Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (40)

Συνέχεια από Δευτέρα, 11 Αυγούστου 2014

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ 

Του Enrico Berti
 
Βιβλία Λ,Μ,Ν -  XII (C.C.6-10),XIII,XIV.

          Στα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου Λάμδα, στο οκτώ, εννέα και δέκα, αυτή η θεωρία γίνεται πιό περίπλοκη και πλούσια, και ακριβέστερα στο όγδοο κεφάλαιο ο Αριστοτέλης αναρωτιέται. Αυτή η αρχή, αυτό το κινητό ακίνητο, είναι ένα ή είναι πολλά; (1073α 14). Εάν εισάγεται για να εξηγήσει την αιώνια κίνηση, επειδή οι αιώνιες κινήσεις είναι πολλές, πρέπει να γίνουν αποδεκτά και πολλά κινητά ακίνητα! Και οι αιώνιες κινήσεις γ'αυτόν είναι όλες εκείνες που πρέπει να γίνουν αποδεκτές, οι κινήσεις δηλαδή όλων των ουρανίων σφαιρών που είναι αναγκαίες για να εξηγηθούν οι ακανόνιστες φαινομενικώς κινήσεις των πλανητών. Εδώ εισερχόμαστε στην καθαρή αρχαία αστρονομία, όπου το πρόβλημα που ετίθετο συνεχώς ήταν: πώς εξηγείται το γεγονός πώς ενώ τα άστρα γυρίζουν τέλεια γύρω απο την γή, οι πλανήτες πάνε μπρός και στην συνέχεια μοιάζουν να γυρίζουν λίγο πρός τα πίσω, κάνουν δηλαδή ακανόνιστες κινήσεις; Στα Ελληνικά πλανήτης σημαίνει άστρα περιπλανώμενα, διότι πλανώμαι, σημαίνει ακριβώς περιπλανώμαι, δηλαδή κινούμαι μ'έναν ακανόνιστο τρόπο.
          Για να εξηγηθεί αυτό το φαινόμενο, φαίνεται πώς μία φορά ο Πλάτων είχε καλέσει στην Ακαδημία τους μαθητές του, τους φίλους του, τους συναδέλφους του, και είχε θέσει αυτό το πρόβλημα: πώς είναι δυνατόν να εξηγηθεί η ακανόνιστη κίνηση των πλανητών; Ο μεγάλος μαθηματικός ο Εύδοξος της Κνίδου διατύπωσε μία ιδιοφυή υπόθεση, ότι δηλαδή η κίνηση κάθε ενός απο τους πλανήτες ήταν το αποτέλεσμα της κινήσεως περισσοτέρων σφαιρών, τριών ή τεσσάρων για κάθε πλανήτη, οι οποίες συνδεόταν η μία με την άλλη, μέσω των αντιστοίχων πόλων τους, αλλά είχαν διαφορετικούς άξονες, ώστε απο το σύνολο των κυκλικών τους κινήσεων προέκυπταν, λόγω ενός σημείου τοποθετημένου πάνω απο μία απο αυτές, κάποιες παράξενες κινήσεις, οι οποίες όμως ήταν μόνον φαινομενικώς ακανόνιστες, καθότι ήταν το αποτέλεσμα ενός συνόλου κανονικών κινήσεων, εκείνων των σφαιρών. Ο Εύδοξος είχε υπολογίσει πώς για να εξηγήσει τις κινήσεις όλων των πλανητών ήταν αναγκαίες είκοσι επτά σφαίρες. Ο μαθητής του ο Κάλλιπος ισχυρίσθηκε πώς πρέπει να προσθέσουμε άλλες έξι και είχε φθάσει στις τριάντα τρείς. Και ο Αριστοτέλης με την σειρά του προσθέτει και τις σφαίρες που αντιδρούν και υπολόγισε πώς χρειάζονται τελικώς πενήντα πέντε. Και συμπέρανε με συνέπεια πώς, εάν υπάρχουν πενήντα πέντε σφαίρες οι οποίες κινούνται η κάθε μία με μία αιώνια κίνηση, η καθεμία έχει ανάγκη απο ένα κινητό ακίνητο, επομένως υπάρχουν πενήντα πέντε κινητά ακίνητα (1074 α 10-17).
          Στην συνέχεια γίνεται πιό ακριβής και λέει πώς ανάμεσα σε όλες τις σφαίρες υπάρχει μία που είναι η πρώτη, εκείνη που περιέχει στον εαυτό της ολόκληρο το σύμπαν. Για τον Αριστοτέλη το σύμπαν είναι πεπερασμένο και είναι σφαιρικό, και δέν μπορεί παρά να είναι ένα (1074 α 31), και αυτό είναι μία απλή συνέπεια των θέσεων του: Αυτή η πρώτη σφαίρα δηλαδή, καθότι πρώτη και επειδή κινεί όλες τις άλλες, απαιτεί το κινητό της να είναι πρώτο σε σχέση με όλα τα κινητά όλων των άλλων σφαιρών. Αλλά -και αυτή είναι μία σημαντική διευκρίνηση- δέν πρόκειται για μία σειρά σωμάτων τα οποία ανήκουν όλα στο ίδιο είδος, διότι εάν τα κινητά ακίνητα ήταν σώματα του ιδίου είδους, για να διακριθούν το ένα απο το άλλο θα έπρεπε να είναι κατασκευασμένα απο ύλη. Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη η ύλη είναι αυτό που διακρίνει τα άτομα ενός ιδίου είδους. Έτσι για παράδειγμα εμείς τα ανθρώπινα όντα, απο την άποψη του είδους είμαστε όλοι όμοιοι, όμως το σώμα μου είναι διαφορετικό απο το δικό σου, απο το δικό του, και επομένως είμαστε διαφορετικοί λόγω της ύλης, παρότι  έχουμε ο καθένας μας μία ψυχή η οποία είναι ακριβώς ταυτόσημη. Στην περίπτωση των κινητών ακίνητων η ύλη δέν υπάρχει διότι είναι ακίνητα, είναι καθαρό ενεργείν και επομένως είναι άυλα. Και επομένως δέν μπορούν να διακριθούν όπως τα άτομα ενός ίδιου είδους, και επομένως εάν είναι πολλά και διακρίνονται το ένα απο το άλλο, καθένα πρέπει να είναι και διαφορετικού είδους. Επομένως το πρώτο κινητό ακίνητο δέν είναι ο πρώτος των θεών, παραδεχόμενοι πώς οι Θεοί υπάρχουν όλοι στο ίδιο επίπεδο, αλλά είναι ενός διαφορετικού είδους. Όχι μόνον, λοιπόν καθένα απο τα πενήντα πέντε είναι ενός διαφορετικού είδους απο τα άλλα, αλλά το πρώτο είναι πρώτο και είναι μοναδικό στο είδος του, ακριβώς επειδή είναι άυλο και επειδή σε εκείνο το είδος, μόνον η ύλη θα μπορούσε να διακρίνει τα πολλά. Αλλά καθώς το κινητό ακίνητο είναι ένα, έτσι και ο κόσμος, και ο ουρανός, και το σύμπαν, κυκλωμένο στην σφαίρα που κινείται απο το πρώτο κινητό ακίνητο, δέν μπορεί παρά να είναι Ένα.
          Είναι περίεργο όμως ότι ο Αριστοτέλης αποδεικνύει την μοναδικότητα τού ουρανού μέσω της μοναδικότητος τού κινητού τού πρώτου ουρανού. Αλλά μ'αυτόν τον τρόπο επιστρέφουμε σε μία ιεραρχική θεωρία, στην οποία υπάρχει μία πρώτη αρχή λόγω τής οποίας, αυτή την φορά δέν πρέπει να πούμε πλέον το κινητό ακίνητο, αλλά το πρώτο κινητό ακίνητο, και αυτό είναι το πρώτο όλων των όντων, και είναι αυτό που κινεί το πάν. Δέν λέμε σ'αυτό το σημείο πώς μ'αυτόν τον τρόπο πλησιάζουμε την έννοια του Θεού. Αλλά πλησιάζουμε, απο μία πολυθεϊστική θέση, όπως ήταν εκείνη της ελληνικής θρησκείας, της θρησκείας του Ολύμπου, κατευθυνόμαστε ήδη, δέν λέμε ακριβώς πρός μία μονοθεϊστική θεωρία, αλλά τουλάχιστον πρός μία ιεραρχική θεωρία της Θεότητος, η οποία επιτρέπει στην συνέχεια στον Αριστοτέλη να ολοκληρώσει το βιβλίο Λάμδα, λέγοντας, με έναν στίχο του Ομήρου: "Ούκ αγαθόν πολυκοιρανίη Είς κοίρανος έστω" (1076 α 4). Δέν είναι καλό να κυβερνούν πολλοί, ας είναι ένας ο κυβερνήτης". Δηλαδή υπάρχει ήδη κάποιος που στέκεται στην κορυφή του παντός. Ταυτοχρόνως, πρίν φτάσει στο συμπέρασμα, στο όγδοο κεφάλαιο ο Αριστοτέλης λέει πώς υπάρχουν πολλά κινητά ακίνητα, και στην συνέχεια υπάρχει ένα χωρίο πολύ ενδιαφέρον στο οποίο κατ'ουσίαν δηλώνει: είχαν δίκαιο οι αρχαίοι, όταν έλεγαν πώς οι πρώτες ουσίες είναι θεοί, διότι αυτοί, δηλαδή τα κινητά ακίνητα, είναι οι θεοί  (1074 α 38-b3). Εδώ ο Αριστοτέλης επανακτά, απο μία φιλοσοφική άποψη, και το περιεχόμενο της θρησκείας, αλλά στην συνέχεια λέει: πολλά άλλα πράγματα όμως προστέθηκαν για πολιτικούς λόγους στην θρησκεία, η ιδέα δηλαδή της τιμωρίας, της επιβραβεύσεως κ.τ.λ. έτσι ώστε οι άνθρωποι να συμπεριφέρονται καλά, μέσα στους νόμους τών διαφόρων πόλεων. Αλλά αυτό μας ενδιαφέρει πολύ λίγο (1074 b 1-5).
          Στο ένατο κεφάλαιο θέτει το πρόβλημα : αλλά αυτή η σκέψη που είναι το πρώτο κινητό ακίνητο, "τί πράγμα σκέπτεται;" (1074 b 22). "Τα δέ περί τον νούν έχει τίνας απορίας. ...είτε γάρ μηδέν νοεί, τί άν είη το σεμνόν (το θείον), αλλ'έχει ώσπερ άν εί ο καθείδων (ο κοιμώμενος), είτε νοεί, τούτου δ'άλλον κύριον (η σκέψη του θα εξαρτάται απο κάτι ανώτερο), ού γάρ έστι ταύτο ο εστίν αυτού η ουσία, νόησις, αλλά δύναμις, ούκ αν η αρίστη ουσία είη, (και δέν θα είναι η νόηση, αλλά η δύναμις η ανώτερη ουσία του), διά γάρ του νοείν το τίμιον αυτώ υπάρχει (όμως για την νόηση προέρχεται η θεότης του). ...Τί νοεί; "Σκέφτεται τον εαυτό του, διότι πρέπει να σκεφτεί το υψηλότερο πράγμα που υπάρχει και διότι δέν μπορεί να υπάρξει μία σκέψη, νόηση, η οποία περνά απο το δυνάμει στο ενεργεία. Αυτό το κινητό ακίνητο δέν μπορεί να είναι μία νόηση σαν την δική μας, η οποία ανακαλύπτει τα πράγματα, η οποία πρίν δέν τα γνωρίζει και στην συνέχεια τα μαθαίνει και τα γνωρίζει, διότι αυτό θα ήταν ένα πέρασμα απο το δυνάμει στο ενεργεία. Επομένως δέν πρόκειται για μία σκέψη που σκέπτεται άλλο απο τον εαυτό της, αλλά για μία νόηση η οποία γνωρίζει το όλον για τον εαυτό της (αυτόν άρα νοεί). Είναι δηλαδή "σκέψη της σκέψης" (1074 b 34). "και έστιν η νόησις νοήσεως νόησις". παρ'όλα αυτά φαίνεται πώς η επιστήμη και η αίσθησις και η δόξα (γνώμη) και η διάνοια (ο συλλογισμός), έχουν πάντοτε σαν αντικείμενο κάτι άλλο απο τον εαυτό τους. Και σκέφτονται τον εαυτό τους μόνον σάν πάρεργο. Επι πλέον εάν είναι άλλο η σκέψη και άλλο αυτό που γίνεται σκέψη (έτι ει άλλο το νοείν και το νοείσθαι), απο που προέρχεται το θειότατον της νοήσεως; Ουδέ γαρ ταυτό το είναι νοήσει και νοουμένω.
          Και σ'αυτό το σημείο άναψε μεγάλη διαμάχη μεταξύ των μελετητών διότι είπαν: τότε ο Θεός του Αριστοτέλη δέν γνωρίζει τίποτε άλλο εκτός του εαυτού του. Δέν νομίζω όμως πώς έχουν έτσι τα πράγματα! Διότι το πρώτο κινητό ακίνητο, που είναι η αιτία του παντός, γνωρίζοντας τον εαυτό του, γνωρίζει την αιτία του παντός, του Όλου. Και επειδή γνωρίζω την αιτία σημαίνει έχω επιστήμη, έχει την επιστήμη του όλου. Έπειτα στο βιβλίο Άλφα υπήρχε ένα χωρίο στο οποίο δέν σταθήκαμε λόγω ελλείψεως χρόνου, στο οποίο ο Αριστοτέλης λέει: η επιστήμη των πρώτων αιτίων είναι μία θεία επιστήμη, και είναι θεία με δύο σημασίες: διότι έχει τον Θεό σαν αντικείμενο, καθότι ο Θεός είναι μία απο τις πρώτες αιτίες, και είναι θεία και με μία δεύτερη σημασία, διότι κατέχεται απο τον Θεό ιδιαιτέρως και μόνον (983 α 5-10). Επομένως εάν η σοφία κατέχεται απο τον Θεό μάλιστα και μόνον, πάνω απ'όλα και μόνον απο αυτόν, σημαίνει ότι αυτός την κατέχει. Επομένως ο Θεός διαθέτει την επιστήμη των πρώτων αιτιών. Δέν πιστεύω λοιπόν πώς το πρώτο κινούν ακίνητο είναι ένας Θεός που αγνοεί τα πράγματα. Βεβαίως δέν γνωρίζει τα πράγματα σαν άλλα, διαφορετικά, απο τον εαυτό του, διότι αυτό θα συνεπαγόταν δύναμη (δυνάμει), τα γνωρίζει σαν αιτιατά απο αυτό και επομένως κατά κάποιο τρόπο, εις εαυτό, γνωρίζοντας τον εαυτό του. Είναι μία δύσκολη θεωρία, η οποία θα άξιζε μεγαλύτερη εμβάθυνση.
Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: