Τετάρτη 21 Μαΐου 2014

ΓΥΡΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΗΓΕΣ ΤΟΥ DE TRINITATE TOY AYΓΟΥΣΤΙΝΟΥ (7)

Συνέχεια από Τρίτη, 29 Απριλίου 2014

Pierre Hadot

Μπορούμε να δούμε με συντομία λοιπόν την θεολογική μέθοδο του Βιττορίνο, που θα μας οδηγήσει σιγά-σιγά στον Αυγουστίνο.

Με γενικούς όρους ο Βιττορίνο κατενόησε το ομοούσιο ανάμεσα στον Πατέρα, στο Υιό και το Άγιο Πνεύμα με την βοήθεια των νεοπλατωνικών εννοιών. Δηλαδή ταύτισε τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα με την βοήθεια των νεοπλατωνικών εννοιών. Δηλαδή ταύτισε τον Πατέρα, τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα με μερικές Αρχές μεταφυσικές (και ας έχουμε ξεκάθαρο στον νού μας πως σε μία νεοπλατωνική προοπτική οι μεταφυσικές αρχές έχουν πάντοτε κάτι υποστατικό). Αφού λοιπόν προϋποθέτει αυτή την ταύτιση, ο Βιττορίνο έχει δύο τρόπους για να την εφαρμόσει. Από το ένα μέρος τοποθετείται στο έδαφος της χριστιανικής θεολογίας, δηλαδή σχολιάζει την Βίβλο, ή διαλέγεται με τους αιρετικούς, ή εκθέτει το δόγμα. Αυτές τις στιγμές ταυτίζει καθαρά και απλά τον Πατέρα με το Είναι, τον Υιό με την ζωή ή το ζειν και το Άγιο πνεύμα με την νόηση ή την σκέψη. Από το άλλο μέρος τοποθετείται στο έδαφος της φιλοσοφίας. Ξεκινά να αναπτύξει αυτό που μπορούμε να ονομάσουμε σήμερα, έναν φιλοσοφικό λόγο γύρω από τις μεταφυσικές αρχές (Είναι, ζειν, ζωή ή σκέψη). Αυτός ο λόγος αναπτύσσεται χωρίς αναφορές στην χριστιανική θεολογία. Και στην συνέχεια εφαρμόζει αυτόν τον φιλοσοφικό "λόγο" στα χριστιανικά προβλήματα που θέλει να αντιμετωπίσει.

Όταν αυτοί οι φιλοσοφικοί λόγοι εφαρμόζονται στην θεολογία, βλέπουμε να συμβαίνει μία εξαιρετική απώλεια στο εννοιολογικό περιεχόμενο. Και πράγματι, συμβαίνει όμως, επειδή ο φιλοσοφικός λόγος αναπτύσσεται σύμφωνα με μία προβληματική εντελώς δική του, ιδιαίτερη, η οποία είναι εντελώς διαφορετική από την θεολογική προβληματική. Για παράδειγμα, ο λόγος στους τρόπους των όντων και των μη-όντων, ανταποκρίνεται σε μία επιθυμία τακτοποιήσεως των βαθμών της πραγματικότητος και πιο συγκεκριμένα, στην πρόθεση να ταξινομηθεί ο θεός σε σχέση με αυτή την Ιεραρχία. Έτσι λοιπόν ο προβληματισμός του γράμματος του Βιττορίνο στον Candido απαιτεί μόνον έναν ορισμό του θεού σαν «Μη-ον υπεράνω του όντος», ο οποίος επιτρέπει την ανασκευή του Candido, ο οποίος δήλωνε πως ο Χριστός έρχεται από το Μηδέν. Αντιθέτως η φιλοσοφική προβληματική απαιτεί και μια ακριβέστατη μελέτη κάθε αναβαθμού της πραγματικότητος και ιδιαιτέρως, λόγω του νεοπλατωνισμού, τις σχέσεις ανάμεσα στην ψυχή και την ύλη που εξηγούν την εμφάνιση του αισθητού κόσμου. Το περίεργο είναι όμως πως η φιλοσοφική ανάπτυξη δεν φαίνεται να είναι προσωπική του Βιττορίνο. Την δανείζεται μάλλον από την τρέχουσα φιλοσοφική γραμματεία, και ιδιαιτέρως από τον Πορφύριο. Έτσι από όλη την φιλοσοφική ανάπτυξη, όταν έρχεται στην θεολογία, δεν απομένουν παρά μόνον δύο - τρεις λέξεις: ο θεός είναι υπεράνω του όντος, είναι προ-όν και γεννά το όν. Άλλο παράδειγμα: θέλοντας να αποδείξει πως ο Πατήρ γεννά τον Υιό όπως το ζειν γεννά την ζωή, ο Βιττορίνο καταπιάνεται με μία φιλοσοφική ανάπτυξη στην οποία δηλώνεται γενικώς πως ο θεός γεννά τις ιδέες, και τις γεννά ενεργώντας και επομένως γεννά την ζωή ζώντας. Και πάλι όμως παρουσιάζεται μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στην φιλοσοφική ανάπτυξη και στην θεολογική εφαρμογή της. Το φιλοσοφικό μέρος μας λέει πως ο θεός γεννά τις καθολικές ουσίες των καθόλου, τα γένη των γενών, τις δυνάμεις των δυνάμεων και προσφέρει σαν παράδειγμα την οντότητα, την ζωότητα, την νοότητα, την ταυτότητα και την ετερότητα! Πρόκειται δηλαδή για την καταγωγή των πρώτων γενών. Αλλά στην προοπτική του κειμένου του εναντίον του Αρειανισμού, δεν υπολογίζει παρά μόνον την αντίθεση ανάμεσα στο ζειν και στην ζωή, καθώς η ζωή γεννιέται από το ζειν. Αλλά δεν προχωρά να μας μιλήσει για την σχέση που μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στην ζωή την οποία αντιθέτει στο ζειν και στο σύνολο των γενών που αναφέρουμε. Εάν η ζωή ταυτιστεί με την ζωότητα, τι πράγμα αντιπροσωπεύουν η οντότης και η νοότης στην θεολογική απόδειξη;

Τελευταίο παράδειγμα: ο Βιττορίνο μπορούσε να εξηγήσει πως η εσωτερική μορφή του θεού εξωτερικεύεται αφομοιώνοντας αυτή την εσωτερική μορφή σε μία σκέψη, η οποία λαμβάνει τον εαυτό της σαν αντικείμενο. Αλλά στην έκθεση αυτής της θεωρίας έμπλεξε και την αποσύνθεση των υλικών σωμάτων και περιέγραψε τον θεό καθισμένο στο κέντρο των όντων, ο οποίος συλλαμβάνει με μία ματιά τις ιδέες τους.

Υπάρχουν λοιπόν φιλοσοφικοί λόγοι, σχεδόν ανεξάρτητοι από την θεολογική ανάπτυξη, παρμένοι από τις φιλοσοφικές πραγματείες της εποχής του, οι οποίοι δεν εφαρμόζουν στον θεολογικό προβληματισμό. Και ο θεολογικός του λόγος δεν είναι τίποτε άλλο από τις κοινές πεποιθήσεις της εποχής του. Αντιμετωπίζονται όλα με την τρέχουσα χρήση! Οι φιλοσοφικοί λόγοι λοιπόν που υπάρχουν στο έργο του, προϋπήρχαν, έτοιμοι, και δεν κατόρθωσε να τους εισάγει στην δογματική του σύνθεση. Υπάρχουν λοιπόν τρεις ομάδες φιλοσοφικών λόγων οι οποίες αφορούν διαφορετικά θέματα η κάθε μία και οι οποίες αναπτύσσονται ξεχωριστά με την δική τους συνέπεια.

Η πιο προφανής από αυτές τις «λογοτεχνικές ενότητες» είναι ο λόγος που αφιερώνεται στους τρόπους των όντων και των μή-όντων. Υπάρχει πράγματι σ' αυτό το απόσπασμα μια αλληλουχία πολύ αυστηρή. Πρώτα απ' όλα ο θεός παρουσιάζεται σαν η αιτία των όντων και των μή-όντων. Στην συνέχεια μελετώνται οι τέσσερις τρόποι των μή-όντων. Έπειτα οι τέσσερις τρόποι των όντων ξεκινούν μερικές ιδιαίτερες αναπτύξεις. Κατόπιν υπολογίζονται σαν τα αληθινά όντα, δηλαδή τα νοητά, μετά τα μόνα όντα, δηλαδή τα διανοητικά, και κατόπιν τα μή-αληθινά μή-όντα, δηλαδή ο αισθητός κόσμος και οι ενσαρκωμένες ψυχές, τέλος τα μή-όντα, δηλαδή η ύλη. Μετά από αυτή την παρουσίαση, γενικώς των όντων και των μή-όντων, είναι δυνατόν να τοποθετηθεί ο θεός σε σχέση με αυτούς τους διαφορετικούς τρόπους: ο θεός δεν είναι κανένα από τα όντα, αλλά το υπερβατικό μή-ον. Το σχέδιο λοιπόν αυτών των αναπτύξεων είναι ξεκάθαρο. Έχει τον δικό του προβληματισμό. Ποια είναι η θέση του θεού στην Ιεραρχία των όντων και των μή-όντων;
Στην συνέχεια των σελίδων που ακολουθούν αυτή την λογοτεχνική ενότητα, ο προβληματισμός αλλάζει! Ερευνάται αυτή την φορά η γέννηση του πρώτου όντος, και αυτό που λέγεται γύρω από αυτή την γέννηση εφαρμόζεται στον Ιησού Χριστό!

 Μία δεύτερη ομάδα "λογοτεχνικής ενότητος" αναγνωρίζεται στο πρώτο του βιβλίο εναντίον των Αρειανών. Εδώ βρίσκεται μία ανάπτυξη γύρω από τις διαφορετικές δυνατές σχέσεις ανάμεσα στην ετερότητα και την ταυτότητα. Έτσι όταν χρειαστεί να εκθέσει την αυτογένεση της νοημοσύνης, χρησιμοποιεί για την αυτογένεση αυτή την εξής διατύπωση: «Η ετερότης που προέρχεται από την γέννηση επιστρέφει βιαστικά προς την ταυτότητα». Μετά δε την περιγραφή των σχέσεων ετερότητος και ταυτότητος, έρχεται μια ανάπτυξη γύρω από το ΕΝΑ που προηγείται του Είναι. Αυτό το Ένα είναι η δύναμις της ζωής και της νοήσεως (μάλλον της ευτυχίας) καθότι είναι δύναμις του Είναι. Από αυτό το Ένα πηγάζει το Ένα-Ένα, δηλαδή το δεύτερο Ένα το οποίο είναι η ενέργεια της δυνάμεως που είναι το πρώτο Ένα. Και στην συνέχεια το δεύτερο Ένα αφομοιώνεται στην κίνηση που είναι ζωή και νόηση. Στο τέλος του κεφαλαίου υπάρχει μία προσπάθεια να εφαρμοστεί όλο αυτό το εννοιολογικό πλέγμα στον Υιό του θεού, τόσο στην αιώνια ύπαρξή του, όσο και στην χρονική. Και επαναλαμβάνεται ξανά το ίδιο μοτίβο. Υπάρχει μια πυκνή φιλοσοφική ανάπτυξη η οποία όμως σχεδόν δεν χρησιμοποιείται στην θεολογία!
Μια τρίτη ομάδα φιλοσοφικού στοχασμού ασχολείται με την αντίθεση ανάμεσα στην πράξη και την μορφή (το είδος) και συγκεντρώνεται στο θέμα της σκέψης! Και διακρίνεται η προτεραιότης της πράξεως, της ενέργειας, σε σχέση με την μορφή, το είδος. Αυτό το θέμα βρίσκεται σε όλες τις φιλοσοφικές πραγματείες, είναι πολύ αγαπητό στην αρχαία φιλοσοφία, και χρησιμοποιείται τόσο στην γέννηση των ιδεών από τον θεό, την γέννηση της αιωνιότητος από το αιώνιο παρόν, την προτεραιότητα του Είναι σε σχέση με το ον ή τέλος για την εξωτερίκευση της σκέψης που αυτοστοχάζεται σαν σκέψη.

Όλες αυτές οι ομάδες ανήκουν και ξεσηκώνονται σχεδόν, σε μία και μοναδική πηγή. Στα κείμενα του Πορφύριου. Τα οποία θα επισκεφτούμε με συντομία στην συνέχεια!

(Συνεχίζεται)

Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: