Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

ΚΑΛΛΙΣΤΟΣ ΑΓΓΕΛΙΚΟΥΔΗΣ - Α ΜΕΡΟΣ (ΕΠΑΝΑΛΗΨΗ 15)

Συνεχίζεται από Παρασκευή, 7 Μαρτίου 2014

O Doctor Angelicus συναντά τον Κάλλιστο Αγγελικούδη
Ο Κάλλιστος Αγγελικούδης αναλύει και σχολιάζει 
  το κατά των Ελλήνων βιβλίο του Θωμά Ακινάτη
Περί θείας απλότητος και διαφοράς ουσίας και ενέργειας
331. « Νοεί με την ουσία του ο Θεός », κι εγώ βλέπω να νοούν και όλες οι νοερές φύσεις με τη δική τους ουσία. « Δεν υπάρχει τίποτα εκτός απ’ την ουσία του στον Θεό »˙ « το νοητό είδος, που υπάρχει στον νου, παρά την ( κοντά στην ) ουσία του, είναι συμβεβηκός˙ γι’ αυτό και συγκαταλέγεται και η δική μας σοφία στα συμβεβηκότα. Και δεν μπορεί να είναι κάτι συμβεβηκός στον Θεό, δεν υπάρχει άρα στον θείο νου κάποιο είδος κοντά ( παρά ) στη θεία ουσία ». Έχουν πολλές ατοπίες και παραλογισμούς κι αυτές οι προτάσεις. Γιατί το νοητό είδος, που υπάρχει στον νου και υπάρχει παρά την ( κοντά στην ) ουσία του, θα μπορούσε να είναι ίσως συμβεβηκός, και γνωστά τά τής καθ’ ημάς σοφίας, στον δικό μας νου˙ να λες δε πως είναι η νόηση και η σοφία ή η λογικότητα, που υπάρχει σε μας, συμβεβηκός, είναι λόγια αυτών που έχουν αποφασίσει να ψεύδονται.

332. Γιατί όπως είναι ακριβώς αυτά που λογιζόμαστε (σκεπτόμαστε ) πολλές φορές έξω από μας και συμβεβηκότα σε μας ( μας συμβαίνουν ), όχι όμως κι ο λογισμός ( η σκέψη ), έτσι και η σοφία. Θα έχη μεν αυτά που μπορεί να γνωρίζη ( τα γνωστά ) κατά συμβεβηκός, η δε σοφία δεν είναι συμβεβηκός σε μας, αλλ’ υπάρχει εκ φύσεως, όπως ακριβώς και η λογικότητα βέβαια και η νοερότητα. Και δεν λες πως « δεν μπορεί να υπάρχη κάτι απλώς » στον Θεό, αλλά πως « δεν μπορεί να είναι κάτι συμβεβηκός », και καλά το λες. Αλλά το να συμπεραίνης απ’ αυτό και να λες, ότι δεν υπάρχει άρα στον θείο νου κάποιο είδος κοντά ( παρά ) στη θεία ουσία, είναι ένα ολισθηρό συμπέρασμα˙ γιατί δεν είναι, αν δεν είναι κάτι συμβεβηκός στον Θεό, ουσία του Θεού˙ γιατί η δύναμη και η σοφία κι η αγαθότητα και η πρόνοια του Θεού και τα παρόμοια δεν είναι ούτε συμβεβηκότα στον Θεό, ούτε θεία ουσία, αλλά φυσικά και ουσιώδη του Θεού, όπως έχεις ακούσει απ’ τους αγίους.

333. Και δεν αποκλίνεις μόνο σε ελεεινές αιρέσεις εσύ, αλλά φανερώνεσαι να λες και γελοία, καθώς βιάζεσαι να λες πως « γι’ αυτό και συγκαταλέγεται κι η δική μας σοφία στα συμβεβηκότα ». Κι αν είναι συμβεβηκός η δική μας σοφία, θαυμάζω, τί θα είναι φυσικό τέλος πάντων απ’ τα αγαθά σε μας, η γνώση, η φρόνηση, η διάκριση, η θεωρία, η λογικότητα κι η νοερότητα, όπως ακριβώς έχω πή. Αν είναι αυτά συμβεβηκότα ( Αν έτσι απλώς συμβαίνουν αυτά ), θα αποδειχθή ένα μάταιο πράγμα η ψυχή˙ είναι ψέμμα άρα και φοβερή μανία να τίθεται αυτό που δεν είναι συμβεβηκός στον Θεό ουσία του Θεού και η εκ λόγου φυσικού σε μας σοφία συμβεβηκός. « Δεν συνεπάγεται απ’ το ότι υπάρχει στον Θεό σοφία, πως υπάρχει σ’ αυτόν κάτι το συμβεβηκός, αλλά μόνο κάποια τελειότητα, στην οποία και συνίσταται ο λόγος της σοφίας ». Κι ακόμα˙ « δεν μπορεί να υπάρχη κάτι στον θείο νου κατά συμβεβηκός, αλλά καθ’ εαυτό μόνο ». Βλέπεις, πώς είναι αντίθετα αυτά τα λόγια σε κείνα που έχεις πη προηγουμένως ;

334. « Έφθασαν απ’ αυτά και τα παρόμοια λόγια να υποθέσουν κάποιοι ότι δεν οράται ποτέ η θεία ουσία από κανέναν νου, η οποία βέβαια θέση αναιρεί και τη φυσική μακαριότητα της λογικής κτίσης, που αποδείξαμε ήδη πως υπάρχει σε μόνη τη θεωρία τής θείας ουσίας ». Ονομάζει πάλι εδώ κάποιους τους ιεροδιδασκάλους˙ γιατί αυτοί είναι που απέδειξαν με τις ρήσεις της ιεράς Γραφής πως είναι απερίοπτη και ανέπαφη σε κάθε γενητή φύση η θεία ουσία˙ και τους καταφρονεί μεν εκείνους, έχει δε εμπιστοσύνη στη δική του ταλαίπωρη απόδειξη και νομίζει, πέρα από κάθε λογική και πέρα από κάθε ιερή μαρτυρία, πως είναι φυσική και μόνη μακαριότητα της λογικής κτίσης το να γνωρίζη τον Θεό κατ’ ουσίαν και το να μην αποκτήση αυτή τη γνώση εκπεσμό κι απ’ τη μακαριότητα, παρ’ όλο που ο αγαθός και παντοτινός (απαρόδευτος ) μας διδάσκαλος, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός, η αυτοαλήθεια, μας δίδαξε βέβαια πολλών τάξεων μακαρισμούς, λέγοντας˙ « μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι, μακάριοι οι πενθούντες, μακάριοι οι πραείς, μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην, μακάριοι οι ελεήμονες, μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, μακάριοι οι ειρηνοποιοί, μακάριοι οι δεδιωγμένοι » ( Ματθ. Ε΄3-4 ). Παρατέθηκαν τόσες πολλές ή και περισσότερες οδοί μακαρισμών στον Πατέρα, και καταφρονώντας τον αυτός κι εκείνον, καθ’ όσον μιαρός, θέτει σε τέτοια οδό τον μακαρισμό, στην οποία δεν είναι δυνατό να ανέλθη καμμιά λογική κτίση, για να αποστερήση έτσι εύκολα απ’ τη μακαριότητα όλους τους αγγέλους και τους αγίους σύμπαντες.

335.Γιατί είναι ο ίδιος που λέει˙ « έφθασαν να υποθέσουν κάποιοι πως δεν οράται ποτέ κι από κανέναν νου η θεία ουσία, η οποία θέση αναιρεί βέβαια και τη φυσική μακαριότητα της λογικής κτίσης ». Καλά κάνει και αθετεί τους ιεροδιδασκάλους, τους οποίους και ονομάζει κάποιους, ακολουθεί δε τους΄Ελληνες και τον Αριστοτέλη, τους οποίους και ονομάζει φιλόσοφους, αυτός που επιγράφει κατά ΄Ελλήνων το επάρατό του βιβλίο και δεν κάνει κανέναν λόγο για τους μακαρισμούς, τους λόγους του Χριστού, που είναι τόσοι πολλοί και τέτοιοι.

336. « Έχει προαποδειχθή πως επιθυμεί απ’ τη φύση του να θεωρή τη θεία ουσία ο κάθε νους, και δεν μπορεί να υπάρχη μάταια η φυσική έφεση. Μπορεί λοιπόν να φθάση στη θεωρία της θείας ουσίας κάθε κτιστός νους, χωρίς να εμποδίζεται καθόλου σ’ αυτό απ’ την ταπεινότητα της φύσης ». Κι ακόμα˙ « Δεν μπορεί να περιλάβη τη θεία δύναμη, που είναι άπειρη, κανένας κτιστός νους, όπως ακριβώς ούτε και την ουσία του ». Ακόμα˙ « δεν περιλαμβάνει τη θεία ουσία ο κτιστός νους ». Κι ακόμα˙ « είναι αδύνατο άρα να περιλαμβάνη τη θεία ουσία ο κτιστός νους ».

337. Αν μπορή λοιπόν να φθάση στη θεωρία της θείας ουσίας κάθε κτιστός νους, και δεν μπορεί να περιλάβη τη θεία ουσία, είναι ανάγκη ή να θεωρή ένα μέρος της ουσίας και να έχη ένα μέρος απερίληπτο, που είναι ακριβώς αδύνατο και ασεβές, να εννοής τομή στη θεία ουσία, ή, αν θεωρείται μεν, και δεν περιλαμβάνεται, βλέπουμε πάλι διαφορά στη θεία ουσία, το καταληπτό και μη περιληπτό, που είναι ακριβώς άτοπο και ασεβές.

338. « Η νοερή ουσία που βλέπει την ουσία του Θεού έχει αποκτήσει την έσχατη ακινησία. Αν δεν επιτύχη άρα κανείς μαζί με την ευδαιμονία όμοια και ακίνητα την ηρεμία, δεν είναι ακόμη ευδαίμων, αφού δεν ηρέμησε ακόμη η φυσική του επιθυμία. Όταν επιτύχη λοιπόν κανείς την ευδαιμονία, επιτυγχάνει παρόμοια και την ίδρυση ( εγκατάσταση…) και ηρεμία ». Και τα λέει αυτά ύπουλα και ολισθηρά χωρίς κάποια μαρτυρία των Ιερών Γραφών, για να απομακρύνη πάλι όλες τις νοερές ουσίες κι εμάς απ’ την κατά Θεό επαγγελμένη ευδαιμονία. Γιατί λέει αυτός που δεν καταδέχεται χωρίς τη στάση και ηρεμία στον Θεό την ευδαιμονία, ότι « δεν περιλαμβάνει τη θεία ουσία ο κτιστός νους ». Και πάλι˙ « είναι αδύνατο άρα να περιλαμβάνη τη θεία ουσία ο κτιστός νους ». Κι ακόμα˙ « δεν μπορεί να περιλάβη τη θεία δύναμη, που είναι άπειρη, κανένας κτιστός νους, όπως ακριβώς ούτε την ουσία του ».

339. Από πού λοιπόν και από ποιά πρόφαση θα έχη η νοερή δύναμη και η προς τον Θεόν απερίληπτή της ανάτασή την ακινησία και ηρεμία, για να είναι ευδαίμων, αφού θα έχη παυθή η φυσική της επιθυμία ; Και ή θα σβησθούν, όπως φαίνεται, τα αγαθά της ψυχής που έφθασε στον Θεό, το ίδιο δε και των αγγέλων, που είναι ακριβώς άτοπο, ή δεν θα μεθέξουν, αφού θα κινούνται περί τον απερίληπτο Θεό, στην ευδαιμονία.

340. Και αφαιρεί έτσι πάλι απ’ όλες τις κτιστές νοερές ουσίες την ευδαιμονία και το μακάριο ο Θωμάς˙ « κάθε τι που έφθασε στο έσχατό του τέλος » λέει « ηρεμεί˙ γιατί υπάρχει κάθε κίνηση για να επιτευχθή το τέλος˙ και είναι έσχατο τέλος του νου η θεωρία της θείας ουσίας », την οποία και ονομάζει αλλού απερίληπτη. Και πάλι˙ « δεν φθάνει η νοερή κτίση στο έσχατο τέλος, αν δεν παύθηκε η έφεσή της ». Τα διακηρύττει αυτά έξω από κάθε λογική ( παρά παν εικός ), γι’ αυτό και δεν προβάλλει καμμιάν αιτία, για την οποία αυτά γίνονται.
Συνεχίζεται 
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: