Πέμπτη 15 Μαΐου 2014

ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ (Η ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΩΣ ΤΟΥ ΦΙΛΙΟΚΒΕ) 2

Συνεχίζεται από Τρίτη, 13 Μαΐου 2014

IGNACE DE LA POTTERIE, S. J.

Η ΑΛΗΘΕΙΑ ΣΤΟΝ ΑΓΙΟ ΙΩΑΝΝΗ



Δημοσιεύθηκε με την συνδρομή του Πανεπιστημιακού  Ιδρύματος του Βελγίου. Ρώμη, Biblical Institute Press, 1977
--------------------------------------------------------------------------------------------------------
ΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΟΥ ΘΑ ΧΡΕΙΑΣΘΟΥΜΕ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΞΗΣ: κατα Ιωάννην:

ιδ'

 15 Ἐὰν ἀγαπᾶτέ με, τὰς ἐντολὰς τὰς ἐμὰς τηρήσατε, 16 καὶ ἐγὼ ἐρωτήσω τὸν πατέρα καὶ ἄλλον παράκλητον δώσει ὑμῖν, ἵνα μένει μεθ' ὑμῶν εἰς τὸν αἰῶνα,

26 ὁ δὲ παράκλητος, τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιον ὃ πέμψει ὁ πατὴρ ἐν τῷ ὀνόματί μου, ἐκεῖνος ὑμᾶς διδάξει πάντα καὶ ὑπομνήσει ὑμᾶς πάντα ἃ εἶπον ὑμῖν.

ιε'

 26 ὅταν δὲ ἔλθῃ ὁ παράκλητος ὃν ἐγὼ πέμψω ὑμῖν παρὰ τοῦ πατρός, τὸ Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὃ παρὰ τοῦ πατρὸς ἐκπορεύεται, ἐκεῖνος μαρτυρήσει περὶ ἐμοῦ· 27 καὶ ὑμεῖς δὲ μαρτυρεῖτε, ὅτι ἀπ' ἀρχῆς μετ' ἐμοῦ ἐστε.
  
ιστ'

7 ἐὰν γὰρ μὴ ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρὸς ὑμᾶς· ἐὰν δὲ πορευθῶ, πέμψω αὐτὸν πρὸς ὑμᾶς·

Άγιος Μάξιμος ομολογητής:

 Ας δούμε όμως και μία θεολογική ερμηνεία της κινήσεως της Αγίας Τριάδος, την οποία ερμηνεύουν σήμερα Ιεραρχικά,  Άγιος Μάξιμος ομολογητής, ambigua, 23: «Πώς εξηγείται το γραφέν υπό Γρηγορίου; Διά τούτο μονάς απ’ αρχής εις δυάδα κινηθείσα μέχρι Τριάδος έστη!; Κινείται (απαντά ο Άγιος Μάξιμος) μέσα στον Νου που είναι άξιος να την κατανοήσει, ο οποίος μέσω της Μονάδος και μέσα στην Μονάδα ολοκληρώνει κάθε έρευνα του σ’ αυτή ή για να το πούμε διαφορετικά, ολόκληρη η Μονάς αχώριστη διδάσκει και φανερώνει στον Νου, στην πρώτη του επαφή μαζί Της, την αλήθεια γύρω από την Μονάδα, έτσι ώστε να μην εισαχθεί χωρισμός στην πρώτη Αιτία. Μετά όμως προχωρά στην φανέρωση της θείας και απόρρη­της Θεογονίας αυτής της πρώτης Αιτίας, αποκαλύπτοντας του Μυστικά και κρυφά ότι δεν πρέπει να σκεφτεί ποτέ πως αυτό το Υπερού­σιο Αγαθό μπορεί να είναι άγονο, στείρο Λόγου και Σοφίας ή Αγιαστικής Δυνάμεως, ομοουσίους και υπαρκτές σαν υποστάσεις, για να μην διατρέξει τον κίνδυνο, αυτός ο Νους, να εννοήσει πως ο Θεός είναι Σύνθεση αυ­τών, ωσάν να επρόκειτο για τυχαία κατηγορήματα, αντί να πιστεύει δια της πίστεως ότι Αυτοί συνυπάρχουν, συναιω­νίως. Λέγεται λοιπόν πως ο Θεός κινείται, καθώς είναι Αιτία της έρευνας του τρόπου με τον οποίον συνυπάρχει. Διότι είναι αδύνατον χωρίς θεϊκό φωτισμό να κατανοήσουμε κάτι από τον Θεό. Διότι ο Θεός που δεν έχει την ίδια φύση με τους ανθρώπους, έχει ασφαλώς και διάφορον τρόπον γεννή­σεως.»
--------------------------------------------------------------------------------------------------------


 2. Το Πνεύμα που θα εκπορευθεί από τον Πατέρα

Όπως και στις δύο προηγούμενες υποσχέσεις, ο Πατήρ και ο Υιός αναφέρονται σαφώς σχετικά με την αποστολή του Πνεύματος· η καθ’ εαυτή λειτουργία που τους αναλογεί είναι όμως κάθε φορά διαφορετική. Σύμφωνα με το 14, 16, το Πνεύμα θα δωθεί κατόπιν αιτήσεως του Ιησού· στο 14, 26 θα αποσταλεί εις το όνομά του· και στις δύο περιπτώσεις όμως δημιουργός αυτής της δωρεάς (δώσει, 14,16) ή αποστολής (πέμψει, 14, 26) είναι ο Πατήρ. Στην τρίτη υπόσχεσή αντίθετα η προοπτική έχει τροποποιηθεί: πρόκειται τώρα για τον Χριστό που θα στείλει τον Παράκλητο (πέμψω, 15, 26 και 16, 7)· και θα τον στείλει βέβαια από τον Πατέρα (d auprès du Père):  παρά του πατρός (15, 26). Αλλά η εμφατική χρήση της αντωνυμίας «εγώ» (ον εγώ πέμψω) αναδεικνύει ανάγλυφα την κυρίαρχη εξουσία του Υιού που αποστέλλει το Πνεύμα. Όπως υπογραμμίζει ο J. Huby,  « πρόκειται για μιαν ουσιαστικά θεία προϋπόθεση. Κανένα δημιούργημα δεν διαθέτει την εξουσία να αναθέσει αποστολή στο Πνεύμα του Θεού».
Ο Ιησούς θα στείλει το Πνεύμα «από τον Πατέρα»: οι λέξεις αυτές περιγράφουν τον τόπο προέλευσης αυτής της αποστολής. Η πρόθεση παρά που συνοδεύεται από την γενική, δεν υποδεικνύει εντούτοις την ίδια την πηγή από την οποία προέρχεται κάτι (στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε να χρησιμοποιηθεί η πρόθεση εκ), αλλά έναν τόπο γειτονικό σε κάποιον, από τον οποίο ξεκινά η κίνηση, τον τόπο δίπλα  (γειτνίαση) σε κάποιο πρόσωπο. Θα πρέπει να ερμηνεύσουμε τον προσδιορισμό του τόπου με την ενεργητική ή με την παθητική έννοια; Με άλλα λόγια, αφορά στον Υιό που αποστέλλει το Πνεύμα «από τον Πατέρα», ή στο Πνεύμα που αποστέλλεται «από τον Πατέρα»; Δηλαδή ο Υιός ή το Πνεύμα παρουσιάζεται εδώ ότι είναι «παρά του Πατρός»; Μάλλον θα πρέπει να απαντήσουμε: και οι δύο. Σ’ αυτό το πρώτο μέρος του εδαφίου το νόημα επικεντρώνεται εντούτοις στον ρόλο αυτού κυρίως που αποστέλλει, και επομένως ο Υιός είναι εδώ αυτός που εμφανίζεται να είναι παρά τον Πατέρα· στο δεύτερο μέρος του εδαφίου, επαναλαμβάνεται το ίδιο και για το Πνεύμα, όπως θα δούμε σύντομα. Εάν όμως ο Υιός στέλνει το Πνεύμα από τον Πατέρα, θα πρέπει να πούμε από τώρα ότι το Πνεύμα βρίσκεται και αυτό εκεί. Και επομένως προϋπόθεση για την  ίδια την «αποστολή» είναι τόσο η παρουσία του Χριστού «παρά τον Πατέρα» όσο και του Παρακλήτου. (Σημ.155)
Ακολουθούν τα περίφημα λόγια, που από αρχαιοτάτων χρόνων αποτελούν αντικείμενο έντονης διαμάχης: το πνεύμα… ὃ παρά του πατρός  ε κ π ο ρ ε ύ ε τ α ι. Θα πρέπει να τα αντιληφθούμε με την έννοια της χρονικής αποστολής, ή της προαιωνίου  εκπορεύσεως του Πνεύματος στους κόλπους της τριαδικής ζωής; Μόνο η πρώτη ερμηνεία, πιστεύουμε, εκφράζει ακριβώς το άμεσο και σαφές νόημα των λεγομένων, και τούτο για διαφορετικούς λόγους: (Σημ. 156)
α) Η πρόθεση παρά, συνοδευόμενη από την γενική και ένα ρήμα που εκφράζει κίνηση, χρησιμοποιείται και αλλού από τον Ιωάννη για να εκφράσει την αποστολή  (του Ιωάννου του Βαπτιστού «εκ μέρους του Θεού», 1, 6· του Χριστού «παρά του Πατρός», 16, 27 και 17, 8). (Σημ. 157)
β) Οι λέξεις ὃ παρά του πατρός εκπορεύεται φαίνεται να έχουν, όπως είπαμε, φιλολογική σχέση με το πνεύμα  τ ο υ  π α τ ρ ό ς υμών, στο κατά Ματθ. 10, 20. Και αυτή η διατύπωση του Ματθαίου επιθυμεί να περιγράψει το Πνεύμα σαν δωρεά της ευσπλαχνίας του Πατρός προς τους ανθρώπους. Εάν εξαιρέσουμε το ενδεχόμενο, λόγοι πρακτικοί να οδήγησαν τον Ιωάννη σε μια ριζική επανερμηνεία των κειμένων, καλούμαστε να αντιληφθούμε με τον ίδιο τρόπο την διατύπωσή του για την έλευση του Πνεύματος στους ανθρώπους. (Σημ. 159)
γ) Ένα πειστικό επιχείρημα υπέρ της εν χρόνω αποστολής μάς προσφέρει επίσης ο ξεκάθαρος παραλληλισμός ανάμεσα στις λέξεις παρά του πατρός στο 26β ( με το πέμψω) και την επανάληψή τους  παρά του πατρός στο 26γ (με το εκπορεύεται):
                          Α                                                                            Β
                  Όταν δε έλθη
(α) ο παράκλητος                                                      (α΄) το πνεύμα της αληθείας
(β) ὃν                                                                            (β΄) ὃ
(γ) εγώ πέμψω υμίν                                                  (γ΄) παρά του πατρός
      παρά του πατρός
                                                                                              ε κ π ο ρ ε ύ ε τ α ι
Τα δύο τμήματα Α και Β  αυτών των προτάσεων αντιστοιχούν με ακρίβεια:
 - ο παράκλητος (α) επαναλαμβάνεται ως το πνεύμα της αλήθειας (α΄)·
 - αυτός ο διπλός προσδιορισμός ακολουθείται και στις δύο περιπτώσεις από μιαν        
   αναφορική αντωνυμία: ὃν (β) και (β΄)·
- τέλος, στο (γ) και (γ’) εμφανίζεται η ίδια έκφραση, παρά του πατρός.

Είναι δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η διατύπωση αυτή μπορεί να έχει διαφορετικό νόημα στο Α από ό,τι στο Β και ότι, εάν στο πρώτο υποδεικνύει την χρονική αποστολή (πέμψω υμίν), θα πρέπει να αναφέρεται στην προαιώνιο εκπόρευση στο δεύτερο. Ο παραλληλισμός τών (γ) και (γ΄) δείχνει ότι το εκπορεύεται περιγράφει την αποστολή (πέμψω) του Πνεύματος από τον Πατέρα. Τούτο γίνεται ακόμη πιο ευκρινές δεδομένου ότι η δομή του κειμένου συμπεριλαμβάνει κατά κάποιον τρόπο τις έννοιες  έλθη και  εκπορεύεται· αυτά τα δύο ρήματα θα πρέπει λοιπόν να είναι σχεδόν συνώνυμα · παρά του πατρός εκπορεύεται σημαίνει επομένως: «θα αναχωρή(σει) από τον Πατέρα». Υπάρχει η άποψη ότι εάν αυτοί οι λόγοι αναφέροντο στη χρονική αποστολή, το τμήμα Β της προτάσεως θα αποτελούσε μιαν άχρηστη επανάληψη του τμήματος Α, όπου η έννοια της αποστολής υποδεικνύεται ήδη καθαρά (με το ρήμα πέμψω). Αλλά όπως συχνά συμβαίνει στον σημιτικό παραλληλισμό, το τμήμα Β δεν είναι μια απλή επανάληψη του Α· παρουσιάζει την ίδια ιδέα αλλά με διαφορετικόν τρόπο, συνεισφέροντας στην πρόοδο της σκέψεως: στο Α η αποστολή θεωρείται ενεργητικά, δηλαδή από την πλευρά του Υιού που «αποστέλλει»· στο Β  αντιπροσωπεύεται αντίθετα με την παθητική έννοια, αυτού που αποστέλλεται, δηλαδή του Πνεύματος της αληθείας. Έτσι καταλήγουμε σε μια συμμετρική και απόλυτα ισορροπημένη κατασκευή  ((sic ))· στο Α και στο Β διαγράφεται μια παρόμοια και παράλληλη κίνηση, με αντίθετο προσανατολισμό· στο Α πρόκειται για μια κίνηση ανιούσα : ξεκινά, είναι αλήθεια, με  τον ερχομό (εδώ κάτω) του Πνεύματος, αλλά για να ανέλθει και πάλι ακολούθως μέχρι τον Υιό που το αποστέλλει «παρά του Πατρός»· αντίθετα στο Β η κίνηση είναι κατιούσα, διότι το Πνεύμα ξεκινά από τον Πατέρα, προκειμένου να επιστρέψει στους ανθρώπους και να μαρτυρήσει περί του Ιησού:
             ὃν εγώ πέμψω υμίν                                         το πνεύμα της αληθείας, ὃ
             παρά του πατρός                                              παρά του πατρός
(όταν ο παράκλητος)  ε λ θ η ·                                                        ε κ π ο ρ ε ύ ε τ α ι .
Ποιος θα μπορούσε να ισχυρισθεί, μ’ αυτές τις προϋποθέσεις, ότι πρόκειται για μια ταυτολογία, μιαν άχρηστη επανάληψη; Τα δύο τμήματα Α και Β είναι εξίσου απαραίτητα για να ολοκληρωθεί η μαρτυρία του Πνεύματος περί του Ιησού: το πρώτο δείχνει ότι ο Ιησούς ο ίδιος (εγώ)    αυτός που έγινε o στόχος του μίσους του κόσμου – είναι αυτός που θα αποστείλει στους μαθητές τον Παράκλητο «από τον Πατέρα»· έτσι λοιπόν, αυτό το Πνεύμα της αλήθειας θα ξεκινήσει «από τον Πατέρα» για να γίνει, στο πλευρό των μαθητών, μάρτυρας του Ιησού. Έχουμε εδώ μιαν ακριβή διατύπωση, που θα μας βοηθήσει να αντιληφθούμε καλύτερα το σωστό νόημα της μαρτυρίας του: αυτός που μαρτυρεί, εδώ κάτω, περί του Ιησού, είναι το Πνεύμα της αληθείας που ξεκίνησε από τον Πατέρα, απ’ όπου έχει αποσταλεί από τον ίδιο τον Ιησού· κατά συνέπεια, μπορούμε ίσως να διακρίνουμε ότι η μαρτυρία του θα έχει σαν αντικείμενό της μιαν υπερβατική πραγματικότητα,  θα προέρχεται δηλ. από τη θέση του Ιησού «παρά τον Πατέρα», από όπου αυτό το ίδιο, το Πνεύμα έχει έλθει. 
Μία ακόμη συνέπεια προκύπτει από τον παραλληλισμό στην σύνταξη του κειμένου: το ρήμα εκπορεύεται, που βρίσκεται σε ενεστώτα χρόνο  και αντιστοιχεί  στο όταν… έλθη  (μέλλον,) θα πρέπει να ερμηνευθεί σαν ένας άμεσος μέλλον. Γι’ αυτό και ο Marius Victorinus, που το είχε αντιληφθεί (( ! )), μεταφράζει: «qui a Patre adveniet» (αφικνείται προσέρχεται) (Adv. Arium, Ι, 13)· εμείς χρησιμοποιούμε την μετάφραση: «Θα εκκινήσει από τον Πατέρα». Παρ’ όλα αυτά αρκετοί συγγραφείς θεώρησαν ότι ο ενεστώς τού εκπορεύεται, σε αντίθεση με τους μέλλοντες των πέμψει και μαρτυρήσει, αποτελεί επιχείρημα για την ερμηνεία του κειμένου με την έννοια της προαιωνίου εκπορεύσεως. (Σημ. 162) Έτσι όμως παραβλέπουμε το γεγονός ότι στην Κ. Δ. χρησιμοποιείται πολύ συχνά ο ενεστώς στη θέση του μέλλοντος όσον αφορά σε ρήματα κινήσεως όπως  έρχομαι και πορεύομαι. (Σημ. 163). Στις δε ομιλίες του αποχαιρετισμού στο κατά Ιωάννη 14 – 16 γίνεται αποκλειστική χρήση αυτού του χρόνου: στην περιγραφή είτε της επικείμενης «αναλήψεως» του Ιησού εις τον Πατέρα του, είτε της «επιστροφής» στους μαθητές, είτε ακόμη της «ελεύσεως» της ώρας και γενικά των εσχατολογικών γεγονότων που θα αρχίσουν με τον θάνατο και την δόξα του Ιησού, ο Ιωάννης χρησιμοποιεί πάντοτε τα ρήματα πορεύομαι, έρχομαι και υπάγω στον ενεστώτα, με την έννοια ενός άμεσου μέλλοντος· και αυτό αποτελεί ένα πολύ καλό παράδειγμα «εκπληρωθείσης εσχατολογίας». Αν λοιπόν στο 14, 26 λέγεται ότι το Πνεύμα  ε κ π ο ρ ε ύ ε τ α ι  από τον Πατέρα, θα πρέπει και εδώ επίσης να δώσουμε στον ενεστώτα την έννοια ενός μέλλοντος· αυτό το ρήμα έχει την ίδια χρονική αξία με τους μέλλοντες που το περιβάλλουν. Ας υπενθυμίσουμε εξ άλλου ότι η άφιξη του Πνεύματος είναι, και αυτή, μια εσχατολογική πραγματικότητα· δεν μπορεί να επέλθει παρά μόνο με την άφιξη της «ώρας» (7, 39), με την επιστροφή του Ιησού πλησίον του Πατρός (16, 7).
δ) Ένα τελευταίο επιχείρημα μας καλεί να ερμηνεύσουμε το εκπορεύεται ως χρονική και εσχατολογική έλευση του Πνεύματος: όλο το πρώτο μέρος του εδαφίου, δηλαδή ολόκληρη η πρόταση (από το όταν δε… έως εκπορεύεται), δεν αποτελεί παρά μια μακροσκελή και επίσημη δευτερεύουσα πρόταση, προορισμένη να αναδείξει την πολύ σύντομη κύρια πρόταση: εκείνος μαρτυρήσει περί εμού. Με άλλα λόγια, η ανάπτυξη της προτάσεως που αναφέρεται στον Παράκλητο αποβλέπει στην ερμηνεία της σημασίας της μαρτυρίας του. Άρα, σ’ αυτήν την περίπτωση δεν βλέπουμε για ποιον λόγο θα είχε νόημα να υπογραμμισθεί άμεσα η αιώνια εκπόρευση του Πνεύματος. Αν αντίθετα εκπορεύεται, και αναφέρεται επομένως ολόκληρη η πρόταση στην χρονική αποστολή του, η μακροσκελής αυτή εισαγωγή γίνεται απόλυτα κατανοητή, διότι χρησιμεύει στην ανάδειξη ολόκληρης της αξίας αυτής της μαρτυρίας του Παρακλήτου: για να γίνει (το Πνεύμα) ο μάρτυρας του Ιησού στους μαθητές του, πρέπει να έχει αποσταλεί από τον ίδιο τον Ιησού, παρόντα παρά του Πατρός· είναι αναγκαίο επίσης να «εκκινήσει» (αναχωρήσει) και αυτό, από τον Πατέρα, διότι μ’ αυτόν τον τρόπο εμφανίζεται η συνέχεια ανάμεσα στην «αποστολή» του Πνεύματος από τον Ιησού, και την «έλευσή» του στους μαθητές· η συνέχεια αυτή υπογραμμίζεται με την επανάληψη των ίδιων λέξεων παρά του πατρός: στην πρώτη περίπτωση αφορούν στον Ιησού και στη δεύτερη στο Πνεύμα, αποδεικνύοντας αφ’ ενός ότι η έλευση του Πνεύματος έχει υπερβατική προέλευση και αφ’ ετέρου ότι η αποστολή του Πνεύματος ήταν η τελευταία πράξη του έργου της σωτηρίας του Ιησού. (Σημ. 165)

Συνεχίζεται

Σχόλιο

Αυτή είναι λοιπόν η αίρεση τού οικουμενισμού, τής οποίας τά συλλείτουργα είναι τό παραπέτασμα καπνού γιά τούς αδαείς. ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΔΡΑ ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ. Λέγεται καί εποχή τής οικονομίας τού Αγίου Πνεύματος. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΟΠΟΥ ΘΕΛΕΙ ΠΝΕΙ, λένε οι θρησκολάγνοι, αλλά δέν αναρωτιούνται, πού θέλει, τί θέλει τό Αγιο Πνεύμα; Θελει τόν Κύριο ,όπου καί αναπαύεται. Γι'αυτό καί τό Αγιο Πνεύμα έρχεται καί σκηνώνει στόν πιστό ο οποίος αγαπά τόν Ιησού Χριστό καί τηρεί τίς εντολές του καί μεταμορφώνει τόν πιστό αυτό σέ ναό τού Αγίου Πνεύματος. Χωρίς όρια είναι μόνον η ανοησία, ευτυχώς. Τό Αγιο Πνεύμα στέκεται πάντοτε πάνω από τόν Κύριο. Αυτή είναι η οικονομία τού Αγίου Πνεύματος. Η αίρεση ετούτη δέν επαναλαμβάνει απλώς τό Φιλιόκβε. Είναι η εξέλιξή του. Καί πρέπει τώρα νά αποδείξει τήν χρονική εκπόρευση. Τήν οικονομική καί μόνον φύση τής υπάρξεώς τής Αγίας Τριάδος. Διότι ισχυρίζεται ότι τό μόνο πού μπορούμε νά γνωρίσουμε από τόν Θεό είναι η οκονομική Του αποκάλυψη καί αυτή είναι η ουσία τού Θεού. Καί είναι η αποκάλυψη επομένως ενός ενυπάρχοντος ή εμμενούς Θεού. Ο οποίος ταυτίζεται μέ τήν θέλησή Του, μέ τήν Ενέργειά Του, η οποία γίγνεται καί απογίγνεται. Μάς δίνει φλασιές αληθείας.  Η ανθρώπινη φύσις τού Χριστού δέν είναι η κοινή ουσία αλλά ο κοινός άνθρωπος. Η Θεοτόκος παραμερίζεται γιά νά δώσει τήν θέση της στήν εμμένεια (immanence) καί επομένως τό Ευαγγέλιο καθίσταται ακατανόητο, καθώς περιέχει μυθικά στοιχεία γιά μία άγνωστη άκτιστο Τριάδα, η οποία Απαιτεί γιά τήν ενανθρώπισή της μιά Θεοτόκο, απαλλαγμένη από τό προπατορικό αμάρτημα καί  τήν ενανθρωπήσασα δεύτερη υπόστασή Της θεωμένη.  Δέν γίνεται πλέον κατανοητό λοιπόν ότι ο Κύριος είναι ο ΠΑΤΗΡ τής σωτηρίας μας καί ότι στούς λόγους Του συνήθως αναφέρεται στήν Θεότητά Του, σάν  Ιησούς πρός τόν Χριστό ,πρός τόν ΠΑΤΕΡΑ, μέ τον οποίο είναι ασυγχύτως καί αδιαιρέτως ενωμένος καί τού οποίου τό Θέλημα υπακούει πάντοτε τό θέλημά του.
ΟΙ ΛΑΤΙΝΟΙ ΟΤΑΝ ΣΥΝΑΝΤΟΥΝ ΤΗΝ ΛΕΞΗ ΠΑΤΗΡ ΣΤΑ ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ, ΕΝΝΟΟΥΝ ΠΑΝΤΟΤΕ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΑΤΡΟΣ, ΔΙΟΤΙ ΣΤΕΡΟΥΝΤΑΙ ΤΗΝ ΑΓΙΟΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΑΓΙΟΤΗΤΟΣ. Εχασαν την Χαρη καί η πρώτη συνέπεια είναι πώς δέν  κατανοούν τήν απώλεια. Τό Αγιο Πνεύμα λοιπόν πέμπεται από τόν Υιό  όπου αναπαύεται εκπορευθέν εκ' τού Πατρός, γιά νά συναντήσει ξανά τόν εν' ημίν Χριστό, τόν Εμό Χριστό τού Αγίου Γρηγορίου, καί νά τόν οδηγήσει σέ ηλικία Χριστού, ίνα ώσιν έν, όπως καί η ΑΓΙΑ ΤΡΙΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝ.

Αμέθυστος


3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

'Εχασαν την Χαρη καί η πρώτη συνέπεια είναι πώς δέν κατανοούν τήν απώλεια.' ΤΡΟΜΑΚΤΙΚΟ.

ΑΡΧΑΙΟΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ είπε...

Π ώ ς δύναται να ερμηνευθή,τότε,η στάσις του γνωστού/της γνωστής περί το διαδίκτυον Ο.Ο.Δ.Ε.ενώπιον αυτού,του τόσον κεφαλαιώδους ζητήματος της χριστιανικής μας πίστεως που και μας ενδιαφέρει αμέσως,ταυτοχρόνως,τόσον από τριαδολογικής όσον και χριστολογικής πλευράς του δοθέντος και μοναδικού 'στους αιώνες προς τη σωτηρία μας θείου δόγματος;Θα 'μπορούσε να γίνη μια αναφορά,εδώ;Κάτι που,παραδόξως και ενδεχομένως,δε συζητείται(!),αποφεύγεται(;)να συζητηθή(και)ευρέως,που...''διαπεξέρχεται''απαρατήρητο και χωρίς(να του δίδεται)τη δέουσα προσοχή,σημασία,βαρύτητα.

amethystos είπε...

ΑΝΗΚΕΙ ΣΤΗΝ ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΘΕΣ/ΝΙΚΗΣ, Η ΟΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΣΦΗΚΟΦΩΛΙΑ ΤΗΣ ΑΙΡΕΣΕΩΣ.