένα ρήμα, διατυπώνοντας μια κρίση (το σπίτι είναι όμορφο). Επιπλέον, συνθέτοντας δύο κρίσεις, που έχουν κοινό μέσο όρο, βγάζει ένα συμπέρασμα, μέσω ενός συλλογισμού ή συλλογισμού (Ο άνθρωπος είναι αθάνατος. Τώρα ο Αντόνιο είναι άνθρωπος. Επομένως ο Αντόνιο είναι αθάνατος). Μόνο ο Θεός και ο άγγελος, που δεν έχουν σώμα, μπορούν άμεσα να διαισθανθούν ή να δουν το κατανοητό ή μη αισθητό πράγμα. Το να προσποιείσαι ότι ο άνθρωπος διαισθάνεται κατανοητές ουσίες ή συλλαμβάνει αμέσως συμπεράσματα, χωρίς να χρειάζεται να συλλογιστεί, είναι «αγγελισμός», δηλαδή το τεκμήριο ότι ο άνθρωπος είναι άγγελος ή καθαρό πνεύμα, που δεν αποτελείται από ψυχή και σώμα.Quod repugna t.
16 - G. MONDIN, ό.π. cit ., σελ. 296.
17 - Εδώ
18 - Παρατίθεται στο F. ARDUSSO, the contemporary Theology, Turin, Marietti, 1980, σελ. 396.
19 - Herrlichkeit. Eine theologische Aesthetik , [Gloria. A Theological Aesthetic], I Scau der Gestalt [Η αντίληψη της μορφής], Einsiedeln, Johannes, 1961, σελ. 113, παρατίθεται στο B. MONDIN, Ibidem , p. 282.
20 - Ο Άγιος Θωμάς ( S. Th ., I, q. 32, a. 1) εξηγεί ότι - όσον αφορά τον Θεό - ο άνθρωπος μπορεί να γνωρίζει, με καθαρή λογική, μόνο αυτά που μας δείχνουν τα αποτελέσματα ή τα πλάσματα του Δημιουργού. επιστροφή από αποτέλεσμα σε αιτία. Τώρα, κανένα πλάσμα δεν μας εκδηλώνει μια ad intra δραστηριότητα του Θεού, αλλά ο Θεός μας εκδηλώνεται μόνο ως η πρώτη άκτιστη Αιτία και δημιουργός των πάντων. Τώρα η δημιουργία είναι κοινή σε ολόκληρη την Τριάδα, η οποία είναι βολική σε μια ενιαία Φύση, έτσι ώστε μόνο από τη λογική δεν μπορούμε να γνωρίζουμε απολύτως ότι ο Θεός είναι Τριαδικός. Επομένως, συνεχίζει ο Άγιος Θωμάς, δεν πρέπει καν να προσπαθήσουμε να αποδείξουμε τα SS. Τριάδα με καθαρό φυσικό λόγο. Πράγματι, θα ήταν να ισχυριστούμε ότι ο Θεός είναι, όπως τα πλάσματα, ένα πράγμα ανάλογο με τη φυσική μας γνώση:
"Ανόητος είναι αυτός που ελπίζει ότι η λογική μας / Μπορεί να περάσει τον άπειρο δρόμο, / που κρατά μια ουσία σε τρία πρόσωπα" (Dante Purg . III, 34).

VON BALTHASAR: LA “TERZA VIA” Tra “ortodossia” e “ultra-progressismo” - Articolo di Bernardinus su Si Si No No (www-unavox-it.translate.goog)

Η ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ ΟΠΩΣ ΒΛΕΠΟΥΜΕ ΚΑΤΑΓΕΤΑΙ ΑΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ 2η ΒΑΤΙΚΑΝΕΙΟ ΣΥΝΟΔΟ ΜΕ ΤΟΝ ΕΝΑ Ή ΜΕ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΤΡΟΠΟ.

Το πάθος τής φιλαυτίας (Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος)

                                       

Ἡ ὅλη συζήτηση γιά τούς ὁμοφυλοφίλους καί τόν «γάμο» τους πού γίνεται στίς ἡμέρες μας ἀνέδειξε, μαζί μέ ἄλλα, κυρίως τό πάθος τῆς φιλαυτίας. Βέβαια, αὐτό δέν ἰσχύει μόνο γιά τούς ὁμοφυλόφιλους, ἀλλά καί γιά τούς ἑτερόφυλους, ὅταν θέτουν ὡς κέντρο τῆς ζωῆς τους τήν παράλογη καί ὐπερβολική ἀγάπη στό σῶμα τους, καί περιορίζονται μόνο στά ἔνστικτα, παραγνωρίζοντας τόν ὅλο ἄνθρωπο. Αὐτό στήν πατερική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας ὀνομάζεται φιλαυτία.

Ἡ λέξη φιλαυτία στήν σύγχρονη γλώσσα ἑρμηνεύεται ὡς «ἡ ὑπερβολική ἀγάπη κάποιου γιά τόν ἑαυτό του», «ἡ ἐγωπάθεια», σέ ἀντίθεση μέ τήν φιλαλληλία, τήν ἀγάπη πρός τούς ἄλλους. Ὅμως, στήν πατερική παράδοση ἡ φιλαυτία δέν θεωρεῖται ὡς ἀγάπη πρός τόν ἑαυτό μας, ἀλλά ὡς ἡ ὑπερβολική ἀγάπη γιά τό σῶμα μας μέ τήν ἱκανοποίηση ὅλων τῶν ἀπαιτήσεων καί ἡδονῶν του.

Ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, γιά παράδειγμα, γράφει ὅτι φιλαυτία εἶναι «ἡ τοῦ σώματος ἄλογος (παράλογος) φιλία». Ἀλλοῦ γράφει ὅτι φιλαυτία εἶναι «ἡ πρός τό σῶμα ἐμπαθής καί ἄλογος φιλία». Καί ἀλλοῦ γράφει ὅτι φιλαυτία εἶναι «τό πρός τό σῶμα πάθος». Ἔτσι, ἡ φιλαυτία εἶναι τό πάθος πρός τό σῶμα, ἡ ἐμπαθής καί παράλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα, ὁπότε ἡ φιλαυτία ἀντίκειται στήν ἀγάπη καί τήν ἐγκράτεια, γι’ αὐτό «ὁ ἔχων τήν φιλαυτίαν, δῆλον ὅτι ἔχει πάντα τά πάθη».

Κατά τόν ἅγιο Μάξιμο τόν Ὁμολογητή, ἡ φιλαυτία ὡς ἄλογη-παράλογη φιλία τοῦ σώματος εἶναι ἡ ρίζα ὅλων τῶν παθῶν, πού σημαίνει ὅτι ὅλων τῶν παθῶν προηγεῖται ἡ φιλαυτία καί ἀκολουθεῖ τό «ἔσχατον», πού εἶναι ἡ ὑπερηφάνεια. Ἡ φιλαυτία εἶναι «ἡ μητέρα τῶν παθῶν», ἡ ρίζα ἀπό τήν ὁποία προέρχονται ὅλα τά πάθη, ἀπό τήν ὁποία φιλαυτία προέρχονται οἱ τρεῖς γενικώτατοι «ἐμπαθεῖς λογισμοί» πού εἶναι τῆς γαστριμαργίας, τῆς φιλοδοξίας καί τῆς κενοδοξίας, καί ἀπό ἐκεῖ γεννιέται ὅλος «ὁ τῶν κακῶν κατάλογος». Ἔτσι, «ὁ ἔχων τήν φιλαυτίαν δῆλον ὅτι ἔχει πάντα τά πάθη».

Ἡ παράλογη ἀγάπη πρός τό σῶμα ἐκφράζεται μέ τήν ἰκανοποίηση ὅλων τῶν ἀπαιτήσεων, τῶν ἡδονῶν καί τῶν ἀναγκῶν του, ἀνεξάρτητα ἀπό τήν ὅλη συγκρότηση τοῦ ἀνθρώπου, τήν λογική του ἡγεμονία καί τήν ἠθική μέ τήν γενική καί εἰδική ἔννοια τοῦ ὅρου. Μέ τό πάθος τῆς φιλαυτίας ὁ ἄνθρωπος θέλει ἀφ’ ἑνός μέν νά ἱκανοποιῆ ὅλες τίς σωματικές ἡδονές καί τίς γενετήσιες ὁρμές χωρίς ὅρια, ἀφ’ ἑτέρου δέ νά ξεκουράζη ἄμετρα τό σῶμα, ὥστε νά μή ὑποβάλλεται σέ θυσίες.

Ὅλη ἡ ἄμετρη «σεξουαλικότητα» καί ἡ συνεχής ἱκανοποίησή της, πού εἶναι τό μοντέλο τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου καί τῆς σύγχρονης κοινωνίας, ὑπάγεται στό πάθος τῆς φιλαυτίας. Ὅμως, ἡ ἀσκητική τῆς Ἐκκλησίας ἀποβλέπει στήν ἀντιμετώπιση τῆς φιλαυτίας μέ τήν κατά Χριστόν ἄσκηση καί τήν ἰσορροπία μεταξύ ψυχῆς καί σώματος σέ σχέση μέ τίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτό, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής, «μή ἔσο φίλαυτος καί ἔσῃ φιλόθεος». Καί ὅποιος εἶναι φιλόθεος εἶναι καί φιλάνθρωπος, διαφορετικά ὁ φίλαυτος εἶναι καί μισόθεος καί μισάνθρωπος. Θεωρῶ ὅτι τό βασικό πάθος τῆς ἐποχῆς μας εἶναι τό πάθος τῆς φιλαυτίας, ὅπως ὁρίζεται ἀπό τούς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας
.

(Πηγή: parembasis.gr)


Το πάθος τής φιλαυτίας (Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος) | Η ΑΛΛΗ ΟΨΙΣ (alopsis.gr)


ΕΣΤΩ ΚΑΙ ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΑ ΚΑΠΟΙΟΣ ΝΑ ΠΑΡΕΙ ΘΕΣΗ ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΣΤΗΝ ΜΑΣΟΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΡΟΦΗ ΠΟΥ ΣΠΕΡΝΕΙ Ο ΛΟΥΔΟΒΙΚΟΣ. ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΙΣΤΟΙ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΤΟ ΡΑΣΟ ΓΙΑ ΝΑ ΚΟΙΜΟΥΝΤΑΙ ΗΣΥΧΟΙ.

Μια αντικατάσταση του πολιτισμού - Οι νέοι έχουν το δικαίωμα να γνωρίζουν

του Φραντσέσκο Λαμεντόλα



Ζούμε στην κουλτούρα των δικαιωμάτων: όλοι κυματίζουν, διεκδικούν, απαιτούν την αναγνώριση μιας άπειρης σειράς δικαιωμάτων. Κανείς δεν μιλάει ποτέ για καθήκοντα, ακόμα λιγότερο για θυσίες, παραιτήσεις, την αργή, υπομονετική και άξια κατάκτηση αυτού που ειλικρινά και νόμιμα επιδιώκει. Όλοι περιμένουν την επιτυχία στη γωνία, μαζί με χρήματα, σεξ, δόξα και δύναμη (εξουσία), αλλά όχι λόγω κάποιας ικανότητας, καλλιεργημένης με σοβαρότητα και επιμέλεια, αλλά μάλλον με βάση το τίποτα, τον πιο θρασύ ναρκισσισμό και τον αγνό και απλό κυνισμό.

Σε αυτή τη μέθη, σε αυτό το όργιο δικαιωμάτων και διεκδικήσεων, σε αυτόν τον παροξυσμό της αυτοαποκαλούμενης πολιτικής δέσμευσης, των ιερών «αγώνων», των «μαχών» και «εκστρατειών» για δικαιοσύνη, ελευθερία και ειρήνη, καθώς και ιδεολογική μαχητικότητα καί στράτευση (η οποία μόνο παρακμή των ιδεολογιών δέν δείχνει: αν όλα έχουν γίνει πλέον ιδεολογικά, ακόμα και η τουαλέτα!), αυτό που χτυπά περισσότερο τους ανθρώπους που πέρασαν τα χρόνια είναι η συστηματική, πονηρή, προγραμματισμένη αφαίρεση του παρελθόντος, ώστε οι νέοι όχι μόνο να μην μπορούν νά κάνουν συγκρίσεις, αλλά δεν ξέρουν καθόλου τι ήταν η κοινωνία μας, τι ήταν η οικογένεια, τι ήταν το σχολείο, τι ήταν η Εκκλησία, τι ήταν ο στρατός, τι η πατρίδα, τι ήταν η δουλειά, η αποταμίευση, άρα και οι τράπεζες, και τι ήταν η τηλεόραση και ο αθλητισμός, πριν από την πλημμύρα: πριν από τη μεγάλη μετάλλαξη που, ξεκινώντας από το δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα, και σήμερα με έναν ολοένα πιο σφιχτό, ακόμη και φρενήρη ρυθμό, έχει κυριολεκτικά αλλάξει το πρόσωπο του κόσμου στον οποίο ζούμε, από τις πιο δευτερεύουσες λεπτομέρειες μέχρι τα πιο σημαντικά πράγματα, και αυτό τόσο στο πλαίσιο της ιδιωτικής ζωής (ή ό,τι απομένει από αυτήν) όσο και σε αυτό της δημόσιας ζωής. Στην πραγματικότητα, αν ο κόσμος έχει αλλάξει τελείως την εμφάνισή του, αλλά οι νέοι δεν το ξέρουν, ούτε πρέπει να το ξέρουν. Αν αυτή η υποκατάσταση του πολιτισμού, από έναν πολιτισμό αξιών σε έναν πολιτισμό μονομερών δικαιωμάτων (και επομένως του τίποτα), από έναν πολιτισμό της ζωής, με πολλές γεννήσεις και εμπιστοσύνη στο αύριο, σε έναν πολιτισμό θανάτου, πλούσιο μόνο σε αντισύλληψη,  αμβλώσεις,  ευθανασία,  δωρεάν ναρκωτικά και τόν γάμο ομοφυλοφίλων, άν συμβαίνουν χωρίς οι νέοι να γνωρίζουν ότι έχει συμβεί και μπορεί να τους κάνει να πιστέψουν ότι αυτό είναι πολιτισμός, ότι κάθε αληθινός πολιτισμός είναι παρόμοιος με αυτόν στον οποίο ζούμε τώρα, δηλαδή ότι σε κάθε αληθινό πολιτισμό κυριαρχούν τα μονόδρομα δικαιώματα, η άμβλωση (το δικαίωμα να σκοτώνεις το αγέννητο παιδί), η ευθανασία (το δικαίωμα να σκοτώνεις τούς ηλικιωμένους και άρρωστους ή να αυτοκαταστρέφεσαι), τά δωρεάν ναρκωτικά (το δικαίωμα να αυτοκαταστρέφεσαι λίγο-πολύ αργά και να καταστρέφεις τα μέλη της οικογένειάς σου), ο ομοφυλοφιλικός γάμος (το δικαίωμα του αρσενικού να γίνει θηλυκό για έναν άλλο άνδρα· και για το θηλυκό, να γίνει αρσενικό για ένα άλλο θηλυκό), τότε αυτό είναι, το παιχνίδι έχει τελειώσει. Ποιο παιχνίδι; Αυτό της δημιουργίας μιας καταστροφικής κατάστασης που είναι επίσης χωρίς δυνατότητα επιστροφής. Μια κόλαση από την οποία δεν υπάρχει δυνατότητα λύτρωσης.
Και γιατί το κάνουν; Θα το ξέρουν αυτό, ή τουλάχιστον οι σκεπτόμενοι επικεφαλής του παγκόσμιου έργου που μόλις περιγράψαμε, και αγνοώντας τη μάζα χρήσιμων ηλιθίων, τους ιππότες του τίποτα, αυτοί που νομίζουν ότι δίνουν τον «καλό αγώνα» για ελευθερίες και δικαιώματα, καί ίσως εντάσσονται στους χρήσιμους συνδυάζοντας ίσως το χρήσιμο με το καθήκον και κατακτώντας, εν τω μεταξύ, ή ενισχύοντας, τις καρέκλες τους, τις καθηγητείες τους, τις θέσεις εξουσίας τους, και εξασφαλίζοντας στον εαυτό τους έναν τραπεζικό λογαριασμό με μερικά επιπλέον μηδενικά: (pecunia non olet = τα χρήματα δεν έχουν μυρωδιά ). Αυτή η δήλωση χρησιμοποιείται από όσους αποδίδουν απόλυτη αξία στα χρήματα, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους . Η λατινική φράση αποδίδεται στον αυτοκράτορα Βεσπασιανό (979 μ.Χ.), ο οποίος δικαιολόγησε έτσι τον φόρο που επέβαλε στα δημόσια λουτρά.

Αναγνωρίζουμε ότι αυτό, και τίποτα άλλο, είναι αυτό που συμβαίνει.

Και έτσι, έχοντας φτάσει σε αυτό το σημείο, όσοι, όπως εμείς, που βρίσκονται στα φτερά , έχουν ένα ξεκάθαρο καθήκον να εκπληρώσουν: να αποτρέψουν αυτόν τον βρώμικο ελιγμό από το να πραγματοποιηθεί χωρίς αμφισβήτηση. Πώς; 
Λέγοντας στους νέους ότι ο πολιτισμός δεν είναι αυτό το πράγμα εδώ, στο οποίο γεννήθηκαν και μεγάλωσαν, αλλά κάτι άλλο. Και ότι εμείς, αν και δεν έχουμε φτάσει ακόμη στην ηλικία του Μαθουσάλα, έχουμε δει ωστόσο αρκετές πηγές για να μάθουμε, αφού το είδαμε, και να καταθέσουμε, ότι η οικογένεια, το σχολείο, η Εκκλησία, η τηλεόραση, ο αθλητισμός, ο στρατός, η δουλειά, οι αποταμιεύσεις, ακόμη και οι τράπεζες, μέχρι πριν από μερικές δεκαετίες, ήταν κάτι άλλο: και ότι οι γονείς και οι παππούδες μας, οι δάσκαλοί μας και οι ιερείς μάς έδιναν μια πολύ διαφορετική μαρτυρία ζωής από αυτή που δέχονται αυτοί, οι νέοι, σήμερα. 

Το πρόβλημα είναι ότι τήν λαμβάνουν ακριβώς από εμάς, από εκείνους της γενιάς μας: και δεν είναι, γενικά, μια εξαιρετική μαρτυρία, πράγματι, είναι συχνά ελάχιστα
αποδεκτή: αποτελείται από πάρα πολλούς συμβιβασμούς, πάρα πολλά μικρά κόλπα, πάρα πολλά μισογυνικά ημίμετρα, πάρα πολλές αυτάρεσκες αδυναμίες, υπερβολική έλλειψη ευθύνης.
Ιδού, λοιπόν, ότι η μαρτυρία για το τι είναι ένας αληθινός πολιτισμός και αυτό που υπήρξε, γίνεται, για εκείνους της γενιάς μας, καθήκον και επανόρθωση: ήμασταν εμείς που δώσαμε το κακό παράδειγμα, που δεν ήμασταν πολύ θετικά πρότυπα για τους σημερινούς νέους. Πρέπει λοιπόν να προσπαθήσουμε να επιδιορθώσουμε το χάος που οι ίδιοι έχουμε προκαλέσει. Πριν φύγουμε, έχουμε καθήκον να ενημερώσουμε τους νέους ότι μπορούμε να ζήσουμε με άλλο τρόπο. Ότι υπάρχει άλλος τρόπος να είσαι γονιός, να είστε δάσκαλοι, επαγγελματίες, εργάτες, τεχνίτες, έμποροι. Ότι υπάρχει άλλος τρόπος να είσαι πολίτης, να είσαι αθλητής, να κάνεις τηλεόραση, ή κινηματογράφο ή ψυχαγωγία. Ότι υπάρχει ένας άλλος τρόπος να είσαι Χριστιανός και Καθολικός, πολύ διαφορετικός από εκείνους που είναι αναμφισβήτητα δημοφιλείς αυτή τη στιγμή, αλλά που έχουν το ελάττωμα να ενώνονται με την ίδια τάση να επιδιώκουν το μέγιστο αποτέλεσμα με την ελάχιστη προσπάθεια, να θέλουν να εμφανίζονται περισσότερο και καλύτεροι από αυτό που πραγματικά είναι κανείς, και να στολίζει ακόμα και τα πιο επαίσχυντα πράγματα, καθιστώντας σαφές ότι δεν είναι η ασχήμια που είναι, στην πραγματικότητα, αλλά όμορφα, ποιητικά πράγματα, ή, τουλάχιστον, «γνήσια» και «αυθεντικά» πράγματα, σαν να επέτρεπε οποιαδήποτε υπερβολή, οποιαδήποτε άδεια, οποιαδήποτε φρίκη.

Πότε αρχίσαμε να εκτροχιαζόμαστε; Ω, πολύ, πολύ καιρό πριν. Και αυτό δεν είναι δική μας ευθύνη, ούτε των γονιών μας, αλλά των προγόνων μας, αρκετές γενιές πίσω. Αλλά δεν το συζητάμε, ούτε καν το πιστεύουμε ότι είναι δυνατό, γιατί σε μια κοινωνία, όπως η δική μας, που βασίζεται στο δόγμα της προόδου, είναι ξεκάθαρο ότι οι άνθρωποι εξελίσσονται, οπότε είναι πολύ λίγοι οι πρόθυμοι να πιστέψουν ότι, ίσως, ισχύει το αντίθετο: ότι η ιστορία της σύγχρονης Δύσης είναι αυτή μιας αργής (τώρα, ωστόσο, όλο και λιγότερο αργής), αδυσώπητης και, από πολλές απόψεις, εν γνώσει της, επιθυμητής και επιδιωκόμενης, οπισθοδρόμησης.

Ωστόσο, αν υποδεικνύαμε μια κατά προσέγγιση ημερομηνία από την οποία αυτή η οπισθοδρόμηση πήρε έναν πιο αποφασιστικό ρυθμό και άρχισε να εκδηλώνεται ορατά, δηλαδή, να μην φοβόμαστε να αρχίσουμε να βλέπουμε αυτό που πραγματικά είναι (άρα, ο ύπνος και οι ρυθμισμένοι εγκέφαλοι δεν καταγράφουν πράγματα, ακόμα κι αν τα δουν ), σίγουρα θα λέγαμε: Οκτώβριος 1962 για την Καθολική Εκκλησία, με την έναρξη της Β' Συνόδου του Βατικανού και Μάιος του 1968 (αλλά, στην Ιταλία, ιδιαίτερα το φθινόπωρο του 1969) για την κοινωνία των πολιτών. Φυσικά, η πραγματική φύση αυτών των δύο γεγονότων, τής Συνόδου και της Αμφισβήτησης, εμφανίστηκε και εκδηλώθηκε πλήρως μόνο αργότερα. Εκείνη την εποχή, χάρη στη στάση των μέσων μαζικής ενημέρωσης και της διανόησης κανείς, ή πολύ λίγοι, δεν είχαν αμφιβολίες για την καλοσύνη τους. Και, εν προκειμένω, ακόμη και σήμερα υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που συνεχίζουν να εκφράζουν θετική γνώμη και για τα δύο, καί πράγματι, λυπούνται που αυτή η «εποχή» ανήκει στο παρελθόν.

Πράγματι, ειδικά στον Καθολικό κόσμο, υπάρχουν πολλοί που θα ήθελαν να το αναβιώσουν, ή ακόμη και να το πιέσουν ακόμη περισσότερο, «να το συνειδητοποιήσουν πλήρως», όπως λένε, παραπέμποντας συνεχώς σε ένα απροσδιόριστο «πνεύμα» τής Συνόδου το οποίο, ευτυχώς, δεν είναι, αυτό που πρέπει να γράφεται με κεφαλαίο γράμμα, αλλά το οποίο παίρνουν εξίσου σοβαρά με αυτό, αν όχι ακόμη περισσότερο.
Και είναι ακριβώς λόγω της αβέβαιης ή μη συνειδητοποίησης του τι σημαίνει η εποχή της Συνόδου στην Εκκλησία και η εποχή της Αμφισβήτησης στην κοινωνία των πολιτών για την ιστορία της σύγχρονης Δύσης, δηλαδή για τον δικό μας πολιτισμό, πού μ' αυτό θα μπορούσε κανείς να σχεδιάσει έναν ξεκάθαρο διανοητικό χάρτη των σημερινών ανθρώπων: από τη μια μεριά εκείνοι που δεν κατάλαβαν και δεν έμαθαν τίποτα, δηλαδή οι ηλίθιοι, οι αυταπατόμενοι και οι τρελοί, που συνεχίζουν να δίνουν μια κολακευτική γνώμη για αυτά τα δύο γεγονότα
· από την άλλη, εκείνοι που έχουν καταλάβει, ή τουλάχιστον έχουν διαισθανθεί, ή υποψιάζονται κάτι, και έχουν απελευθερωθεί, αν το είχαν ποτέ, από αυτήν την παράλογη και ανεξήγητη γοητεία. Ανεξήγητη, βέβαια, αν όχι με ψυχοπαθολογικούς όρους ή, χειρότερα, με όρους κυνικού καριεριστικού οπορτουνισμού (καιροσκοπισμού). Και ένας Θεός ξέρει αν υπάρχουν λίγοι, αμετανόητοι πρώην εξήντα οχτώ, που σήμερα καταλαμβάνουν θέσεις κύρους, πολύ καλά αμειβόμενοι, και τις καταλαμβάνουν με την ίδια ευκολία που κούνησαν την κλειστή αριστερή τους γροθιά και παρέλασαν στις πλατείες φωνάζοντας τα παράφρονα συνθήματά τους, με τα οποία υμνούσαν το τέλος της ταξικής εκμετάλλευσης και την ευτυχισμένη έλευση της κομμουνιστικής και ελευθεριακής κοινωνίας (ένα οξύμωρο, η τελευταία, τόσο σκληρή, που από μόνη της θα έπρεπε να είχε κάνει ξεκάθαρη και εμφανή τη διανοητική τους έλλειψη).

Επομένως, αγαπητά παιδιά, οι έντιμοι άνθρωποι της γενιάς μου στρέφονται σε εσάς και σας λένε: μην κοροϊδεύεστε, μην εξαπατάστε! Δεν είναι ότι εξιδανικεύουμε το παρελθόν, τα παιδικά μας χρόνια· είναι ότι, παρόλο που δεν ήταν, η κοινωνία των δεκαετιών του '50 και του '60 του εικοστού αιώνα, μια τέλεια ή ειδυλλιακή κοινωνία, ήταν, ωστόσο, πολύ πιο ανθρώπινη και βιώσιμη από τη σημερινή: ακόμα κι αν δεν υπήρχε η σημερινή τεχνολογία, ούτε η σημερινή ευημερία, και ακόμη κι αν παιδιά - φρίκη! - δεν έπαιζαν με κινητά τηλέφωνα και υπολογιστές, αλλά με αυτοκίνητα και κούκλες, ή απλώς να κυνηγούν ο ένας τον άλλον στο γρασίδι, η κοινωνία στο σύνολό της και στους βασικούς της θεσμούς, η οικογένεια, το σχολείο, η Εκκλησία και, κυρίως, ο τρόπος ζωής της πλειοψηφίας των μεμονωμένων ανθρώπων, ήταν πολύ λιγότερο διεστραμμένος, ή, αν προτιμάτε, πιο προηγμένος, από τη σημερινό, ο οποίος, συγκριτικά, παρουσιάζει μάλλον τα χαρακτηριστικά ενός αντιπολιτισμού, παρά ενός πολιτισμού, ή μάλλον ενός πολιτισμού αντίστροφου, ενός οπισθοδρομικού και αυτοκαταστροφικού πολιτισμού, στον οποίο επιλέγονται και αναπαράγονται τα χειρότερα πράγματα, οι χειρότερες μορφές, οι χειρότερες συμπεριφορές και οι χειρότεροι άνθρωποι.

Από την τηλεόραση στο πανεπιστήμιο, από την ψυχαγωγία στον πολιτισμό, όλα είναι μια αντίστροφη 
επιλογή : η οποία ξεκινά από το σχολείο, ή μάλλον, πριν από αυτό, στο νηπιαγωγείο, και, δυστυχώς, επίσης στην οικογένεια, και συνεχίζει ακατάπαυστα σε όλη τη ζωή. Σέ σημείο να βάζεις στο θρόνο αδαείς και εγωιστές, αυταρχικούς και απερίσκεπτους γέρους, να τους περνάς και να τους στεφανώνεις για σοφούς, έγκυρους, καλλιεργημένους και έξυπνους ανθρώπους και να τους εμπιστεύεσαι τον ρόλο του «γκουρού» ή των οδηγών ολόκληρης της κοινωνίας.

Μην ξεγελιέστε!
 Δεν είναι φυσιολογικό οι μεγάλες τράπεζες και οι μεγάλες εταιρείες, δημόσιες και ιδιωτικές, να καλούνται να τίς διαχειριστούν άτομα που έχουν επανειλημμένα αποδείξει ότι είναι, στην καλύτερη περίπτωση, ανίκανοι ή ότι, όταν φεύγουν από τη δουλειά τους, νά λαμβάνουν πακέτο απόλυσης αξίας εκατομμυρίων, ακόμα κι αν έφεραν τις αντίστοιχες εταιρείες και τις τράπεζές τους στο χείλος της κατάρρευσης· όχι, αυτό δεν είναι φυσιολογικό.
Δεν είναι καν φυσιολογικό ότι οι πανεπιστημιακές έδρες και τα τηλεοπτικά πολιτιστικά σαλόνια καταλαμβάνονται πάντα από τις συνηθισμένες καρυάτιδες, από τους τακτικούς καλεσμένους του πολιτικά ορθού, ανθρώπους χωρίς πολιτισμό, χωρίς εξυπνάδα, χωρίς χαρακτήρα, χωρίς βάθος, και καλούς μόνο στο να υπηρετούν την εξουσία της στιγμής, ίσως με την φιλαρέσκεια της υιοθέτησης ψευδώς παραβατικών συμπεριφορών, αλλά παραβατικών προς κάτι ή κάποιον που δεν είναι πλέον τρομακτικό, που δεν μπορεί να απειλήσει την καριέρα και τα αγαπημένα τους πορτοφόλια. Και δεν είναι φυσιολογικό ότι δεκάδες χιλιάδες νέοι, ταλαντούχοι και πτυχιούχοι πρέπει να φύγουν από τη χώρα για να βρουν αξιοπρεπή στέγαση, ενώ τις θέσεις που θα έπρεπε να είναι δικές τους καταλαμβάνονται σταθερά από μια στρατιά ευτελών που εφοδιάζονται με συστάσεις. Κανένα από αυτά τα πράγματα δεν είναι φυσιολογικό.

Σε ό,τι αφορά την Εκκλησία, τότε -το λέμε αυτό στους νεαρούς Καθολικούς- δεν είναι φυσιολογικό ο Πάπας να αντιπαθεί τους πιστούς του και να τους κακομεταχειρίζεται και να τους υποτιμά συνεχώς, αν δεν ακολουθούν τη γραμμή τής "αλλαγής" του, ενώ υμνεί και εξυψώνει καθημερινά τους δηλωμένους εχθρούς της Εκκλησίας και του Ευαγγελίου του Ιησού Χριστού. Αυτή η εκκλησία, ή μάλλον, αυτή η προοδευτική και μοντερνιστική νέα εκκλησία, αγαπητά παιδιά, δεν είναι φυσιολογική στο σύνολό της: δεν είναι η αληθινή Καθολική Εκκλησία και δεν διατηρεί την αληθινή Καθολική πίστη: σας εξαπατούν.
Οι Paglias, οι Galantinos, οι Sosas, οι Bianchis, οι Grillos σας εξαπατούν: σας απομακρύνουν από την αληθινή Καθολική πίστη και το αληθινό Ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, χωρίς να το καταλάβετε.
Δεν μπορείτε να μετρήσετε τον βαθμό στον οποίο έχουν αποστασιοποιηθεί από τον αληθινό καθολικισμό -για τον οποίο, επιπλέον, ντρέπονται, και το λένε ανοιχτά- αλλά 
εμείς μπορούμε: επειδή έχουμε δει και γνωρίσει τους αληθινούς πάπες, τους αληθινούς επισκόπους, τους αληθινούς ιερείς και οι πραγματικές καλόγριες πριν από μερικές δεκαετίες. Και αν κάποιος ιερέας, όπως ο Ιησουίτης Μάρτιν, ή κάποιος επίσκοπος, όπως ο Bonny της Αμβέρσας, πει ότι η Εκκλησία πρέπει επίσης να ευλογήσει τους γάμους ομοφυλοφίλων, σας εξαπατούν. Αυτή δεν είναι η Εκκλησία του Ιησού Χριστού. Και η μοίρα του αρσενικού δεν είναι να σοδομιστεί από ένα άλλο αρσενικό, αλλά να γνωρίσει και να αγαπήσει μια γυναίκα και να δημιουργήσει μια οικογένεια μαζί της...

ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΔΕΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΣΗΜΕΡΙΝΟΥ ΤΡΟΠΟΥ ΖΩΗΣ ΔΙΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΠΡΟΣΚΟΛΛΗΜΕΝΟΙ ΣΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑ, ΣΤΟΥΣ ΑΡΧΗΓΟΥΣ ΤΗΣ ΦΥΛΗΣ ΤΗΣ ΠΡΟΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΕΠΟΧΗΣ, ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΣΥΝΕΙΔΗΤΟΠΟΙΟΥΝ ΤΗΝ ΘΑΝΑΣΙΜΗ ΟΠΙΣΘΟΔΡΟΜΗΣΗ ΣΕ ΑΣΥΝΕΙΔΗΤΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ. ΒΛΕΠΟΥΝ ΜΟΝΟ ΤΗΝ  ΔΙΑΦΘΟΡΑ. ΑΓΟΓΓΥΣΤΑ. ΔΙΟΤΙ ΣΤΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ ΤΗΣ ΜΕΤΕΧΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΜΑΣ.