Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

ΟΙ ΠΡΟΒΟΛΕΣ ΚΑΙ Η ΑΠΟΣΥΡΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗΝ ΓΙΟΥΓΚΙΑΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ (18)

Συνέχεια από Σάββατο 30 Μαρτίου 2013
 
Αντανακλάσεις της ψυχής
MarieLouise von Franz
8. ΣΥΝΕΙΔΗΤΌΤΗΤΑ ΚΑΙ ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ
Α. Η επιστροφή
Το γεγονός ότι το Ταυτό εμφανίζεται σαν εκείνη η πλευρά της προσωπικότητας που βάζει τέλος σε όλες τις προβολές εκφράζεται συχνά στα συμβολικά παράγωγα του ασυνειδήτου με το σταμάτημα της εμφάνισης του Ταυτού σε προσωποποιημένη μορφή. Στο όραμα του Ποιμάνδρη είδαμε ότι ο εσωτερικός σύντροφος της ψυχής μεταμορφώθηκε και μετά διαλύθηκε σε καθαρό φως. Αυτό το θέμα υπαινίσσεται επίσης το παραμύθι από το Τουρκεστάν με τίτλο «Το μαγικό άλογο» που αναφέραμε στο κεφάλαιο 5. Εκεί η ηρωίδα ξεφεύγει από τον κακό δαίμονα με την βοήθεια ενός μαγικού αλόγου, ενός πλάσματος που στην αρχή το ερμηνεύσαμε σαν το υγιές της ένστικτο. Μετά την κατανίκηση του δαίμονα, όμως, το μικρό άλογο ζητάει να θυσιαστή τελετουργικά. Τα τέσσερα πόδια του γίνονται χρυσά δένδρα που φυτρώνουν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, το σώμα του γίνεται ένας παραδεισιακός τόπος, και το κεφάλι του μεταμορφώνεται σε μια ασημένια λαμπερή πηγή. Η σφαγή (κομμάτιασμα) σημαίνει μια «ανάλυση» (διάλυση) του ενστίκτου, που μέχρι τότε είχε λειτουργήσει ασυνείδητα. Αυτό αντιστοιχεί σε μια νοητική ενέργεια, μέσω της οποίας το αυθεντικό περιεχόμενο, μια πνευματική ώθηση που προηγουμένως είχε παραμείνει κρυμμένη μέσα στο ένστικτο, έρχεται στο φως. Το ψυχολογικό νόημα της διαίρεσης σε τέσσερα μέρη, όπως γράφει ο Jung, είναι «μια ταξινόμηση, μέσω του διαλογισμού» και μέσω της συνειδητοποίησης, της ανάπτυξης μιας εσωτερικής ετοιμότητας για την αποδοχή του αρχετύπου του Ταυτού. Αυτό που προέρχεται από το άλογο, σύμφωνα με την Γιουγκιανή ψυχολογία, είναι μια μαντάλλα.
Ο Jung λέει επανειλημμένα μέσα στα έργα του ότι η κοινή λογική, ο διαλογισμός και η αυτογνωσία είναι τα μόνα μέσα για να ξεκαθαρίσουν τα σύννεφα των προβολών των ασυνείδητων περιεχομένων. Στην μακρά ιστορία της φιλοσοφίας πολλά έχουν γραφτή επάνω στο θέμα του διαλογισμού. Εδώ τα δικά μου σχόλια στο θέμα αυτό θα περιορισθούν στο πεδίο της πρακτικής εμπειρίας, και ιδιαίτερα στις  π ρ ο σ υ ν ε ι δ η τ έ ς  διαδικασίες που δίνουν την δυνατότητα στο εγώ να ασχοληθή με τον διαλογισμό. Το γεγονός ότι το άλογο, δηλαδή το ίδιο το ένστικτο, ζητάει από μόνο του τον θάνατό του, περιέχει τον υπαινιγμό ότι η ώθηση για διαλογισμό προέρχεται τελικά από το ασυνείδητο, πιο συγκεκριμένα από το Ταυτό. Όταν ο διαλογισμός συνδυάζεται με την διάκριση της προβολής, συνδέεται πολύ στενά με το φαινόμενο της βαθειάς ηθικής αλλαγής, της Παύλειας  μ ε τ ά ν ο ι α ς  (προς Γαλάτας, κεφ. 6 ), μιας πνευματικής και ηθικής στροφής 180˚ προς ένα νέο στόχο, που ως επί το πλείστον βιώνεται σαν προερχόμενος από το εσωτερικό. Η   μ ε τ ά ν ο ι α  είναι μια αλλαγή χαρακτήρα, ακόμη και νοοτροπίας, μέσω της οποίας ολόκληρη η προσωπικότητα ανανεώνεται και μεταβάλλεται με τρόπο αμετάτρεπτο. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο σύντροφος της ψυχής στον «Ποιμένα του Ερμά» αναφέρεται επίσης σαν «ο Άγγελος της Μετάνοιας». (Σ.τ.Μ.: ο Ερμάς ήταν Αποστολικός Πατέρας, δηλαδή εκκλησιαστικός συγγραφέας της εποχής αμέσως μετά τους Αποστόλους: έζησε στα τέλη του 12ου μ.Χ. αιώνα στην Ρώμη. Πληροφορίες για την ζωή του παίρνουμε από το έργο του «Ποιμήν». Εκεί αναφέρεται ότι ήταν δούλος της πλούσιας Ρόδης, την οποία ερωτεύθηκε. Απελευθερώθηκε, απέκτησε χρήματα και οικογένεια, αλλά φτώχυνε εξ αιτίας της ασωτείας των παιδιών του. Ο «Ποιμήν» είναι το εκτενέστερο από τα συγγράμματα των Αποστολικών Πατέρων, οι πιο γνωστοί από τους οποίους είναι ο Κλήμης Ρώμης, ο Ιγνάτιος Αντιοχείας, ο Βαρνάβας και ο Πολύκαρπος Σμύρνης. Περιέχει οράματα που είδε ο Ερμάς πηγαίνοντας από την Ρώμη προς την Καμπανία. Ονομάζεται έτσι, γιατί οι περισσότερες αποκαλύψεις δίνονται από έναν άγγελο, που του δίδαξε την μετάνοια, με μορφή ποιμένα. Το έργο περιλαμβάνει 5 οράματα, 12 εντολές και 10 παραβολές και γράφτηκε στα ελληνικά, αλλά σώζεται σε λατινική μετάφραση).
Το εικοστό τέταρτο κεφάλαιο του I Ching, του Κινέζικου Βιβλίου της Σοφίας, έχει τον τίτλο «Επιστροφή (Το Σημείο Καμπής)» και περιγράφει ωραία αυτήν την πράξη της συνειδητοποίησης ή μεταμόρφωσης. Απεικονίζει την στιγμή του χειμερινού ηλιοστασίου: «Το παντοδύναμο φως που ήταν εξόριστο ξαναγυρνά» με μια φυσική κίνηση, προβάλλοντας αυτόματα. «Κάθε τι έρχεται από μόνο του στον καθορισμένο χρόνο». Η κίνηση αρχίζει και πάλι. «Η   ε π ι σ τ ρ ο φ ή   ο δ η γ ε ί   σ τ η ν   α υ τ ο γ ν ω σ ί α». Στην αρχή το καινούργιο φως θα πρέπει να ενισχυθή μέσω της στάσης. «Η επιστροφή της υγείας μετά από μια αρρώστεια, η επιστροφή της κατανόησης μετά από ένα ξάφνιασμα: όλα πρέπει να αντιμετωπισθούν με λεπτότητα και με προσοχή στην αρχή». Οι μονές γραμμές του χρησμού έπειτα περιγράφουν το είδος της ηθικής στάσης που πρέπει να υιοθετήση ένα πρόσωπο σε μια τέτοια περίσταση. «Η επιστροφή απαιτεί πάντα μια απόφαση, και είναι μια πράξη αυτοκυριαρχίας… Όταν έχει έρθει η ώρα για την επιστροφή, ο άνθρωπος δεν θα πρέπει να καταφύγη σε μικρόπρεπες δικαιολογίες, αλλά θα πρέπει να κοιτάξη μέσα του και να εξετάση τον εαυτό του. Και αν έχει κάνει κάτι κακό, θα πρέπει να πάρη την γενναία απόφαση να ομολογήση το λάθος του». Εάν κανείς χάση αυτήν την στιγμή όταν έρθη, θα τον συναντήση εξωτερική δυστυχία. «Η δυστυχία έχει το εσωτερικό της αίτιο σε μια λανθασμένη στάση απέναντι στον κόσμο».
Και εδώ, επίσης, έχουμε μια διπλή άποψη της «Επιστροφής» όπως συμβαίνει στο γνωστό ζήτημα της σημασίας των έργων ή της Χάρης. Από την μια πλευρά, η «Επιστροφή» συμβαίνει, κάπως αυτόματα, σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή (η Χάρη)· από την άλλη μεριά, μπορεί κανείς να αποτύχη να πάρη την σωστή ηθική απόφαση, και έτσι να έρθη σε δυσαρμονία με το νόημα (Ταο) και να πέση σε δυστυχία. Μετά από μια προσεκτική παρατήρηση του εαυτού του κατά την διάρκεια μιας τέτοιας διαδικασίας επιστροφής ή  μεταβολής, μπορεί κανείς να κάνη την ακόλουθη περιγραφή αυτής της κατάστασης: εάν κανείς έχει κυριευθή από μια προβολή που διαταράσσει την προσαρμογή του, είτε είναι μια έλξη γεμάτη γοητεία, είτε είναι μίσος ή πεισματική προσκόλληση σε μια θεωρία ή ιδέα, στην αρχή παρασύρεται από ένα ρεύμα ισχυρού συναισθήματος καθώς και επιθυμίας ή εσωτερικής ανάγκης (να «καραβροχθίση» το αγαπώμενο αντικείμενο, να «εξουδετερώση» τον εχθρό, να επιβάλη την ιδέα τους στους άλλους ανθρώπους). Αυτό οδηγεί σε μια συμπεριφορά που βρίσκεται διαρκώς σε ασυμφωνία με τον εξωτερικό κόσμο, και σαν συνέπεια έρχονται συγκρούσεις και απογοητεύσεις. Η υπερηφάνεια και ο εγωισμός τότε παρασύρουν κάποιον στην συνέχιση της μάχης πάντα προς την ίδια κατεύθυνση. Εάν η συναισθηματική επίδραση στραφή προς τα μέσα, μπορεί να οδηγήση ακόμη και σε ιδέες αυτοκτονίας. Όταν το βάσανο έχει κρατήσει αρκετά, τόσο ώστε το εγώ και η δύναμή του να κουραστούν και να αρχίση κανείς να αισθάνεται ότι είναι «μικρός και άσχημος», τότε τελικά έρχεται αυτή η ευεργετική στιγμή που είναι δυνατός ο στοχασμός, που γίνεται μια αντιστροφή του ρεύματος, το οποίο τώρα κατευθύνεται μακριά από το αντικείμενο ή την ιδέα και προς τον εαυτό κάποιου, ή, ακόμη καλύτερα προς το Ταυτό. Γίνεται κανείς σιωπηλός, ακίνητος, ή καλύτερα «κάτι μέσα στον άνθρωπο γίνεται ακίνητο». Η διάκριση της προβολής τότε γίνεται συνήθως ένα πολύ απλό ζήτημα· δεν πρόκειται πια για ένα «ναι, αλλά…» αν και η πληγωμένη υπερηφάνεια μπορεί ακόμη να συνεχίση να παραπονιέται για λίγο. Το πιο οδυνηρό μέρος αυτής της διαδικασίας είναι η αναγνώριση ότι με την προηγούμενη λανθασμένη στάση ή συμπεριφορά έχει χάσει κανείς πολύτιμο χρόνο, ή ακόμη, στο όνομα των ιερών πεποιθήσεών του, έχει γίνει ένοχος πολύ σοβαρών σφαλμάτων.
Στο βιβλίο του «Οι επτά ημέρες της δημιουργίας», ο Maximov δείχνει πολύ εντυπωσιακά πώς μια τέτοια οδυνηρή ενόραση έρχεται σε έναν παλιό κομμισσάριο του Κομμουνιστικού Κόμματος, καθώς αρχίζει να διακρίνη την απάνθρωπη κομματική ιδεολογία και να αναγνωρίζη ότι αυτή βασίζεται σε προβολές ή αυταπάτες. Κατά διαστήματα, πάντως, η αλλαγή φαίνεται πως είναι πραγματικά πολύ δύσκολη, και η καινούργια ενόραση θυσιάζεται για χάρη μιας επιστροφής στους παλιούς τρόπους.
Θυμάμαι μια ιδιαίτερα δραματική παρόμοια περίπτωση στην δική μου ιατρική πράξη. Μια ψυχαναλιόμενη που ήταν ψυχικά άρρωστη είχε κάνει αρκετή πρόοδο στην θεραπεία της και στην ανάπτυξη συνειδητότητας. Ενώ έλειπα για ένα διάστημα, όμως, ξαναγύρισε στις παλιές λανθασμένες συνήθειες, και συνέλαβε την ψεύτικη ιδέα ότι ο καθηγητής Jung επρόκειτο να δολοφονηθή από μια ομάδα συνωμοτών. Συμβολικά, ήταν φανερό ότι οι νοσηρές τάσεις, οι «δολοφόνοι», ήθελαν να σκοτώσουν το σπέρμα της Γιουγκιανής φιλοσοφίας μέσα της. Αυτή πρόβαλε αυτό το περιεχόμενο εξωτερικά με πολλή αφέλεια και κάλεσε την αστυνομία η οποία έτρεξε στο σπίτι του Jung, ένοπλη και με την σειρήνα του αυτοκινήτου να σφυρίζει, μόνο για να ανακαλύψη ότι όλα ήταν απόλυτα εντάξει. Επέστρεψα από το ταξίδι μου και μπόρεσα να της διαθέσω μια ώρα. Κατά την διάρκεια του πρώτου μισού της συνάντησης πέτυχα να την καθησυχάσω λίγο-λίγο, και να αποκαταστήσω μια ανθρώπινη επαφή μαζί της. Αρχίσαμε να συζητάμε αρκετά λογικά. Έπειτα ξαφνικά χλωμιάζοντας, είπε: «Ναι, αλλά αν είναι έτσι τα πράγματα, τότε θα πρέπει να παραδεχτώ… (Εννοούσε προφανώς ότι θα έπρεπε να παραδεχτή ότι είχε φερθή σαν ανόητη») Πήδηξε από την καρέκλα με μια αφύσικη, βίαιη κίνηση· ψυχολογικά δεν βρισκόταν πια εκεί, αλλά είχε ξαναγυρίσει στην ίδια ψυχική κατάσταση που ήταν στην αρχή της ώρας. Την νύχτα η κατάστασή της χειροτέρεψε τόσο ώστε έπρεπε να μπη σε νοσοκομείο. Συνήλθε γρήγορα, πάντως, και ξαναβρήκε τον εαυτό της. Μερικούς μήνες αργότερα, καθώς έδειχνε πάλι σημάδια έντασης και την προειδοποίησα με κάποια ανησυχία, είπε χαμογελώντας: «Δεν χρειάζεται να ανησυχήτε· το νοσοκομείο ήταν τόσο φοβερό, που δεν θα ξαναφήσω ποτέ τα πράγματα να φθάσουν ως εκεί». Και εδώ και δεκαπέντε χρόνια έχει κρατήσει τον λόγο της. Μπορούμε να δούμε εδώ πώς αυτή η γυναίκα πέτυχε στην αρχή να αναγνωρίση ότι η ψεύτικη ιδέα της για το έγκλημα είχε τον χαρακτήρα μιας προβολής, και πώς την ίδια στιγμή η πληγωμένη της υπερηφάνεια («… τότε θα πρέπει να παραδεχτώ…») την εμπόδισε από το να ακολουθήση την ενόρασή της ως το οδυνηρό της συμπέρασμα. Κατά την εμπειρία μου, η απαίτηση για γόητρο εκ μέρους του εγώ πολύ συχνά δεν παραδέχεται αυτή την «καλύτερη ενόραση». Εάν η ενόραση πάντως έλθη στο φως, αυτό πραγματικά είναι μια μικρότερη ή μεγαλύτερη πράξη χάρης εκ μέρους της Φύσης.
Η επιστροφή του φωτός είναι σαν το χειμερινό ηλιοστάσιο, όπως το κινέζικο κείμενο τόσο όμορφα περιγράφει. Δεν είναι τυχαίο, όπως μου φαίνεται, ότι αυτό το κείμενο χρησιμοποιεί την μεταφορά του φωτός, που είναι, τελικά, παντού, ένα σύμβολο της συνειδητότητας. Ο στοχασμός, πάντως, είναι η αληθινή ουσία κάθε αύξησης της συνειδητότητας.
Σύμφωνα με την πνευματική στάση της Ανατολής, η εξέλιξη και η πορεία των γεγονότων περιγράφονται στο I Ching από την πλευρά του ασυνειδήτου· ε κ ε ί, υπακούοντας στους νόμους της φύσης η μεταμόρφωση πραγματοποιείται με την επιστροφή του «νέου φωτός», που η εγωική συνείδηση του ανθρώπου πρέπει τότε να αποδεχθή με την σωστή αλλαγή στάσης. Αυτή η περιγραφή παίρνει υπ’ όψη την αξία του χρόνου ή της χρονικής στιγμής. Η σημασία αυτού του παράγοντα αποδεικνύεται επανειλημμένα στην ψυχολογική πράξη. Δεν μπορεί κανείς να αναγκάση  έναν ασθενή να διακρίνη μια προβολή· ο χρόνος πρέπει να είναι ώριμος. Με την βοήθεια των ονείρων, πάντως, μπορεί κανείς να εκτιμήση κατά προσέγγιση τουλάχιστον πότε έχει έρθει ο κατάλληλος χρόνος· αλλά ακόμη και τότε το εγώ είναι ελεύθερο να δεχθή την απαιτούμενη αλλαγή, την «επιστροφή», να στοχασθή, ή να εμμείνη στην παλιά στάση.
Β. Το μάτι σαν σύμβολο «ενόρασης».
Η στιγμή κατά την οποία η ενόραση έχει «ωριμάσει» εξαρτάται από το αρχέτυπο του Ταυτού, της εσωτερικής ολότητας, το οποίο ρυθμίζει την ισορροπία  ο λ ό κ λ η ρ η ς  της ψυχής και διορθώνει την στάση του εγώ μέσω των ονείρων. Ένας άλλος εσωτερικός παράγοντας μας παρακολουθεί μέσα στα όνειρά μας· μας βλέπει πολύ ανήσυχους, πολύ αδιάφορους, πολύ ανήθικους, ή, ο,τιδήποτε άλλο θα φαινόταν σαν μια απόκλιση από το πρότυπο της ολότητας. Αυτό το εσωτερικό μάτι της αυτοαναγνώρισης, μέσω του οποίου έχουμε μια θέα του εαυτού μας διαφορετική από ο,τι μας δίνει το εγώ, περιγράφηκε εδώ και πολύ καιρό από τον Gerhard Dorn, έναν μαθητή του Παράκελσου, σαν η αληθινή ουσία του αλχημιστικού opus. Γράφει: «Αλλά κανείς δεν μπορεί να γνωρίση πραγματικά τον εαυτό του εάν πρώτα δεν δη και γνωρίση με ένθερμο στοχασμό…  τ ί  μάλλον παρά  π ο ι ό ς  είναι, από ποιόν εξαρτάται, σε ποιόν ανήκει, με ποιο σκοπό πλάσθηκε και δημιουργήθηκε, και από ποιόν και μέσω ποιού». Με αυτήν την λέξη  τ ί  (αντί για ποιός), ο Dorn τονίζει την αντικειμενική πραγματικότητα αυτού του προσώπου που ψάχνει να βρη, και που το θεωρεί σαν την εικόνα του Θεού που είναι έμφυτη στην ανθρώπινη ψυχή. Όποιος κοιτάζει αυτό το πρόσωπο με προσοχή, «λίγο-λίγο και από μέρα σε μέρα θα αντιληφθή με τα πνευματικά του μάτια και με την μεγαλύτερη χαρά μερικούς σπινθήρες θεϊκού φωτισμού». Αυτός που γνωρίζει τον Θεό μέσα του με αυτόν τον τρόπο, θα γνωρίση επίσης και τον αδελφό του. Ο Παράκελσος ονομάζει αυτό το θεϊκό ψυχικό κέντρο «το φως της φύσης που δημιουργεί τα όνειρά μας». Άλλοι αλχημιστές το σύγκριναν με τα λαμπερά μάτια του ψαριού ή με τα μάτια του Κυρίου που επιβλέπουν ολόκληρη την γη (Ζαχαρίας, 3, 9).
Όποτε κάποιος καταλαβαίνει ένα όνειρο ή κάποιο άλλο αυθόρμητο περιεχόμενο του ασυνειδήτου, «τα μάτια του ανοίγονται» - βλέπουμε εδώ και πάλι το μοτίβο του ματιού. Πολλοί παλαιότεροι συγγραφείς έχουν περιγράψει πώς, αφού αναζήτησαν αυτό το είδος της αυτογνωσίας με διαλογισμό για πολύ χρονικό διάστημα, πολλά φώτα ή μάτια σταδιακά ενώνονται σε ένα μεγάλο εσωτερικό φως ή μάτι, που είναι η εικόνα του Θεού ή το φως « που μας δίνει η πίστη». Έτσι καταλαβαίνω τα λόγια του Παύλου «βλέπομεν γαρ άρτι δι’ εσόπτρου εν αινίγματι, τότε δε πρόσωπον προς πρόσωπον· άρτι γιγνώσκω εκ μέρους, τότε δε επιγνώσομαι  κ α θ ώ ς  κ α ι      ε π ε γ ν ώ σ θ η ν» (1 Κορινθίους 13,12) – με αυτήν την έννοια. Στην αρχή αυτό το μάτι από το Υπερπέραν βλέπει εμάς· έπειτα μέσω αυτού του ματιού εμείς βλέπουμε τον εαυτό μας και τον Θεό ή την αληθινή πραγματικότητα. Ο Jung λέει: «Η μαντάλλα είναι στην πραγματικότητα ένα “μάτι”, η δομή του οποίου συμβολίζει το κέντρο που βάζει τάξη μέσα στο ασυνείδητο… Το μάτι συμβολίζει πολύ καλά την συνειδητότητα… το κοίταγμα μέσα στο ίδιο του το βάθος». Την ίδια στιγμή είναι επίσης το Ταυτό, που κοιτάζει  ε μ ά ς.
Το θεϊκό μάτι, που, ας πούμε, μας κοιτάζει από μέσα, και στου οποίου το κοίταγμα βρίσκεται η μόνη μη υποκειμενικά χρωματισμένη πηγή αυτογνωσίας, είναι ένα πολύ πλατειά διαδεδομένο αρχετυπικό μοτίβο. Περιγράφεται σαν ένα εσωτερικό, μη σωματικό μάτι που περιβάλλεται από φως, και που το ίδιο είναι επίσης φως. Ο Πλάτωνας και πολλοί Χριστιανοί μυστικοί το ονομάζουν το μάτι της ψυχής, άλλοι το μάτι της γνώσης, της πίστης, της ενόρασης. Ο Jacob Böhme λέει ακόμη: «Η ψυχή είναι ένα Μάτι μέσα στην Αιώνια Άβυσσο, ένα ομοίωμα της Αιωνιότητας». Ή «Η ψυχή είναι σαν μια σφαίρα φωτιάς ή ένα πύρινο Μάτι». Μόνο μέσω αυτού του ματιού μπορεί ένα ανθρώπινο ον να δη πραγματικά τον εαυτό του και να μετάσχη της φύσης του Θεού, ο οποίος είναι όλος ένα μάτι. Ο Συνέσιος ονομάζει τον Θεό «Μάτι του εαυτού σου». Όταν αυτό το μάτι ανοίγει μέσα σε ένα θνητό ον, αυτό το πλάσμα μοιράζεται το φως του Θεού. Όταν ένας άνθρωπος κλείνει τα εξωτερικά, σωματικά του μάτια στον ύπνο, η ψυχή του «βλέπει» την αλήθεια στα όνειρά του. Αυτό το μάτι σχετίζεται επίσης με το φαινόμενο της συνείδησης. Ένα ποίημα του Victor Hugo το περιγράφει εντυπωσιακά. Μετά τον φόνο του αδελφού του Άβελ, ο Κάιν προσπαθεί να ξεφύγη από τον Θεό· με την οικογένειά του σταματάει για να ξεκουραστή επάνω σε ένα βουνό, αλλά δεν μπορεί να κοιμηθή· βλέπει «ένα μάτι, ορθάνοιχτο, μέσα στο σκοτάδι» καρφωμένο επάνω του. « Δεν έφυγα αρκετά μακριά» φωνάζει τρέμοντας, και συνεχίζει την φυγή του. Για τριάντα μέρες και νύχτες προχωράει ώσπου φθάνει στην ακροθαλασσιά, αλλά μόλις κατασκηνώνει εκεί βλέπει το μάτι πάλι, στον ουρανό. Φωνάζει στην οικογένειά του να τον κρύψουν από τον Θεό! Του κάνουν μια σκηνή, αλλά το μάτι βρίσκεται πάντα εκεί. Τελικά, μετά από παράκλησή του, η οικογένειά του τού σκάβει έναν βαθύ τάφο μέσα στην γη. Κάθεται μέσα σε αυτόν, σε ένα μικρό κάθισμα, και η οικογένειά του κυλάει την βαρειά ταφόπετρα από πάνω του. Καθώς ο τάφος κλείνει και αυτός κάθεται εκεί στο σκοτάδι, «L’ œil était dans la tombe et regardait Cain». (Το μάτι ήταν μέσα στον τάφο και κοιτούσε τον Κάιν).
Όμως, όχι μόνο η υψίστη θεότητα, αλλά και ξεχωριστοί θεοί και δαίμονες στους πιο ποικίλους πολιτισμούς μερικές φορές έχουν ένα μοναδικό μάτι στο στήθος τους, με το οποίο μπορούν να δουν όλα όσα συμβαίνουν επάνω στην γη. Αυτό το μοτίβο υπαινίσσεται το γεγονός, που στην ψυχοθεραπευτική πράξη οποιοσδήποτε μπορεί να το δοκιμάση πολλές φορές, ότι το ασυνείδητο δίνει έκφραση, μέσω των ονείρων, σε μια γνώση των πραγμάτων που απλούστατα  δ ε ν  μ π ο ρ ο ύ μ ε   να αποκτήσουμε με βάση την λογική και την συνείδηση. Η λέξη  τ η λ ε π ά θ ε ι α  δεν εξηγεί αυτό το φαινόμενο· απλώς το περιγράφει. Το ασυνείδητο εμφανίζεται να έχη ένα είδος διάχυτης ενορατικής γνώσης, η οποία φθάνει σε μεγάλη ακτίνα έξω από το άτομο στο περιβάλλον του, και την οποία ο Jung ονόμασε «απόλυτη γνώση» (απόλυτη με την έννοια ότι είναι αποδεσμευμένη από την εγωική συνείδηση), μια λάμψη του ασυνειδήτου ή των αρχετυπικών του πυρήνων. Ακριβώς όπως το κακό μάτι ενός δαίμονα μπορεί να έχη μαγική επίδραση, έτσι και ένα μάτι που ζωγραφίζεται επάνω σε ένα δοχείο, μια πινακίδα, και λοιπά, μπορεί να αποτρέψη το κακό μάτι. Ο Seligmann έχει συλλέξει σχετικά παραδείγματα από όλο τον κόσμο, που αποδεικνύουν την εξαιρετικά σπουδαία αποτρεπτική επίδραση του στοιχείου του ματιού. Εάν το κακό πνεύμα «ιδωθή», δηλαδή κατανοηθή, υπερνικείται.
Το γεγονός ότι οι δαιμονικές μορφές συχνά έχουν τονισμένο το στοιχείο του ματιού συνδέεται με το περίεργο γεγονός ότι τα ίδια τα αυτόνομα συμπλέγματα έχουν συχνά κάποιου είδους συνειδητότητα, και γι’ αυτό έχουν επίσης μια προφανή (αλλά μερική και όχι αυθεντική) δυνατότητα διαλογισμού. Η σκιά ή ο animus και η anima μπορούν να γεμίσουν κάποιον με περίεργα διαστρεβλωμένες σκέψεις για τον εαυτό του, αλλά μόνο εκείνος ο διαλογισμός που προέρχεται από το Ταυτό, το εσωτερικό κέντρο, θα μπορούσε να ονομασθή σωστά αυθεντική ηθική σκέψη.
Το μοτίβο του ματιού του Θεού δίνει μια προσωπική απόχρωση στο αίσθημά μας ότι μας «παρακολουθούν», ενώ το σχετικό μοτίβο του καθρέφτη υπογραμμίζει μάλλον την απρόσωπη πλευρά αυτής της «γνώσης», η οποία, χωρίς πρόθεση, απλώς αντανακλά την ύπαρξή μας. Σε τελευταία ανάλυση εξαρτάται απλώς από εμάς να βγάλουμε τα σωστά συμπεράσματα από τα όνειρά μας· το ασυνείδητο συχνά εμφανίζεται σαν ουδέτερο στις προθέσεις του, όπως και η ίδια η Φύση. Όταν έχουμε σάκχαρο στα ούρα μας, η Φύση δεν μας λέει ότι έχουμε διαβήτη· εμείς οι ίδιοι πρέπει να βγάλουμε αυτό το συμπέρασμα και να πάρουμε τα κατάλληλα μέτρα. Ο Jung ερμηνεύει το μοτίβο του ματιού που παρακολουθεί μέσα στο ασυνείδητο, ή πιο συγκεκριμένα του  ε ν ό ς  ματιού (που συνήθως παριστάνεται σαν μια μαντάλλα) σαν  «έ ν α  κ α θ ρ έ φ τ ι σ μ α  τ η ς  ε ν ό ρ α σ ή ς  μ α ς  μ έ σ α    μ α ς». Μόνο με την βοήθεια του εσωτερικού κέντρου, του Ταυτού, μπορούμε να γνωρίσουμε τον εαυτό μας. Γι’ αυτό ο Χριστός λέει στον Απόστολό του στις απόκρυφες «Πράξεις του Ιωάννη»: «Ένας λύχνος είμαι για σένα που με διακρίνεις. Αμήν. Ένας καθρέφτης είμαι για σένα που με γνωρίζεις. Αμήν». Καθώς εξηγεί ο Jung στην ωραία ερμηνεία του ολόκληρου του κειμένου, ο Χριστός εδώ πρέπει να κατανοηθή σαν ένα σύμβολο του Ταυτού, σαν η ολότητα του προσώπου που υπερβαίνει την συνείδηση, «το σημείο αναφοράς όχι μόνο του ατόμου, αλλά όλων εκείνων που είναι όμοιοι πνευματικά και που τους δίνει κοινή μοίρα. Ο Χριστός είναι εδώ ένας καθρέφτης που «αντανακλά την υποκειμενική συνείδηση του μαθητή, κάνοντάς την ορατή σε αυτόν», αλλά, από την αντίστροφη πλευρά, ο άνθρωπος έτσι «γνωρίζει» τον Χριστό, δηλαδή συνειδητοποιεί την πραγματικότητα του Ταυτού.
(συνεχίζεται)
Αμέθυστος

Δεν υπάρχουν σχόλια: