Τετάρτη 18 Ιουνίου 2014

ΔΟΜΗ ΚΑΙ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗΣ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ (35)

Δευτέρα, 12 Μαΐου, 2014

Του Enrico Berti.
Βιβλία Λ,Μ,Ν -  XII (C.C.6-10),XIII,XIV


Πρέπει να ασχοληθούμε τώρα λοιπόν με το τελευταίο μέρος, με το τελικό μέρος της Μεταφυσικής του Αριστοτέλη! Έχουμε μπροστά μας λοιπόν το δεύτερο μέρος του βιβλίου Λάμδα και το δέκατο τρίτο και δέκατο τέταρτο βιβλίο. Είναι πολύ σημαντικό να υπολογίσουμε αυτό το μέρος της Μεταφυσικής στο σύνολό του, καθώς παραδοσιακά, όταν έφθαναν στο βιβλίο Λάμδα, οι σχολιαστές της Μεταφυσικής σταματούσαν και διέκοπταν. Τόσο στην Αραβική παράδοση, όσο και στην Λατινική, πάρα πολλοί σχολιαστές περιοριζόντουσαν στον σχολιασμό των πρώτων δώδεκα βιβλίων. Ακόμη και ο Ακινάτης δεν έχει αφήσει κανένα σχόλιο για το δέκατο τρίτο και το δέκατο τέταρτο, όπως έκαναν ακριβώς και οι Άραβες. Αυτό το γεγονός έχει μεγάλη σημασία, διότι είναι το σημείο μίας τάσεως να ερμηνευθεί ολόκληρη η Μεταφυσική σαν μία συζήτηση που ολοκληρώνεται στην Θεολογία, καθώς στο βιβλίο Λάμδα, πίστευαν όλοι ότι έβρισκαν μία Θεολογία. Αλλά για να είμαστε σωστοί και από την ιστορική πλευρά του θέματος πρέπει να έχουμε υπόψιν μας  πώς ο Αριστοτέλης έγραψε δεκατέσσερα βιβλία και όχι δώδεκα μόνον και επομένως πρέπει να βρούμε έναν λόγο, ένα νόημα και για τα δύο τελευταία βιβλία. 


Φυσικά πρέπει να έχουμε πάντοτε υπόψη μας πώς η απαρίθμηση των βιβλίων τής Μεταφυσικής δεν είναι ακριβώς αυτή που είχε δώσει ο Αριστοτέλης. Παρ’όλα αυτά δεν υπάρχει αμφιβολία πώς τα τελευταία δύο βιβλία είναι του Αριστοτέλη και επομένως πρέπει να εξηγήσουμε γιατί τα έγραψε ο Αριστοτέλης και γιατί κάποιος, ο Ανδρόνικος μάλλον, τα τοποθέτησε μετά το βιβλίο Λάμδα. Κατ’εμέ, όπως έχω ήδη πει, το βιβλίο Λάμδα προηγείται, αποτελεί δηλαδή μία πρώτη εκδοχή της Μεταφυσικής και κάποιος ίσως θα περίμενε να βρει κάτι ανάλογο και στην τελευταία της εκδοχή. Βεβαίως δεν μπορούμε να πούμε πώς διαθέτουμε όλα όσα έγραψε ή είπε ο Αριστοτέλης, και υπάρχουν επίσης πολλοί σχολιαστές τόσο αρχαίοι όσο και μοντέρνοι, οι οποίοι πιστεύουν πώς υπήρξε ή θα’πρεπε να είχε υπάρξει μία αληθινή και πραγματική Θεολογία του Αριστοτέλη, πιο ανεπτυγμένη από αυτή που βρίσκουμε στο βιβλίο Λάμδα. Ας θυμηθούμε πάλι ότι οι Άραβες είχαν κατασκευάσει ένα πλαστό κείμενο, τιτλοφορώντας το Θεολογία του Αριστοτέλη, κάτι που φανερώνει ότι αισθάνοντο την ανάγκη μίας Θεολογίας του Αριστοτέλη, διότι δεν την έβρισκαν βεβαίως στα αυθεντικά του έργα. 


Υπάρχει ένας μεγάλος μελετητής του ‘900, ο Πρ. Joseph Owens, του Καθολικού ινστιτούτου Μεσαιωνικών Σπουδών του Toronto, ο οποίος ισχυρίζεται πώς πραγματικά, στην Μεταφυσική  λείπει ένα κλείσιμο, ένα συμπέρασμα, μία τελική σύνθεση, την οποία πολύ πιθανόν να είχε γράψει ο Αριστοτέλης και η οποία δεν έφτασε μέχρι εμάς. Αυτή η ανάγκη μίας πιο λεπτομερούς εκθέσεως του λόγου για την υπεραισθητή ουσία, είναι με την σειρά της μία τάση ερμηνείας της Μεταφυσικής σαν να έπρεπε να ασχοληθεί αποκλειστικά με τον Θεό, με την Θεολογία. [Διότι έχουν ταυτίσει την υπεραισθητή ή υπερβατική ουσία με τον Θεό, κάτι που τους οδήγησε να χάσουν όχι μόνον τον Θεό αλλά και τον άνθρωπο. Διότι η υπεραισθητή ουσία είναι η ανθρώπινη Φύσις. Σήμερα με την ανθρωπολογία προσπαθούν να κατασκευάσουν άνθρωπο με τα συστατικά του Θεού που σκότωσαν, του ειδώλου που ύψωσαν σαν Θεό, κατασκευάζοντας ένα νέο είδωλο, χωρίς ταμπού, προσιτό σε όλους, σε τιμές ευκαιρίας]. Δεν είναι όμως σίγουρο πώς αυτή είναι η πρόθεση της μεταφυσικής του Αριστοτέλη. 


Στο βιβλίο Λάμδα υπάρχουν πέντε κεφάλαια πολύ πυκνά, και το πιο σημαντικό είναι να κατανοήσουμε, να ερμηνεύσουμε τι έλεγε ο Αριστοτέλης  σ’αυτά τα κεφάλαια, τα οποία είναι αυθεντικά και τα οποία πρέπει  νά  αντιμετωπίσουμε. 


Αρχίζουμε λοιπόν με το έκτο κεφάλαιο. Είναι χρήσιμο να διαθέτουμε μία μετάφραση του κειμένου, διότι το κεφάλαιο αυτό ανοίγει με μία επανάληψη όλων όσων γράφτηκαν στο πρώτο κεφάλαιο, δηλαδή οι ουσίες είναι τρείς, κάτι που σημαίνει, όπως δει, πώς υπάρχουν τρία δυνατά γένη ουσιών, ή επίσης πώς είναι τρία τα γένη ουσιών που έχουν γίνει αποδεκτά μέχρι στιγμής από τους φιλοσόφους: η κινητή αισθητή ουσία που είναι αυτή που βλέπουμε όλοι μας, δηλαδή τα γήινα σώματα, και γύρω από την ύπαρξή της βεβαίως δεν υπάρχουν προβλήματα, χρειάζεται μόνον να βρεθούν οι αρχές και οι αιτίες. Στην συνέχεια υπάρχει η αιώνια αισθητή ουσία, που είναι τα ουράνια σώματα, και γι’αυτά δεν έχει μιλήσει ακόμη ο Αριστοτέλης, και τέλος, υπάρχει, ή είναι κατανοητή, ένα τρίτο γένος ουσίας, η ακίνητη ουσία, ή οποία δεν αποτελεί πρόβλημα για τον Αριστοτέλη, με την έννοια, πώς δεν χρειάζεται να αποδειχθεί (1071 b 3-5). Και αυτό εδώ είναι ένα σημαντικό σημείο που πρέπει να’χουμε υπόψη μας, ότι ο Αριστοτέλης δηλαδή δεν είχε το πρόβλημα της αποδείξεως της υπάρξεως του Θεού. Αυτό δεν ήταν πρόβλημα των κλασσικών φιλοσόφων. Οι Έλληνες φιλόσοφοι πίστευαν όλοι τους στην ύπαρξη των Θεών, δεν θεωρούσαν πώς αυτό ανήκε στα φιλοσοφικά προβλήματα. Ο Αριστοτέλης ζει σε μιαν εποχή όπου κυριαρχεί ήδη η σκέψη του Πλάτωνος, η Ακαδημία και η Ακαδημία ήταν όλη σύμφωνη στην αναγνώριση της υπάρξεως υπεραισθητών ουσιών: Οι ιδέες για τον Πλάτωνα, οι μαθηματικοί αριθμοί για τον Σπεύσιππο, οι ιδέες-αριθμοί, για τον Ξενοκράτη, ήταν όλες θέσεις τις οποίες επικαλείται ο Αριστοτέλης στην αρχή του βιβλίου Λάμδα. Το πρόβλημα του είναι να δει ποιες ακίνητες ουσίες πρέπει να γίνουν αποδεκτές, πώς πρέπει να κατανοηθούν δηλαδή για να μπορέσουν να αναγνωρισθούν σαν υπαρκτές οι ακίνητες ουσίες και επομένως προσπαθεί να δει ποια είναι τα πειστικά επιχειρήματα, οι ισχύοντες λόγοι με τους οποίους μπορούμε να συμπεράνουμε την ύπαρξη των ακίνητων ουσιών. 


Το επιχείρημα από το οποίο ξεκινά στο δωδέκατο βιβλίο της Μεταφυσικής λοιπόν είναι η ύπαρξη μίας αιωνίου κινήσεως. Η κίνηση σύμφωνα με τον Αριστοτέλη είναι αιώνια και γι’αυτό το θέμα είχε ήδη μιλήσει στην Φυσική, αφιερώνοντας του διάφορα κεφάλαια. Εδώ τώρα στην Μεταφυσική περιορίζεται απλώς σε μία νύξη και μερικοί μάλιστα την ερμηνεύουν σαν μία παραπομπή στην Φυσική, σαν να λέει ότι την ύπαρξη μίας αιωνίου κινήσεως την έχουμε ήδη αποδείξει στην Φυσική. Μπορούμε να σκεφτούμε επίσης πώς υπάρχει και εδώ μία απόδειξη, πολύ συνθετική, όπου ο Αριστοτέλης λέει: Αλλά είναι αδύνατον η κίνηση να γεννηθεί και να φθαρεί, διότι υπήρχε πάντοτε» (1071 b 6-7).


Γι’άλλη μία φορά εδώ, η λέξη πάντοτε, αεί, μπορεί να ερμηνευθεί και μ’έναν άλλο τρόπο δηλαδή σε κάθε περίπτωση!! Εάν είναι έτσι, τότε μπορούμε να μεταφράσουμε : «είναι αδύνατον η κίνηση να γεννιέται και να αποσυντίθεται, γιατί αυτή σε κάθε περίπτωση θα υπήρχε». Τι σημαίνει αυτό; Εάν δεχθούμε πώς η κίνηση γεννιέται, δηλαδή ότι υπάρχει πριν μία στιγμή κατά την οποία δεν υπάρχει κίνηση, αυτό το πέρασμα, είναι ήδη μία αλλαγή, είναι ήδη αυτό μία κίνηση. Όπως επίσης εάν η κίνηση αποσυντίθεται, εάν έπαυε να υπάρχει θα είχαμε εκ νέου ένα πέρασμα από μία στιγμή κατά την οποία η κίνηση υπάρχει σε μία άλλη επόμενη στην οποία η κίνηση δεν υπάρχει πλέον. Ακόμη και αυτό θα ήταν λοιπόν μία αλλαγή και επομένως μία κίνηση, διότι ο Αριστοτέλης μιλά για κίνηση με την ευρεία έννοια, περιλαμβάνοντας σ’αυτή κάθε τύπο αλλαγής. Γι’αυτό υπάρχει ήδη εδώ η απόδειξη της αιωνιότητος της κινήσεως, διότι η κίνηση δεν μπορεί να γεννηθεί και δεν μπορεί να φθαρεί. Και πράγματι εάν γεννιόταν θα προϋπέθετε ήδη μία κίνηση πριν από την κίνηση, και εάν φθειρόταν θα ενέπλεκε ξανά μία κίνηση, μετά την κίνηση. Ο ίδιος λόγος ισχύει και για τον χρόνο. Και ο χρόνος είναι αιώνιος, διότι εάν αποδεχθούμε μίαν αρχή του χρόνου, θα πρέπει να δεχθούμε ότι υπήρχε ένα πριν από αυτό το ξεκίνημα, στο οποίο ο χρόνος δεν υπήρχε ακόμη, αλλά ήδη το να πούμε ένα «πριν» αποδεχόμαστε έναν χρόνο και αναλόγως εάν αποδεχθούμε ότι ο χρόνος σταματά. 


Επομένως για τον Αριστοτέλη, τόσο η κίνηση όσο και ο χρόνος είναι αιώνια, υπήρξαν πάντοτε και θα υπάρχουν πάντοτε. 



Αμέθυστος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: