Πέμπτη 16 Ιουνίου 2016

PAUL FRIEDLȀNDER ΠΛΑΤΩΝ (45)

Συνέχεια από Κυριακή, 12 Ιουνίου 2016
                                     PAUL   FRIEDLȀNDER
                                               
                                               ΔΕΥΤΕΡΟΣ  ΤΟΜΟΣ
                                              ΤΑ  ΠΛΑΤΩΝΙΚΑ  ΚΕΙΜΕΝΑ
                                                        Πρώτη περίοδος
                              1 – ΠΡΩΤΑΓΟΡΑΣ

   ‘Τελειώνει’ λοιπόν οδηγώντας μας και πάλι στην αρχή ο διάλογος. Κι αυτήν την ‘ενθύμηση’ και κυκλοτερή κίνηση εξυπηρετεί και η θεματική επανεμφάνιση του μύθου τού Προμηθέα. Το βασικό όμως είναι το εξής: να φανή η μεταστροφή και των δυό συνομιλητών απ’ την αρχική τους ‘θέση’. Εκφράζει λοιπόν ο Σωκράτης το «τέλος τών λόγων», όπως και γενικώς τον Λόγο (Logos), που σημαίνει ότι τραβά τα πράγματα μέχρι τα άκρα: Υποστηρίζει δηλ. αυτός ο ίδιος τώρα ότι διδάσκεται η αρετή, ενώ αμφέβαλε αρχικά για τη δυνατότητα διαπαιδαγώγησης. Ο Πρωταγόρας προσπαθεί όμως να αμφισβητήση στον μέγιστο βαθμό τον γνωσιακό χαρακτήρα τής αρετής  (( η αρετή είναι γνώση… )) , καταργώντας έτσι κάθε δυνατότητα διδασκαλίας της. Τί σημαίνει όμως αυτή η μεταστροφή στα ΄πολεμικά΄μέτωπα; Είναι σαφές όσον αφορά στον Πρωταγόρα: Έχει τόσο λίγο μελετήσει και βιώσει την αρετή, ώστε δεν παρατηρεί προς τα πού ‘πορεύεται’ ο Σωκράτης και τί στηρίγματα θα εύρισκε κι αυτός ο ίδιος εκεί. Αντιστέκεται λοιπόν ως σοφιστής στην ενότητα, απ’ την οποία και εξαρτάται όμως σύμφωνα με τον ίδιον και σύμφωνα με τον Σωκράτη η δυνατότητα της γνώσης. Παραιτήθηκε ήδη βαθύτατα απ’ τη διδακτότητα, και άρα κι απ’ τον εαυτό του, όταν ισχυρίστηκε πως «όλοι» είναι κατά κάποιον τρόπο «δάσκαλοι της αρετής» (327 Ε)    (( Σημ. τ. μετ.: Του λείπει η διάκριση, ίσως το κορυφαίο ‘επίτευγμα’ των αρχαίων Ελλήνων, που ‘αντιστέκεται’ και πολεμά τη σύγχυση, που αφήνει θολή και σκοτεινή την ψυχή… )) . Και το ότι ‘αφήνεται’ να απωθηθή τελικά προς τον ηδονισμό (Hedonismus), του οποίου τούς κινδύνους έβλεπε κατ’ αρχάς, ολοκληρώνει την ‘κατάρρευσή’ του.
       Κάτι το εντελώς διαφορετικό σημαίνει όμως η αντίστοιχη μεταστροφή για τον Σωκράτη. Αποτελεί ένα ειρωνικό κατ’ αρχάς στρατήγημα, που δελεάζει με μιαν οξύτατα αντίθετη θέση να βγη απ’ τη ‘γραμμή’ του ο εχθρός, ώστε να εγκατασταθή ο ίδιος στη θέση του. Θα ήταν όμως πολύ απλοϊκή ακόμα μια τέτοια αντίληψη, και δεν επιτρέπεται να νομίσουμε προπάντων, ότι είναι «μόνον ειρωνική», καθόλου σοβαρή δηλ., η αρχική θέση τού Σωκράτη, και καθόλου ειρωνική, άρα σοβαρή, η τελική του θέση. Γιατί δεν είναι το αντίθετο της σοβαρότητας η ειρωνία (Ironie), αλλά η σωκρατική μορφή τού Σοβαρού   (( Πόσος πόνος και ‘συμπόνοια’ κρύβεται μέσα της για τα ανθρώπινα… )) , και δεν αποτελεί κι ένα ένδυμα, το οποίο θα μπορούσε να αποβάλη κατά προτίμηση ο Σωκράτης. ‘Κρύβεται’ έτσι πίσω απ’ την ειρωνική αυτή εναλλαγή θέσεων η ιδιαίτερη προβληματική τού περί παιδαγωγίας συλλογισμού, που μόνο σύντομα μπορεί να επισημανθή εδώ.
       ‘Σφετερίζεται’ τη διαδεδομένη θέση, ότι δεν διδάσκεται η αρετή, ο Σωκράτης. Και ήταν ένα πολεμικό μήνυμα ενάντια στους επαγγελματίες παιδαγωγούς αυτή η θέση, ζητώντας την ελευθερία από μιαν υποχρέωση, μια εχθρότητα ενάντια σε κάθε γενικά παιδαγωγικό σύστημα (System). Πολεμά κι ο Σωκράτης ενάντια στην απαίτηση εκείνων που αυτο-ανακηρύσσονται παιδαγωγοί, αλλά με την εντελώς αντίθετη έννοια, ότι δεν επαρκεί η παιδαγωγία τους. Θα μπορούσαν να διδάσκουν βέβαια μιαν τέχνη (Techne) και να πληρώνονται γι’ αυτό. Όταν εγείρουν όμως δια στόματος Πρωταγόρα την ύψιστη ‘απαίτηση’, να βοηθήσουν να αποκτήση ένας μαθητής την πολιτική αρετή (Arete), κι όταν ‘διαφθείρουν’ ως ένα εμπόρευμα αυτό που δεν μπορεί παρά να είναι ελεύθερο δώρο και χάρισμα, τότε είναι υποχρεωμένος να καταπολεμήση ο Σωκράτης το ‘αίτημά’ τους, και μέσα απ’ τη δική του ακριβώς κατανόηση για τη θέση τής αρετής. Όπως προφυλάσσεται εντελώς παρόμοια στην «Απολογία» (19 D) απ’ το να τον ‘μπερδέψουν’ με κείνους, που «παιδαγωγούν ανθρώπους και παίρνουν γι’ αυτό χρήματα».
       Συμβαίνει όμως προφανώς και κάτι το εντελώς διαφορετικό σε μιαν ανώτερη έννοια. Γιατί είναι βέβαια ο Δάσκαλος ο Σωκράτης. Και δεν διδάσκεται οπωσδήποτε με τη συνηθισμένη έννοια μιας υλικής τρόπον τινά μεταφοράς «απ’ το Πλήρες στο Αδειανό» (Συμπ. 175 D) η αρετή. Δεν θά ’πρεπε να ‘ανοιχθή’ όμως ένα νέο νόημα διδασκαλίας και διδακτότητας, η σωκρατικο-πλατωνική Αγωγή (Agogė) και Αναγωγή (Anagogė); Δεν θα μπορούσε καν να ζήση, αν δεν πίστευε στη δυνατότητα της παιδαγωγίας ο ίδιος ο Πλάτων. Γι’ αυτό και ‘απέκοψε’ τρόπον τινά αργότερα εκείνον τον προβληματισμό, που φανερώθηκε μέσα στην ‘κίνηση’ του διαλόγου μας, και παραδεχόταν πάντοτε τη «διδακτότητα της αρετής», όχι σαν ένα δόγμα (Dogma), αλλά σαν ένα σταθερό επίπεδο της συζήτησης και ένα πολεμικό μήνυμα ενάντια στους εχθρούς κάθε δεσμευτικής τάξης, «που λένε και καλά, ότι δεν υπάρχει καμμιά γενικώς εκπαίδευση και αγωγή, κι είναι έτοιμοι να ‘κομματιάσουν’ εκείνον που υποστηρίζει το αντίθετο» (Πολιτεία 488 Β). Ρωτάει στον «Ευθύδημο» (282 C), αν διδάσκεται η αρετή ή μήπως ‘μετέχεται’ η ίδια στους ανθρώπους, ο Σωκράτης. Κι όταν παραδέχεται τη διδακτότητα ο συνομιλητής του, χαίρεται και ομολογεί, ότι τον απαλλάσσει από «μιαν μακρά θεώρηση» αυτή η παραδοχή. Και επισημαίνεται έτσι, πόσο περίπλοκο είναι το πρόβλημα και πόσα πολλά μένουν άρρητα μ’ αυτήν τη σύντομη διατύπωση.
       Γνωρίζει στην πραγματικότητα στον ύψιστο βαθμό τις εμφανείς και αφανείς δυσκολίες ο Πλάτων. Υπάρχει μια «αρετή» στον «Μένωνα» (99 Ε 6), που βασίζεται στο «θέλημα του θεού», ‘κάτω’ απ’ την πραγματική αρετή, τη θεμελιωμένη στη γνώση. Και συναντάμε στον μύθο τής «Πολιτείας» (415 Α), αναμεμειγμένες άλλοτε με χρυσάφι, άλλοτε με ασήμι κι άλλοτε με χαλκό τις ανθρώπινες φύσεις. Περιορίζεται λοιπόν με τέτοια δεδομένα τής φύσης (Physis) η διδακτότητα, και μπορείς να μεμφθής μόνον αυτόν που σκέφτεται τόσο καθαρά φυσιολογικά και σχετιστικά όπως εδώ ο Πρωταγόρας (326 Ε κ.ε.), ή και ο Αλκιβιάδης στον ομώνυμο διάλογο. Μπορεί να εκπαιδευθή, να οδηγηθή δηλ. στη γνώση, μόνον εκείνος που του έχει δώσει τις απαραίτητες ικανότητες και τη «συγγένεια» προς το ‘αντικείμενο’ (το ΄πράγμα’…) η φύση. Και γνωρίζουμε και περαιτέρω, το πώς φέρνει τελικά σε κείνο το σημείο τον άνθρωπο η καθοδήγηση, όπου και ξεπηδά (ή και όχι) η σπίθα και όπου δεν επαρκεί μπροστά στο Άρρητο (Arrheton) ούτε καν ο καθοδηγών Λόγος (Logos). Βρίσκεται λοιπόν κάτω απ’ αυτές τις προϋποθέσεις η «διδακτότητα». Κι όσο λίγο κι αν μπορούμε να αποδείξουμε, ότι είχε ήδη ‘δη’ (βλέπω, ορώ, θεωρώ…) αυτό το τελευταίο όταν έγραφε ακόμα τον «Πρωταγόρα» ο Πλάτων, μας ‘επιβάλλεται’ ωστόσο μια υποψία, ακούγοντας εκεί τον  Σωκράτη να λέη, πως δεν είχε προηγουμένως πιστέψει, «ότι υπάρχει μια ανθρώπινη προσπάθεια (είναι ανθρωπίνην επιμέλειαν), με την οποίαν και γίνονται καλοί οι καλοί» (328 Ε). Είναι δε δίκαιο να προσλάβουμε με κάθε οξύτητα και σαφήνεια την κάθε λέξη, κι αν τονίσουμε μάλιστα ιδιαιτέρως για μια στιγμή τη λέξη «ανθρώπινη», είναι και δύσκολο να παραβλέψουμε κι εδώ το υπόβαθρο του «περισσότερο από ανθρώπινη», ακόμα δε πιο δύσκολο καθώς επισημαίνεται κάτι παρόμοιο και στον (επόμενο…) διάλογο «Λάχης».
       Περιέχει τώρα μια σαφή απαίτηση, που καθιστά παροδικά και αθεμελίωτα όλα όσα συζητήθηκαν και ‘αναπτύχθηκαν’, το τελευταίο μέρος τού διαλόγου: Θά ’πρεπε να διαφωτιστή πρώτ’ απ’ όλα το ερώτημα «τί είναι η αρετή». Και θα μπορούσαμε τότε να δούμε και πιο καθαρά το αν διδάσκεται (κιόλας…). Συναντάται λοιπόν στο τέλος η σωκρατική ερώτηση για το «τί είναι». Να διέθετε άραγες ήδη τη δική του απάντηση σ’ αυτό ο Πλάτων; Που οδήγησε πάντως σ’ ένα ‘κομμάτι’ τού δρόμου προς αυτήν την απάντηση τον αναγνώστη στον «Πρωταγόρα». Έγινε ορατή η ενότητα, η ενότητα στα πολλά, και ως κάτι πάνω απ’ τις μεμονωμένες γνώσεις η Γνώση, έστω κι αν δεν μπορούμε ακόμα να γνωρίζουμε, τί είναι πράγματι, και ποιο το αντικείμενο αυτής τής Επιστήμης (Episteme). Μπορούμε να υποψιαστούμε βέβαια, πως πρόκειται ίσως γα την ενότητα των φυσικών, και διαμορφωμένων με τη μόρφωση, ανωτέρων δυνάμεων του ανθρώπου. Αν ‘βάζη’ τώρα ο Πλάτων, που δεν μας παρουσιάζει ποτέ «καθαυτόν τον Σωκράτη», αλλά πάντοτε τον «Σωκράτη στον ίδιον τον Πλάτωνα», τον Πρωταγόρα να μιλά για τη νεότητα του συνομιλητή του (του Σωκράτη…) και για τη φήμη, που έχαιρε ήδη αυτός στο πεδίο τής σοφίας (361 Ε), θα μπορούσαμε και να υποθέσουμε, ότι είναι ωριμότερος ‘μέσα’ στον Πλάτωνα, απ’ ό,τι εδώ ο ίδιος τον παρουσιάζει, ο Σωκράτης.
       O Σωκράτης (μάς…) αποχαιρετά: πρέπει τελικά να αναχωρήση. Και θυμάται αυτό που είχε ήδη πη (335 C): ότι είχε κάποια ‘δουλειά’ να κάνη. Τί βλέπουμε άραγες εδώ; Μήπως ότι δεν είναι το πιο σημαντικό αυτό που γίνεται εδώ για κείνον; Κι ότι γνωρίζει στην πραγματικότητα κάτι πολύ σημαντικότερο απ’ το να ‘αποκρούη’ τις σοφιστικές απαιτήσεις, το έργο του να μορφώνη ανθρώπους δηλ., όπως το είχε ήδη ξεκινήσει στον προ-διάλογο με τον Ιπποκράτη; Ίσως δεν είναι τυχαία η έκφραση στο ‘παιχνιδιάρικο’ τέλος τού διαλόγου: «Έμεινα για την αγάπη τού ωραίου Καλλία», που θυμίζει τον ‘παιχνιδιάρικο’ λόγο για τον ωραίο Αλκιβιάδη στην αρχή-αρχή. Αναλάμπουν η Ωραιότητα κι ο Έρωτας, που συμπορεύονται πάντoτε στον Πλάτωνα, στα όρια της ειρωνίας σ’ αυτόν τον διάλογο.
        Πρέπει άραγες να πούμε ακόμα ύστερα απ’ όλ’ αυτά, προς τα πού σκοπεύει όλος ο διάλογος; Ερμηνεύτηκε άλλοτε ο αγώνας τού Σωκράτη ενάντια στους σοφιστές ή και μόνο το σατιρικό παιχνίδι, κι άλλοτε η διαμάχη τών μεθόδων, κι άλλοτε πάλι τα μέρη εκείνα πλατωνικής διαλεκτικής και ηθικής (Ethik) που ενυπάρχουν στον διάλογο ως το βασικό θέμα. Ας μη λησμονούμε όμως το πιο βασικό, ότι διαμορφώνει συνολικά κι εδώ, όπως και σε κάθε διάλογο, έναν κόσμο ο Πλάτων, κι ότι δεν μπορούμε προπαντός να αντιληφθούμε, αναβιβάζοντας ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό σε γενικό σκοπό, το ‘πλουσιώτερο’ απ’ τα πρώιμα έργα του. Φυσικά και διεξάγεται, με όλες τις δυνάμεις, ο αγώνας ενάντια στη σοφιστική, κι ο αγώνας επίσης τής σάτιρας (Satire). Δεν υπάρχει ωστόσο μόνον ο πόλεμος ενάντια στις εχθρικές δυνάμεις, αλλά προσδιορίζεται και η θέση τους στον κόσμο (Kosmos) που εδώ διαμορφώνεται. Και δεν αγωνίζεται επίσης ουδόλως ενάντια και μόνο στους αντισωκρατικούς τρόπους παιδαγωγίας ο Σωκράτης· αλλά δρα κι ο ίδιος στην αρχή, κι όχι βέβαια μόνο στην αρχή, ως παιδαγωγός. Υπάρχει οπωσδήποτε μια διαπάλη για τις μεθόδους (Methode), αλλά φωτίζονται ταυτόχρονα και ‘πράγματα’ μέσα σ’ αυτήν τη διαπάλη. Και δεν πρέπει να παραβλέψουμε προπάντων μέσα σ’ αυτήν την ‘αφθονία’ την κατεύθυνση, προς την οποία και προσβλέπει αταλάντευτα, έστω και μέσα από πολλαπλά ‘κρυφούς’ και παράπλευρους δρόμους, ο Σωκράτης. Όταν λέμε πως αναζητά το Ένα μέσα στα Πολλά, πως αναζητά το Όν (αυτό που υπάρχει…), και πως αναζητά τη Γνώση, λέμε το ίδιο με τρεις τρόπους, κι όταν τον ακούμε στο τέλος να αξιώνη, πως πρέπει να ερευνήσουμε τί είναι η αρετή, πρόκειται πάλι για το ίδιο, κι αναγνωρίζουμε πώς βρισκόμαστε ήδη καταμεσής σε μιαν τέτοιαν έρευνα. Μέσα στην ομάδα τών ‘απορητικών’ (aporetisch) ορισμικών διαλόγων ‘δράττεται’ αυτό το ερώτημα από μιαν ιδιαίτερη κάθε φορά πλευρά, μέχρι που το απαντά μέσα στο σύστημα των αρετών που διαμορφώνουν την πόλη η «Πολιτεία» -, με μιαν προσωρινή όμως και πάλι απάντηση. Κοιτάζοντας ωστόσο από εκεί προς τα ‘πίσω’ στον διάλογό μας, καθίσταται αυτός ακόμα πιο σαφής: συγκεντρώνονται ήδη εδώ στο πρώιμο έργο σημαντικές, ίσως κι οι σημαντικότερες δυνάμεις που οικοδομούν αργότερα την Πόλη, απ’ την οποία λείπουν τρόπον τινά εδώ το σχήμα τού χώρου και το βασικό σχεδιάγραμμα. Η αρετή θεωρείται εξαρχής με την πολιτική της έννοια. Και γίνεται μια πρώτη προσπάθεια, να συνενωθούν οι ‘ταξιθετημένες’, πνευματικά σχηματισμένες και διαμορφωτικές τής πόλης δυνάμεις σε μιαν ενότητα. Αρχίζει δε να διακρίνεται στην ιδιαιτερότητά της η σωκρατική παιδαγωγία και καθοδήγηση. Ακόμα κι εκείνο δε, που θα αποτελέση το κέντρο ίδρυσης της πόλης, γίνεται ήδη εδώ ‘αντιληπτό’, κρυμμένο ασφαλώς στις διαστρώσεις τής ‘καλλιτεχνικής’ ειρωνίας τού Πλάτωνα, διαστρώσεις που δεν είναι πράγματι σωκρατικές: εκεί δηλ. όπου αποστέλλει – κι ας πρόκειται μόνο για τον μύθο τών σοφιστών – την πολιτική αρετή στους ανθρώπους ο Δίας, κι εκεί όπου προβάλλει για μια στιγμή – έστω και στην ποιητική ερμηνεία τού Σωκράτη – ως ένα παντοτινό Όν το θεϊκό Καλό. 

        ( τέλος τού κεφαλαίου «Πρωταγόρας» - συνεχίζεται με το κεφάλαιο «Λάχης» ) 

Δεν υπάρχουν σχόλια: